Το μυαλό σου ταξιδεύει όσο ασυνείδητα πηγαίνεις πέρα-δώθε τα εικονίδια του κινητού σου. Μπαινοβγαίνεις στα μηνύματα μέχρι να ζαλιστείς. Τα βράδια κρατάς μισάνοιχτα τα μάτια σου παρακολουθώντας εκείνο το μικρό φωτάκι αριστερά πάνω στην οθόνη σου, λαχταρώντας να αναβοσβήσει με ένα μήνυμα. Φοβάσαι να κάνεις βήμα χωρίς το κινητό σου, μη τυχόν και χτυπήσει εκείνο πρώτο και σε βγάλει απ’ το δίλημμα: Να στείλεις, άραγε, ή μήπως όχι;

Στο μυαλό σου έχεις γράψει χιλιάδες μηνύματα, εν τέλει και συζητήσεις ολόκληρες. Σκέφτεσαι τι θα μπορούσες να πεις, πώς να το διατυπώσεις, αν παίρνει απάντηση και ποιες είναι οι πιθανότερες. Στα κακά σενάρια που δε σου απαντάει ή σκάει κάτι επιθετικό, αναστατώνεσαι και φοβάσαι. Κι αυτός ο φόβος σου τροφοδοτεί την απόφασή σου να μη στείλεις.

Δε στέλνεις, λοιπόν. Δε στέλνεις κι ας το θέλεις πολύ. Και το θέλεις γιατί κάτι έχει μείνει μέσα σου, μια απορία ή κάποια ανείπωτα. Ωστόσο, η σκέψη πως αυτό το άτομο ίσως σε απορρίψει κι αυτή η στιγμιαία ανησυχία, ο εγωισμός (ή ο συνδυασμός τους) είναι πάνω απ’ τις δυνάμεις σου. Δεν αξίζει, όμως, για τα υποθετικά σενάρια εκείνης της στιγμής που θα πατήσεις «αποστολή», να κάθεσαι να τρώγεσαι με τα ρούχα σου ώρες και μέρες ολόκληρες.

Απ’ την άλλη, είναι κι οι φίλοι σου. Φυσικά και θα συγκαλέσετε συμβούλιο μεταξύ σας για να παρθεί η σωστή απόφαση, σχετικά με το αν πρέπει να στείλεις ή όχι. Κι αν εκείνοι σου πουν όχι, για σένα κατά 99% θα έχουν δίκιο. Για να έφτασες κι εσύ στο σημείο να το σκέφτεσαι τόσο, άλλωστε, σημαίνει πως λογικά κάτι δεν κυλάει στην κατάσταση με το εν λόγω πρόσωπο.

Και σίγουρα, τους φίλους μας του αγαπάμε και τους συμβουλευόμαστε πάντα, αλλά υπάρχουν και κάποιες στιγμές που μας χρωστάμε να υπολογίσουμε το μέσα μας περισσότερο. Στιγμές που θα πρέπει να διαφυλάξουμε την ψυχική ηρεμία μας. Γιατί δεν είναι υγιές να ξαγρυπνάς πάνω από μια οθόνη, να είσαι με παρέα και να σκέφτεσαι αν θα χτυπήσει το ρημάδι, να ονειροπολείς και να πλάθεις συζητήσεις μόνος σου.

Οι φίλοι σου σε καταλαβαίνουν, ναι, αλλά τέτοιες στιγμές τις περνάς και τις πολεμάς μόνος σου, μέσα σου, εσύ ενάντια στον εαυτό σου. Αν, λοιπόν, σε τρώει τόσο πολύ να στείλεις, στείλε. Εξάλλου, από ‘κει και πέρα, δύο είναι οι πιθανές περιπτώσεις· είτε άξιζε το θάρρος και θα πάνε όλα καλά είτε δε θα βρεις ανταπόκριση και θα φας λίγο τα μουτράκια σου. Στην πρώτη όλα ρόδινα και καλά. Στη δεύτερη, τι είχαμε τι χάσαμε. Το σίγουρο όμως, αυτό που θα κερδίσεις και στις δύο περιπτώσεις ανεξαρτήτως απάντησης είναι το ότι δε θα καταπνίγεις πια τα συναισθήματά σου, θα νικήσεις αυτό που σε έτρωγε και θα ησυχάσεις από υποθετικά σενάρια κι αμφιβολίες.

Όταν ερωτεύεσαι κι η απόρριψη μες στο παιχνίδι είναι. Η ουσία είναι πως τουλάχιστον θα πάρεις μία απάντηση στο βάσανό σου. Θα συνεχίσεις έκτοτε με γεγονότα, όχι με τη φαντασία σου. Θα σε ανακουφίσει να μάθεις την αλήθεια της άλλης πλευράς, γι’ αυτό που μέχρι τότε μόνο σενάρια μπορούσες να κάνεις. Θα σε ανακουφίσει κι ας σε πονέσει. Γιατί και στη χειρότερη πιθανότητα που κάτι είχε τελειώσει ενώ εσύ έτρεφες ακόμη ελπίδες, καλά που το ‘μαθες για να προχωρήσεις.

Οι φίλοι πάντα δίπλα μας είναι, ωστόσο εσύ πάντα θα γνωρίζεις την κατάσταση καλύτερα από εκείνους. Ακριβώς επειδή εσύ ήσουν μέσα σε αυτό, εσύ ξέρεις τι και πώς ένιωσες. Κάποια πράγματα και κάποιες στιγμές, όσο και να προσπαθείς να τους τα μεταφέρεις, απλά δε γίνεται να τα καταλάβουν, γιατί τη διαίσθησή σου δεν μπορείς να τους την εξηγήσεις.

Συντάκτης: Αθηνά Νικολετοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη