

Υπάρχει ένα επικίνδυνο παραμύθι που κυκλοφορεί· ένα παραμύθι που λέει ότι «αν αγαπήσεις έναν άνθρωπο αρκετά, τότε αυτός θα αλλάξει». Θα δει την αξία σου, θα γιατρέψει τις πληγές του, θα ξυπνήσει και θα σταθεί επιτέλους στο ύψος της αγάπης που του δίνεις. Σωστά; Λάθος.
Ξεκινάς με απόλυτη πίστη στην καλή πλευρά του άλλου, όμως με τον καιρό μετατρέπεται σε έναν αδιάκοπο μαραθώνιο συναισθημάτων. Ξοδεύεις τον εαυτό σου και τον χρόνο σου, φροντίζεις, προσμένεις, μέχρις ότου εξαντληθείς. Σου λέει πως σ’ έχει ανάγκη, πως χωρίς εσένα δε θα τα καταφέρει κι εσύ το δέχεσαι. Βασίζεσαι στην υπόσχεση μιας αλλαγής που δεν έρχεται ποτέ. Κι όσο αυτή δεν έρχεται, τόσο περισσότερο επιμένεις εσύ. Όχι λόγω αφέλειας, αλλά γιατί έχεις πειστεί πως η αγάπη σου θα είναι αρκετή. Πως αν φύγεις, θα είναι σαν να τον εγκαταλείπεις και θα κουβαλάς το βάρος ότι δεν τον έσωσες.
Με το σύνδρομο του fixer μπαίνεις αυτομάτως στη θέση του ανθρώπου που προσπαθεί να σώσει, να στηρίξει, να αλλάξει κάποιον που δε ζήτησε ποτέ να σωθεί. Ή –ακόμα χειρότερα– που ζήτησε βοήθεια, αλλά δεν έχει καμία πρόθεση να αλλάξει. Αυτό που πρέπει να καταλάβεις είναι ότι δεν είσαι θεραπευτής, σωτήρας ή φιλανθρωπικό ίδρυμα. Μπαίνοντας στη σχέση ως fixer, δημιουργείς εξαρχής μια ανισορροπία. Εσύ αναλαμβάνεις τον ρόλο του ενήλικα, του υπομονετικού, του υποστηρικτικού. Ο άλλος τον ρόλο του παιδιού, του πληγωμένου, του «δεν μπορώ να δώσω ακόμα». Κι όσο περνάει ο καιρός, αυτή η δυναμική παγιώνεται: ενώ αυτός καταρρέει και σε πληγώνει, εσύ συνεχίζεις να φροντίζεις και να συγχωρείς.
Η ιδέα ότι ο άλλος θα αλλάξει χάρη σε εμάς είναι όμορφη. Αγγίζει κάτι αρχέγονο μέσα μας- την ανάγκη να νιώσουμε σημαντικοί, να είμαστε εκείνοι που θα εμπνεύσουν την αλλαγή. Και δε λέω, στις ταινίες, αυτό μοιάζει κατιτίς ρομαντικό, στην πραγματική ζωή όμως μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί επικίνδυνο- για σένα και την ψυχοσύνθεση σου. Όχι γιατί η αλλαγή δεν είναι δυνατή, αλλά γιατί δεν είναι δική σου δουλειά. Η αλλαγή δεν έρχεται με πίεση, με παρακάλια ή με δηλώσεις λατρείας, παρά μόνο όταν ο άλλος το επιλέξει για τον εαυτό του. Κι ας μην κοροϊδευόμαστε, τι κίνητρο έχει κάποιος να αλλάξει, όταν του παρέχονται όλα τα προνόμια μιας σχέσης απόλυτης ανοχής; Ποιος ο λόγος να αλλάξει εφόσον μπορεί να τα έχει όλα ακριβώς όπως είναι; Γιατί να προσπαθήσει όταν ξέρει ότι, όπως και να φερθεί, το σιγουράκι του θα είναι εκεί;
Η αγάπη σου είναι πολύτιμη – αλλά όχι εργαλείο αλλαγής
Η ψευδαίσθηση του fixer σε κάνει να επενδύεις, όχι σε αυτό που είναι ο άλλος, αλλά σε αυτό που έχεις πλάσει στο μυαλό σου και σε αυτό που ελπίζεις ότι θα γίνει, και είναι ενεργειακή εξάντληση. Κάθε φορά που συγχωρείς ένα ξέσπασμα χωρίς να αλλάζει τίποτα, που καταπίνεις μια αγένεια γιατί «έχει πληγωθεί», που παίζεις τον ψυχολόγο ενώ χρειάζεσαι έναν άνθρωπο να σε στηρίξει, διαρρέεις ενέργεια. Χάνεις κομμάτια του εαυτού σου για να στηρίξεις κάποιον που δε στηρίζει καν τον εαυτό του.
Κι αυτό δεν είναι αγάπη. Είναι επένδυση σε έναν ρόλο που κανείς δε σου ζήτησε να αναλάβεις – και κανείς δε θα αναγνωρίσει όταν φτάσεις στο τέλος.
Δεν αλλάζει, πολύ απλά επειδή δε θέλει
Πόσες φορές το έχεις ακούσει; «Δεν είμαι έτοιμος/η», «φοβάμαι», «έχω περάσει πολλά», «δεν ξέρω τι θέλω». Κι εσύ περιμένεις, κι εξαντλείσαι. Κι όσο προσπαθείς, τόσο χάνεσαι. Γιατί η αλήθεια είναι μία κι ας πονάει: δεν αλλάζει επειδή δε θέλει. Κι εσύ έχεις μπει σε μια θέση σωτήρα για να επουλώσεις και τα δικά σου εγωιστικά κίνητρα, που σου υπαγορεύουν πως μόνο αν είσαι πραγματικά χρήσιμος αξίζεις να αγαπηθείς. Ταυτόχρονα, ζεις σε μια πλάνη, γιατί επιλέγεις να μην αντιμετωπίζεις την πραγματικότητα της σχέσης σου, αλλά μια ιδέα. Μια ιδανική ιδέα, που έχει γίνει η Μέκκα σου.
Μπορείς να δείξεις συμπόνοια, χωρίς να είσαι σωτήρας
Ναι, υπάρχουν άνθρωποι με τραύματα, με παρελθόν, με σκιές. Όλοι μας έχουμε. Και δε σημαίνει ότι όποιος έχει θέματα είναι τοξικός ή ακατάλληλος. Αλλά υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα σε κάποιον που δουλεύει με τον εαυτό του και σε κάποιον που εκμεταλλεύεται τον χρόνο, την αγάπη και την κατανόησή σου. Μπορείς να νοιάζεσαι αληθινά, χωρίς να φορτώνεσαι όλη την ευθύνη. Να αγαπάς βαθιά, χωρίς να χάνεις τον εαυτό σου. Μπορείς να δίνεις χώρο στην καρδιά σου, αλλά δε βοηθάει να σηκώνεις όλη τη συναισθηματική ευθύνη.
Επιπλέον, μην ξεχνάς ότι, στο τέλος, κανείς δε θα σου χρωστάει τίποτα. Το πιο δύσκολο πράγμα που θα χρειαστεί να παραδεχτείς, λοιπόν, είναι ότι αγάπησες μια ψευδαίσθηση. Κι εσύ θα έχεις χάσει μήνες – ή χρόνια – πιστεύοντας πως η αγάπη αρκεί για να «φτιάξει» ανθρώπους. Δεν αρκεί, γιατί δεν είναι αυτή η δουλειά της.
Ο ρόλος του «fixer» δεν είναι ρόλος ζωής, αλλά παγίδα
Η εμμονή στον ρόλο του fixer έχει συχνά βαθιές ρίζες στην ψυχολογία μας. Πολλές φορές προέρχεται από την ανάγκη να αποδείξουμε την αξία μας μέσα από τη φροντίδα και την υπερβολική ευθύνη για κάποιον άλλο, αντί να αναζητήσουμε πρώτα την ισορροπία και την αυτογνωσία μέσα μας. Αν δεν κοιτάξεις βαθιά μέσα σου και δεν κατανοήσεις γιατί νιώθεις αυτή την ανάγκη, θα βρεθείς να επαναλαμβάνεις το ίδιο μοτίβο- με άλλο πρόσωπο, άλλη ιστορία, αλλά με την ίδια συναισθηματική πλοκή. Κι όσο το συνεχίζεις, τόσο περισσότερο θα χάνεις τον εαυτό σου σε αυτόν τον ρόλο.
Μείνε, αν σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. Φύγε, αν σε εξαφανίζει
Κανείς δεν είπε ότι η αγάπη χρειάζεται να είναι τέλεια. Αυτό που χρειάζεται όμως είναι να είναι ανταποδοτική. Αν έχεις να κάνεις με κάποιον που θέλει να αλλάξει, θα το δεις, θα το νιώσεις, θα κάνει πράξεις. Αν πάλι όχι; Δεν είσαι εσύ ο άνθρωπος που θα τον αλλάξει. Είσαι ο άνθρωπος που πρέπει να φύγει. Με την ενέργειά σου ακέραιη. Γιατί η αγάπη είναι δώρο. Αν σε σταυρώνει καθημερινά, τότε δεν είναι αγάπη. Είναι ψευδαίσθηση με ωραίο περιτύλιγμα.
Κι εσύ δεν έχεις πια ανάγκη για ψευδαισθήσεις, αλλά για καθαρή, αδιαπραγμάτευτη αλήθεια.