Ρωτώντας πας στην Πόλη αλλά μαθαίνεις και πράγματα που κανένα google ποτέ δε θα σου πει. Μυστικά μαντζούνια, ερωτήσεις κάπως άβολες ή αδιάκριτες, απορίες για τις μεγάλες ώρες, τιπς για τη δουλειά ή συνταγές ξεχασμένες, ό,τι δεν ήξερες ότι ήθελες να μάθεις, θα στο πουν τα μικρά μας ρεπορτάζ.

 

Εκμυστηρεύεται η Φ. 

Γνωριζόμασταν από το Λύκειο. Αυτός αθλητής σε εφηβική εθνική ομάδα. Δευτέρα και τρίτη Λυκείου ήταν σε άλλη πόλη. Δεν ξέραμε ο ένας τον άλλο προσωπικά, μόνο εξ όψεως, και πότε κανείς δεν έδειξε ενδιαφέρον. 2 χρόνια μετά το λύκειο γνωρίζω τον αδερφό του μέσω κοινής φίλης, έρχεται κι αυτός στο καφέ που ήμασταν, τον βλέπω και πέφτω κάτω. Κεραυνοβόλος έρωτας. Είχε αλλάξει; Όχι. Ξέρω γιατί το έπαθα αυτό; Πάλι όχι. Ξέρω μόνο ότι έχασα τον κόσμο. Άρχισα να βγαίνω πιο πολύ για να τον συναντάω, επειδή θα ήταν στην πόλη μόνο μια εβδομάδα (ήταν επαγγελματίας αθλητής πια και έπαιζε σε μια ομάδα στην Αθήνα). Μου έκανε αίτημα φιλίας στο fb. Λέω «εδώ είμαστε, του αρέσω κι εγώ». Έλα όμως που δεν έκανε κίνηση, επειδή ήταν κλειστός και λίγο κοιμισμένος. Έλα και που άρχισε να μου την ψιλοπέφτει ο αδερφός του που ήταν γενικά γύπας. Λέω «δε γίνεται να πάει έτσι αυτό, αν κάνει κίνηση ο αδερφός του, ο άλλος θα κλειδώσει». Ε, και του την έπεσα εγώ. Στα ίσια. Μιλούσε με τους φίλους του, τσουπ εγώ από δίπλα. Καθόταν απέναντί μου; Τον κοιτούσα στα μάτια, λες και ήθελα να τον υπνωτίσω. Τον ακουμπούσα τυχαία, του χαμογελούσα. Ε, μόλις πήρε μπρος και κατάλαβε ότι τον γουστάρω, άρχισε να με προσεγγίζει και από μόνος του. Έφυγε στην Αθήνα και ήρθε στην πόλη μας τρεις φορές σε έναν μήνα για να με δει. Μετά τα φτιάξαμε. Μου είπε πως αν δεν έκανα κίνηση, δε θα με πλησίαζε ποτέ, επειδή νόμιζε πως άρεσα στον αδερφό του. Μείναμε μαζί τρία χρόνια. Ακόμα είναι ο μεγαλύτερός μου έρωτας κι ας μου έσπασε την καρδούλα. Δεν την έχω ξαναπέσει σε κανέναν, ούτε θα το ξανακάνω. Εκείνη η φορά όμως άξιζε.

 

Αναφέρει η Ε. 

Σπίτι και παραγγέλνω delivery. Καθυστερεί λιγάκι κι έρχεται και το σουβλάκι χωρίς την κόκα κόλα. Το σχολιάζω ευγενικά στον διανομέα, ρωτώντας τον μήπως το ξέχασε στο μηχανάκι. Μου λέει ότι θα το τσεκάρει κι αν δεν είναι στο μηχανάκι θα πάει να φέρει μία απ’ το μαγαζί. Το αρνούμαι λέγοντάς του να μην μπει στον κόπο κι ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, καθώς υπάρχει μίνι μάρκετ απέναντι απ’ το σπίτι μου. Κατεβαίνει στο μηχανάκι να τσεκάρει κι έχουν περάσει 15 λεπτά χωρίς να γυρίσει. Υποθέτω ότι όντως πάει στο μαγαζί να φέρει νέα κόκα κόλα και τηλεφωνώ να ειδοποιήσω να μην μπει στον κόπο. Εκείνη την ώρα χτυπάει το κουδούνι κι επιστρέφει αντί για κουτάκι αναψυκτικού μ’ ένα ολόκληρο μπουκάλι και μαζί κι ένα κιλό παγωτό. Σοκάρομαι και του λέω ότι δεν παρήγγειλα παγωτό και τον κοιτάω αμήχανα. Μου λέει ότι το παγωτό είναι δώρο γιατί του φάνηκα τόσο γλυκιά όσο εκείνο. Έμεινα παγωτό, έπιασα το παγωτό στο χέρι κι ως και σήμερα το θεωρώ απ’ τα πιο ιδιαίτερα πεσίματα που μου ‘χουν κάνει. Να προσμετρηθεί ότι με το ζόρι ήταν πάνω από 30 χρονών που όσο να πεις το λες αισιόδοξο για τη νέα γενιά αντρών.

 

Εξομολογείται ο Τ. 

Την είδα στο Instagram. Δεν είναι ότι δεν την έπεφτα σε πολλές στα dm, την έπεφτα και με το παραπάνω. Εκείνη όμως κάτι μου έκανε, είχε κάτι αλλιώτικο, λες και δε με πολυέπαιρνε να το προσπαθήσω. Ήταν πολύ όμορφη. Εγώ δεν είμαι και κανένας ωραίος, έλεγα στον εαυτό μου «πού πας βρε κακομοίρη». Είχα γενικά χαμηλές προσδοκίες, δεν περίμενα καν να μου απαντήσει σε όσα της έστελνα κατά καιρούς, καθώς σίγουρα δεν της έστελνα μόνο εγώ. Φρόντιζα τα μηνύματά μου να είναι to the point και να μην την πρήζω. Με τον καιρό αρχίσαμε να μιλάμε πιο πολύ, ώσπου μιλούσαμε όλη μέρα και έξι μήνες μετά μου είπε πως θα έρθει ένα τριήμερο Αθήνα για δουλειά (έμενε Σέρρες). Δεν έχασα ευκαιρία και της είπα πως ήθελα να τη δω. Δέχτηκε. Είχα τόσο άγχος την ημέρα που θα την έβλεπα για πρώτη φορά. Βγήκαμε, μιλούσαμε σαν να γνωριζόμαστε χρόνια και στο τέλος της βραδιάς φιληθήκαμε. Βγήκαμε και το επόμενο βράδυ και σχεδόν δεν το πίστευα ότι ενώ ήταν στο πόδι από τις 8 το πρωί μέχρι τις 8 το βράδυ ήθελε κι εκείνη να με δει όσο ήθελα κι εγώ. Μετά; Αυτή γύρισε Σέρρες κι εγώ τα έκανα σκατά. Άρχισα να της φέρομαι περίεργα και να απομακρύνομαι, επειδή πραγματικά ένιωθα πως ήθελα να είμαι μαζί της, αλλά δεν υπήρχε μέλλον με την απόσταση. Δεν μπόρεσα ποτέ να της το εξηγήσω, επειδή ένιωθα pathetic που σκεφτόμουν τόσο μακριά για εμάς σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Μου το έδειξε ότι στεναχωρήθηκε και το ένιωσα κι εγώ, αλλά δε διορθώνεται αυτό που έκανα. Προσπάθησα να την ξαναπλησιάσω, αλλά νιώθω να μου βάζει όρια. Καλά να πάθω.

 

Γράφει ο Α. 

Τα είχε με τον αδερφό του κολλητού μου. Δεν ήμασταν φίλοι με το παιδί, αλλά βγαίναμε συχνά μαζί. Εγώ γενικά την ήθελα πολλά χρόνια, αλλά ποτέ δεν έτυχε να της την πέσω. Μια είχα σχέση εγώ, μια αυτή. Ε, όταν χώρισε με τον τύπο, της έστειλα το πρώτο μήνυμα. Ένα γειά είχαμε μέχρι τότε και της φάνηκε περίεργο που βρήκα το θάρρος. Μου πήρε έναν χρόνο για να την πείσω να πάμε για φαγητό και ήρθε μόνο όταν την έπεισα πως οι προθέσεις μου ήταν καθαρά φιλικές. Ίσως και να την έκανα να πιστεύει ότι θα της έλεγα κάτι για τον πρώην της. Βγήκαμε και πραγματικά ήλπιζα να είναι βαρετή, να μην περάσουμε ωραία και να ξενερώσω. Περάσαμε όμως τέλεια και τελικά ένιωσα πως με αυτή την κοπέλα δεν ήθελα μόνο να περάσω καλά, ήθελα να κάνω σχέση. Έλα όμως που αυτή ούτε να το ακούσει. Δε σταμάτησα να την πολιορκώ έναν ολόκληρο χρόνο, ενώ παράλληλα είχα και τον πρώην της να μου μιλάει για αυτή όλη την ώρα. Δεν ένιωθα καλά εννοείται, αλλά δεν μπορούσα και να του πω ότι ερωτεύτηκα αυτή που παράτησε πριν δύο χρόνια. Και στην τελική να μην την παρατούσε, πληρώνονται αυτά. Τα φτιάξαμε. Τέσσερα χρόνια μείναμε μαζί, στα κρυφά. Δεν το έμαθε κανένας. Ούτε αυτή ήθελε να μαθευτεί, ούτε εγώ μπορούσα να κάνω αυτή την άβολη συζήτηση με τον κολλητό μου και τον αδερφό του. Δεν ξέρω αν είμαι ο μαλ@κας της υπόθεσης, πάντως δεν το μετανιώνω.

 

Θυμάται η Ν. 

Μιλούσαμε στο Instagram χωρίς να γνωριζόμαστε προσωπικά. Μιλούσαμε όμως τόσο πολύ που τελικά ένιωθα ότι τον ήξερα πολύ καλά. Τον ερωτεύτηκα όσο δεν πάει, ήθελα να τον δω από κοντά. Δεν είχαμε κάνει ποτέ καμία συζήτηση που να έδειχνε ότι με ήθελε, το ένιωθα όμως. Ήξερα πως εκείνος θα ήταν σεζόν στη Ζάκυνθο από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο (και δεν είχα καθόλου υπομονή να περιμένω να τελειώσει η σεζόν για να γνωριστούμε από κοντά). Στις συζητήσεις μας άφηνε να εννοηθεί πως είναι single. Δεν μπορούσα να ξέρω αν έλεγε αλήθεια, εγώ πάντως ήθελα να τον δω από κοντά κι ας έτρωγα άκυρο. Μόλις τελείωσε η εξεταστική, έκλεισα εισιτήριο για Ζάκυνθο και αφού μου έστειλε την καθιερωμένη μας καλημέρα, με ρώτησε τι κάνω και πού βρίσκομαι. Του έστειλα φωτογραφία και του είπα πως είμαι στο αεροδρόμιο και πως πάω να τον δω για το Δευτερότριτο (τις Δευτέρες είχε ρεπό και τις Τρίτες δούλευε από τις 6 και μετά). Τα έχασε, ήρθε να με πάρει από το αεροδρόμιο (τελικά ήταν όντως single, όπως αποδείχτηκε), ήταν αρκετά μαγκωμένος, αλλά εγώ δεν καταλάβαινα. Του είπα ότι μου άρεσε κι ότι είχα έρθει για να τον δω και να περάσουμε καλά ένα διήμερο. Τελικά δε χρησιμοποίησα ποτέ το εισιτήριο της επιστροφής, έμεινα μαζί του και έπιασα δουλειά στο εστιατόριο που δούλευε.

Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.