Ρωτώντας πας στην Πόλη αλλά μαθαίνεις και πράγματα που κανένα google ποτέ δε θα σου πει. Μυστικά ματζούνια, ερωτήσεις κάπως άβολες ή αδιάκριτες, απορίες για τις μεγάλες ώρες, τιπς για τη δουλειά ή συνταγές ξεχασμένες, ό,τι δεν ήξερες ότι ήθελες να μάθεις, θα στο πουν τα μικρά μας ρεπορτάζ.

 

Μας διηγείται ο «Μ»:

Βρήκα κάτι άλλο και δεν ήξερα πώς να το πω. Επέλεξα λοιπόν να αποφύγω την αμηχανία κι απλώς να την αφήσω να καταλάβει πως δε θα συνεχιστεί η επικοινωνία. Η αλήθεια είναι πως εφόσον δεν είχαμε βρεθεί από κοντά δεν ένιωθα ότι χρωστάω και καμιά εξήγηση, απλά σταμάτησα να στέλνω. Έστειλε δυο-τρεις φορές μετά απ’ αυτό, όμως δεν το άνοιξα. Στην αρχή είπα πως απλώς θα το κάνω αργότερα, μετά απλώς πέρασε ο καιρός και δεν έγινε.

 

Μας αναφέρει η «Ε»:

Ερχόταν συνέχεια εκεί όπου δούλευα και μου κέντρισε πολύ το ενδιαφέρον, στην αρχή. Εμφανιζόταν με όμορφα, ακριβά ρούχα και πάντα περιποιημένος, -μόνο με κοστούμι δεν ερχόταν! Ένα πρωινό, ήρθε και μου ζήτησε το τηλέφωνό μου. Κανονίσαμε ραντεβού και το πρώτο σοκ το έπαθα όταν μπήκα στο αυτοκίνητό του, το οποίο βρομούσε και κολλούσε από τη νικοτίνη. Ο ίδιος μύριζε αφόρητα και είχε έρθει με μια λερωμένη φόρμα. Φανταστείτε ότι του είχα πει να βρεθούμε μετά από ώρες για να προλάβουμε να ετοιμαστούμε με την ησυχία μας (που να βιαζόταν κιόλας). Όταν καθίσαμε, ξεκίνησε να μου λέει ότι έχει πολλά έξοδα και δεν έβγαινε οικονομικά τελευταία. Να μη σας τα πολυλογώ, τον κέρασα κιόλας. Ρώτησε τι θα κάναμε και μετά τον καφέ και του είπα πως ο καθένας θα πήγαινε σπίτι του. Έπειτα απλά εξαφανίστηκα. Ποσό ευγενικά μπορεί κανείς να πει σε κάποιον άλλον να πλυθεί; Πήρε τηλέφωνα, πέρασε από το μαγαζί κι εγώ τίποτα. Κάποια στιγμή μάλλον το πήρε απόφαση ότι δε θα εμφανιστώ.

 

Μας εκμυστηρεύεται ο Παντελής:

Η αλήθεια είναι πως δεν είχα σκοπό να το κάνω καθώς περνούσαμε πολύ καλά μαζί. Μετά την τρίτη φορά που βγήκαμε όμως άρχισε να φέρεται περίεργα. Με έπαιρνε τα διπλά τηλέφωνα από πριν, μου έστελνε συνέχεια μηνύματα, memes, βίντεο με γάτες, άκυρα πράγματα και το χειρότερο όλων ήταν ότι άρχισε να λέει μεγάλα λόγια, τύπου «είσαι ό,τι καλύτερο έχω συναντήσει στη ζωή μου» και «με αλλάζεις ως άνθρωπο», (wtf). Της εξήγησα ότι νιώθω άβολα αλλά αυτή τα ίδια. Μετά άρχισε να με λέει δεσμοφοβικό, αλλά θεωρούσε πως θα με αλλάξει. Ε, δεν ξανάνοιξα μήνυμά της κι ησύχασα.

 

 

Μας αναφέρει ο «Χ»:

Λοιπόν, πρακτικά έκανα match με μια κοπέλα στο Tinder, μιλούσαμε μια εβδομάδα και κανονίσαμε ραντεβού σ’ ένα μαγαζί στο κέντρο. Της λέω «θα είμαι με αμάξι, θες να περάσω να σε πάρω»; Μου λέει «όχι, θα κατέβω με τα πόδια». Είχαμε ραντεβού στις 9. Στις 9 στέλνω μήνυμα ότι έφτασα. Πάει 9:15, πάει 9:30, πάει 10:00, τίποτα, φυσικά δεν απαντούσε στα μηνύματα. Στις 11 μου στέλνει μήνυμα «χίλια συγγνώμη με πήρε ο ύπνος» μαζί μ’ ένα ένα κατεβατό με απολογίες. Μου λέει να βγούμε ξανά. Ραντεβού στις 10, σ’ ένα μπαρ στα Λαδάδικα
Πάλι δεν ήθελε να πάω να την πάρω και φυσικά δεν είχα κανένα θέμα. Φτάνω στο μαγαζί και περιμένω. «Άντε πάλι τα ίδια» σκέφτομαι κι εκείνη έρχεται στις 11. Μου ζητάει χίλια συγγνώμη και μου αναφέρει πως άργησε το λεωφορείο. Λέω εντάξει άνθρωποι είμαστε
Στις 12 μου λέει ξανά «Χίλια συγγνώμη, πρέπει να φύγω γιατί έχω κανονίσει με μια παρέα, γιατί είχα ξεχάσει ότι θα βγούμε.»

Αφού ξεπαγώνω από το σοκ, γυρνάω σπίτι, και την μπλοκάρω. Κάνει 2ο προφίλ μου στέλνει, μου ζητάει ξανά συγγνώμη, μου εξηγεί ότι δεν ήθελε να πάνε έτσι τα πράγματα κι ότι θέλει να ξαναβγούμε. Προφανώς, σταμάτησα να της απαντάω. Αντιδρούσε σε στόρι, απαντούσε, την άφηνα στο διαβάστηκε, μου ζήτησε να βγούμε ξανά και δεν απάντησα καν. Ακόμη καμιά φορά στέλνει…μιλάει μόνη της.

 

Μας διηγείται η «Α»: 

Έχω έναν συμφοιτητή, ο οποίος θέλει να τελειώσει τη σχολή του «γρήγορα», σε αντίθεση μ’ όλους τους υπόλοιπους πληβείους που θέλουμε να μείνουμε σ’ αυτή φορέβερ. Νόμιζα ότι ήταν φίλος μου αλλά εκείνος σταμάτησε εντελώς να βγαίνει μαζί μου και την παρέα μας για τον λόγο που προανέφερα. Κάθε μα κάθε μέρα, μου έστελνε μηνύματα και μ’ έπαιρνε τηλέφωνα για να του δώσω σημειώσεις ή να του εξηγήσω κάτι. Μέσα σε μία μέρα μ’ είχε πάρει 7 φορές τηλέφωνο. Και δεν είναι το πρόβλημα το πρήξιμο, το πρόβλημα είναι η αχαριστία του και το ότι 3 χρόνια δεν άκουσα ούτε ένα ευχαριστώ, ποτέ. Εν τέλει, τον γκόσταρα -κι ας μην ήταν γκόμενος- και σταμάτησε να με πρήζει.

Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου