Πολύ συχνά συναντάμε στη ζωή μας επιτυχημένους επαγγελματικά ανθρώπους. Πόσο συχνά, όμως, συναντάμε στη ζωή μας χαρισματικούς ανθρώπους, από εκείνους που με την αφοσίωση την προσφορά και το έργο τους έχουν δημιουργήσει τη δική τους σχολή; Πόσο δύσκολο είναι σήμερα να μιλάμε γι’ αυτά χωρίς να γινόμαστε κουραστικοί, φορτικοί, γραφικοί και να κρατήσουμε σε υψηλά επίπεδα το ενδιαφέρον του εκάστοτε συνομιλητή μας, έτσι ώστε να τον προβληματίσουμε ή απλά να επηρεάσουμε, με τον πιο ουσιαστικό ρόλο του influencing; Κι όμως, ακόμα και στη σημερινή εποχή υπάρχουν κάποιοι, ελάχιστοι, που το επιτυγχάνουν με τον δικό τους τρόπο και παίζοντας τον δικό τους ρόλο. Ένας ρόλος που ούτε διδάσκεται, ούτε αγοράζεται, παρά μόνο κατακτιέται με πολύ κόπο, κούραση, δημιουργικότητα κι αυτογνωσία.

Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για ένα τέτοιο παράδειγμα, ενός ιδιαίτερα φωτεινού ατόμου. Έναν άνθρωπο που εκπέμπει θετική ενέργεια στους γύρω του, που μπορεί να σε «βρίζει» κι εσύ να γελάς, που μπορεί να συμμετέχει από το δυσκολότερο είδος δράματος μέχρι και τη μεγαλύτερη κωμωδία, να τραγουδήσει, να μιμηθεί, να σε προβληματίσει, να σε ψυχαγωγήσει και να κάνει αυτά κι άλλα τόσα μ’ ένα μαγικό τρόπο που μόνο εκείνος γνωρίζει.

Ο λόγος για τον υπερταλαντούχο Γιάννη Ζουγανέλη. Άμα σου έκανα την ερώτηση, τι δουλειά κάνει ο Γιάννης Ζουγανέλης, θα έλεγες ηθοποιός, ίσως τραγουδιστής ή συνθέτης και στιχουργός, συγγραφέας, παρουσιαστής ή και δάσκαλος. Πάνω από όλα, μέντορας. Ίσως, με αυτό τον τρόπο να προσδιορίζεται κάπως καλύτερα. Έχει μια καταπληκτική ικανότητα να προσαρμόζεται και να απογειώνει οτιδήποτε έρχεται σε επαφή μαζί του. Επιπλέον, πέραν από τις πολλές αρετές που κατέχει, έχει και ακόμα μία που αξίζει να αναφέρουμε και εδώ: σε προβληματίζει έντονα σε ό,τι αφορά την επικαιρότητα χωρίς να σε μαυρίζει. Κι όταν δίνει συνεντεύξεις ή θα προβεί σε μια ανάρτηση με λόγια απλά, καθημερινά και ευκόλως κατανοητά γι’ όλους, διακρίνεις τον σεβασμό που κατέχει στη διαφορετικότητα, την αλληλεγγύη του, την ταπεινότητά του.

Γεννημένος το 1956, η ενασχόλησή του με τη μουσική φάνηκε από πολύ νωρίς στη ζωή του. Αρκεί μόνο να αναφέρουμε εδώ ότι η πρώτη του δισκογραφική δουλειά ήρθε, μόλις, σε ηλικία 15 ετών για το «Σώσον Κύριε τον Λαόν σου». Παράλληλα με τη μουσική, ολοκλήρωσε και τις σπουδές στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο, στην Αρχιτεκτονική Σχολή. Είναι από τους μοναδικούς Έλληνες συνθέτες που τα έργα του έχουν κυκλοφορήσει σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Έχει γράψει μουσική για πολλά θεατρικά έργα -αρχαιοελληνικά κλασικά και σύγχρονα- όπως του Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Σαίξπηρ. Πολυάριθμες τηλεοπτικές σειρές φέρουν κι εκείνες τη μουσική του: «Μεγάλος ξεσηκωμός», «Συμβολαιογράφος», «Αργώ», «Για την τιμή και το χρήμα», «Λαυρεωτικά», «Αστροφεγγιά», «Η Κυρία μας», «Στην κόψη του ξυραφιού» αλλά και πολλές κινηματογραφικές ταινίες. Μία μικρή αναζήτηση στο Διαδίκτυο θα σε εκπλήξει ευχάριστα γι’ όλα αυτά που έχει κάνει στον τομέα της μουσικής και μας είναι γνωστά. Έχει γράψει μουσική ακόμα και για μπαλέτο. Επιπλέον, αξιοσημείωτο είναι να αναφερθεί πως το 1996 έργα του παρουσιάστηκαν στον απονομή των βραβείων Νόμπελ. Έχει διδάξει μουσική στις δραματικές σχολές του Δήμου Αγίας Βαρβάρας, καθώς και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και το 2016 διορίστηκε στη θέση του καθηγητή στην Ακαδημία του Μονάχου. Το είδος της μουσικής του παιδείας δίνει έμφαση στην απελευθέρωση των εκφραστικών μέσων κι εστιάζει στους ήχους και τη μελωδία.

Το 1981 παντρεύεται την Ισιδώρα Σιδέρη και μαζί αποκτούν μία κόρη, τη γνωστή σ ’ όλους μας και πολύ πετυχημένη στην καλλιτεχνική της πορεία, Ελεονώρα Ζουγανέλη. Για την ημέρα που γεννήθηκε η κόρη του, αναφέρει ότι είναι από τις πιο δυνατές αναμνήσεις του: «Είναι ένα θείο πλάσμα. Με έφερε και µε φέρνει στα ίσα µου.»

Επιπρόσθετα, να κάνουμε μια ιδιαίτερη μνεία στους κωφούς γονείς του και τη φροντίδα αλλά και την αγάπη μέσα στην οποία μεγάλωσε. Ακριβείς λεπτομέρειες, πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, μπορεί κάποιος να αναζητήσει και στο βιβλίο του που αποτελεί κατάθεση της ψυχής του, που τιτλοφορείται ως «Τάδε έφη …άνθρωπος» από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. Η περιγραφή του για το πώς ανακάλυψε τη συγκεκριμένη ααπηρία των γονιών του, αποστομώνει. Ήταν, μόλις, δύο ετών όταν οι γονείς του καθόντουσαν και συζητούσαν ενώ έπιασε ένας πολύ δυνατός αέρας και έσπασε δύο βάζα που βρισκόταν στον ίδιο χώρο μαζί τους, κάνοντας έναν εκκωφαντικό ήχο. Ο Γιάννης τρόμαξε πάρα πολύ και κοίταξε τους γονείς του, οι οποίοι δεν είχαν αντιληφθεί τίποτα απολύτως από τον θόρυβο συνεχίζοντας ατάραχοι τη συζήτησή τους κι έτσι συνειδητοποίησε ότι κάτι δεν πάει καθόλου καλά.

Καταληκτική η σημασία τους στη διαμόρφωση αυτής της προσωπικότητας αλλά και παραγωγικός ο τρόπος που έψαξε και βρήκε το μέσο για να επιλύει και να ανταπεξέρχεται στις δυσκολίες που αντιμετώπιζε. Σε συνέντευξή του, αναφέρει για ένα περιστατικό που συνέβη όταν ήταν στην α’ δημοτικού και η δασκάλα, τον ρώτησε τι δουλειά κάνει ο πατέρας του. Εκείνος απάντησε ότι είναι οικοδόμος και οι συμμαθητές του άρχισαν να τον γιουχάρουν. Έτσι, ο Γιάννης γύρισε και έψαξε στο λεξικό για τη σημασία του οικοδόμου. Όταν ξαναρωτήθηκε, λοιπόν, άλλη στιγμή είπε ότι ο πατέρας του ήταν αμμοκονιαστής κι υπήρξε σιωπή ή βουβαμάρα, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.

Είναι πολλά τα περιστατικά που έχει μοιραστεί μαζί μας κι ως δάσκαλος αποτελεί φωτεινό παράδειγμα για όλους εμάς. Τίποτα απ’ ό,τι φαίνεται δεν του χαρίστηκε στη ζωή του κι όμως κατάφερε με τα ιδανικά που πρεσβεύει και την πολύπλευρη προσωπικότητά του, να φτάσει πολύ ψηλά. Η μεγαλύτερη του επιτυχία, όμως, είναι όταν αναφερόμαστε σε εκείνον, μιλάμε σαν να είναι ένας επιστήθιος φίλος μας κι ας μην τον γνωρίζουμε.

Γιάννη σ’ ευχαριστούμε που υπάρχεις και κάνεις τον κόσμο μας καλύτερο.
Από μια φανατική θαυμάστριά σου.

Συντάκτης: Eύη Μαρανή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου