4 Ιουνίου του 2008. Θυμάσαι πώς ένιωσες όταν άκουσες την είδηση πως δολ@φόνησαν τον Νίκο Σεργιανόπουλο; Ήταν ένα τεράστιο σοκ για την ελληνική κοινωνία, ομολογουμένως, κυρίως για τη βιαιότητα του τρόπου με τον οποίο έφυγε. 21 μαχaiριες, από τον 30χρονο Γεωργιανό, Ντέιβιντ Μουρτικνέλι, στην καρδιά, τον λαιμό και τους πνεύμονες. Μεγαλύτερη αναστάτωση, προξένησε, επίσης, το ότι στη φόρα βγήκαν πληροφορίες ότι επρόκειτο για έγκλημα που προέκυψε μετά από διαπραγματεύσεις για το τι θα συμβεί ερωτικά μεταξύ τους. Μα, ο Μαρκοράς που έκανε όλο τον γυναικωνίτη να τρελαίνεται, γκέι;

Ο Σεργιανόπουλος, εκτός από ταλαντούχος ηθοποιός, ήταν κι η επιτομή της γοητείας. Μιας γοητείας στερεοτυπικά αρρενωπής. Όμως, ο πραγματικά κόντρα ρόλος του ήταν αυτός της αλήθειας του. Όσο δύσκολο κι αν ήταν για τους θεατές, θαυμαστές και μη να επεξεργαστούν πως δεν τον έλκυαν οι γυναίκες, άλλο τόσο δύσκολο, ενδεχομένως, ήταν και για τον ίδιο.

Ένα λαμπερό πλάσμα για όσους το αντίκριζαν, που έζησε με μαύρο φόντο από τα χρόνια της εφηβείας του κιόλας. Σε ηλικία 16-17 ετών, μια εποχή που διανύει ένα παιδί πριν την ενηλικίωσή του, ήρθαν ερωτηματικά, πειραματισμοί, σκέψεις για το τι είναι σωστό και τι λάθος και πόσο περιπλέκονται τα πράγματα όταν στον κύκλο σου θεωρείται αυτό που πηγαία αισθάνεσαι ως ασθένεια. Κάτι που περνάει ίσως με τη χορήγηση φαρμάκων ή ηλεκτροσόκ σαν τις παλιές ένδοξες εποχές; Αλήθεια δε μάθαμε, γιατρεύτηκε κανείς από τους ευσεβείς πόθους του καθώς τον διαπερνούσε το ρεύμα; Ή απλώς έμαθε να κάνει διπλή ζωή, να νιώθει ένα αφύσικο ον και να αυτομαστιγώνεται στο σκοτάδι πιστεύοντας πως δεν αξίζει την αγάπη;

 

 

Ο Παυλάτος, ο Μαρκοράς και ο Σεργιανόπουλος είχαν έναν κοινό παρονομαστή. Μια αθεράπευτη βαρβατίλα που πάλευε να κρύψει μια τρυφερή ψυχή. Ο Νίκος, όταν δεν έπαιζε κάποιο ρόλο απολάμβανε να κάθεται στη βεράντα του, πίνοντας κρασί κι ακούγοντας Χαρούλα Αλεξίου. Έτσι μαρτυρούν στενοί του φίλοι με τους οποίους έκανε βαθυστόχαστες συζητήσεις. Ο Χάρης Ρώμας αναφέρεται σε εκείνον ως κύριο με το κάππα κεφαλαίο κρίνοντας από το πόσο σωστά στεκόταν δίπλα στους φίλους του και μη, βοηθώντας ανθρώπους χωρίς να διαφημίζει τη φιλανθρωπία του. Ο Θοδωρής Αθερίδης, σε δήλωσή του μοιράζεται πως ο Σεργιανόπουλος σε μια μάταιη προσπάθεια να καταλάβει γιατί είναι «ελαττωματικός» κατέφυγε στο γενεαλογικό του δέντρο θέλοντας να καταλήξει ότι η ομοφυλοφιλία είναι κληρονομική κι όχι επίκτητη. Είκαζε, λοιπόν, πως και ο πατέρας του έλκονταν ενδεχομένως από άντρες, γεγονός που πέρασε στην επόμενη γενιά ως «κουσούρι». Ο Νίκος είχε άσχημη γνώμη για τους γκέι, όμως ο λόγος γι’ αυτό ήταν η δική του άρνηση να αποδεχθεί τη φύση του. Αν ο ίδιος δεν ήταν, όλοι γύρω του στοιχηματίζουν πως δε θα τον ενοχλούσε καν το θέμα.

Τη Δράμα όπου μεγάλωσε την είχε μέσα του σαν ένα αγκάθι, τόσο που ζήτησε από τον φίλο του Δημήτρη Αποστόλου, όταν πεθάνει να μην τον θάψουν στον τόπο του. Ο δεύτερος σεναριογράφος των Δύο Ξένων, λέει μάλιστα, πως το φέρνει βαρέως ότι δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει την τελευταία του επιθυμία. «Ήταν σαν να τον σκ@τώνουμε ξανά», λέει. Στη Δράμα έζησε τη σκληρή περιθωριοποίηση, τη βία κι ένα ηχηρό όχι στην ερώτηση αν ήταν αποδεκτός έτσι «χαλασμένος». «Ο Νίκος είχε πεθάνει χρόνια πριν, απλώς εκείνη τη μέρα τον θάψαμε», συνεχίζει ο Αποστόλου.

Πριν μπλέξει με σκοτεινά κυκλώματα και πληρωμένο έρωτα, είχε μια όμορφη σχέση που έληξε άδοξα, σύμφωνα με τον Θοδωρή Αθερίδη. Δεν ήταν ότι δεν προσπάθησε, μάλλον ο χωρισμός του στοίχισε παραπάνω από όσο υπολόγιζε και μετά άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Δεν αποζητούσε επιβεβαίωση, ούτε καν ικανοποίηση μέσα από διάφορους εκδιδόμενους άνδρες. Επεδίωκε τη θεία δίκη που είχε αποφασίσει πως του αναλογούσε. Κυνηγούσε την εξαθλίωση, την ταπείνωση, το αυτομαστίγωμα, κάτι το οποίο έδειχναν οι επιλογές του. Ένας περιπτεράς στην πλατεία Βικτωρίας τον έβλεπε συχνά να φεύγει από τα ψωνιστήρια με άντρες βρώμικους, παρατημένους. Έτσι θα προσέφερε στον εαυτό του την καταδίκη που είχε πειστεί πως ήταν μονόδρομος για εκείνον.

Δεν είναι απορίας άξιο πως συνοδευόμενος από ουσίες προκειμένου να δημιουργήσει μια πλασματική πραγματικότητα, κάποια στιγμή συνελήφθη με 35 γραμμάρια κ@καΐνης στην κατοχή του. Κατηγορήθηκε για εμπορεία και πηγαίνοντας κόντρα και στους δύο δικηγόρους του, όταν ερωτήθηκε σε συνέντευξη πώς ένιωσε, είπε με μέγιστη ειλικρίνεια πως ουδεμία σχέση με εμπόριο είχε, αλλά ήταν για προσωπική χρήση, κάτι το οποίο δεν καταλάβαινε γιατί να διώκεται ποινικά εφόσον τον μόνο που έβλαπτε στο τέλος της ημέρας ήταν εκείνον.

Μια φράση που συχνά έλεγε στον Αθερίδη ο Νίκος Σεργιανόπουλος ήταν: «Ξέρεις, όταν ο αρχηγός της αγέλης των πιθήκων θέλει να εξευτελίσει έναν από την ομάδα, του κάνει σ3ξ μπροστά στους υπόλοιπους της αγέλης.» Κάπως έτσι είχε βρει και παραδείγματα που ενίσχυαν το πόσο λάθος ήταν φτιαγμένα τα αισθήματά του.

Ένας άνθρωπος που έφυγε, μα πριν από αυτό δε χάρηκε τη ζωή του. Ζούσε σε μια μόνιμη άρνηση, εκτόξευε δηλητήριο από το μυαλό στην ψυχή του, δεν αγάπησε στιγμή αυτό που έβλεπε στον καθρέφτη και δεν αποδέχτηκε την απροκάλυπτη εσωτερική κι εξωτερική ομορφιά που όλοι οι υπόλοιποι ήμασταν σε θέση να δούμε. Μια καταραμένη ρομαντική ψυχή, Μπωντλαιρικής χροιάς. Η αληθινή κατάρα του, ήταν πως δεν είδε ποτέ πόσο υπέροχος ήταν. Εσύ που το διαβάζεις, μέσα από αυτή τη μάλλον τραγική ιστορία κράτα το ηθικό δίδαγμα, να δεις εγκαίρως πόσο μα πόσο υπέροχο πλάσμα είσαι.

Συντάκτης: Δάφνη Κανελλοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου