Οι πανελλήνιες ήταν ως επί το πλείστον ένα «κακό» όνειρο για όλους, όμως θα οδηγούσαν σε κάτι πολύ ωραίο, που φανταζόσουν και περίμενες για τουλάχιστον ένα χρόνο. Βασικά, ήταν η μόνη σκέψη που σε έκανε να υπομένεις και να επιμένεις, για να ζήσεις αυτήν την πολυπόθητη φοιτητική ζωή.

‘Ερχεται, λοιπόν, η μέρα που μαθαίνεις πως περνάς σε μια άλλη πόλη και δεν ξέρεις αν χαίρεσαι ή αν λυπάσαι. Σκέφτεσαι, πως είναι ένα καινούριο ξεκίνημα, νέες παρέες, άλλη πόλη και έχεις την ευκαιρία να τα πάρεις όλα από την αρχή. Από την άλλη αφήνεις πίσω τους φίλους, την αγαπημένη πόλη, τη σχέση, το σπίτι σου. Και ξαφνικά νιώθεις μια αγωνία. Κι αν τα χάσεις όλα αυτά; Ή αν απλώς ξεθωριάσουν, αφού πλέον δε θα υπάρχει η καθημερινή επαφή; Βέβαια, στη συνέχεια αντιλαμβάνεσαι πως ο,οτιδήποτε  θέλει να κρατήσει, θα το κάνει όπως και να ‘χει και θα γίνει δυνατότερο.

Μετά απ’αυτό, φτάνει η στιγμή που ετοιμάζεσαι να πας στο μέρος που θα περάσεις τα υπόλοιπα, τουλάχιστον, τέσσερα χρόνια και να βρεις το πρώτο δικό σου σπίτι. Κυρίως, ανυπομονείς να κρατήσεις τα κλειδιά σου στα χέρια. Ύστερα, δοκιμάζεις τη συγκατοίκηση κι ας έχεις επιφυλάξεις, αφού ίσα που γνωρίζεσαι με τα άτομο που θα ξεκινήσετε μαζί ένα όμορφο κεφάλαιο. Γνωρίζεστε, λοιπόν, μέσα από το βαρετό καθάρισμα και τη γουστόζικη διακόσμηση που πρέπει να επιλέξετε για το σπίτι σας.

Στο πανεπιστήμιο συναντάτε πολλούς ακόμη ψαρωμένους πρωτοετείς και νιώθετε λίγο πιο άνετα γιατί εσείς έχετε ο ένας τον άλλον, θα μπορούσε να είναι και χειρότερα, σκέφτεστε. Εκεί κάνετε τις πρώτες παρέες και κανονίζετε τις επικείμενες εξόδους. Γυρνάτε σπίτι και αρχίζουν οι αποτυχημένες προσπάθειες μαγειρικής. Μαζεύετε τα ασυμμάζευτα και τελικά αποφασίζετε πως σαν το delivery δεν έχει. Αργότερα, αποκτάτε οικειότητα και εμφανίζονται οι χαζοκαβγάδες. Και ποιος θα πλύνει τα πιάτα, ποιος θα βάλει σκούπα και, αναμφισβήτητα, η κλασσική ερώτηση που ακούς κάθε φορά όταν ετοιμάζεσαι να βγεις: «γιατί δεν πετάς τα σκουπίδια τέλος πάντων»;

Με κάποιο μαγικό τρόπο, όμως, νιώθεις πως δε θα άλλαζες αυτή τη μόνιμη παρέα, ακόμη και το σπαστικό πρωϊνό ξύπνημα, κι ας είναι από τα πιο ενοχλητικά πράγματα που μπορεί να σου κάνει κάποιος. Αναλαμβάνετε ευθύνες και πληρώνετε λογαριασμούς. Ναι, ναι νωρίτερα ούτε κατά πού πέφτει η ΔΕΗ δε ξέρατε. Αλλά, το σημαντικότερο είναι πως μοιράζεστε τα πάντα, όλες τις ανησυχίες και όλες τις σκέψεις σας. Τα προαναφερόμενα, βέβαια, οδηγούν σε κάτι τόσο καμμένα και, ταυτόχρονα, υπέροχα βράδια, αφού αποφασίζετε να αφήσετε στην άκρη όλα τα υπόλοιπα, κι ας είναι πέντε η ώρα το χάραμα και να πάτε για ποτό. Άλλες φορές, μπορεί να αράξετε, απλώς, στο μπαλκόνι με μπίρες, μουσική και να συζητάτε από το αν οι τέντες του απέναντι είναι μπεζ ή κίτρινες μέχρι για το αν τελικά μπήκατε στη σωστή σχολή.

Πέρασαν ήδη μπόλικα εξάμηνα κι έχετε κάνει φίλους και, μάλιστα, καλούς. Οι αρχικές ανησυχίες σας έχουν γίνει ωραίες αναμνήσεις. Παρ ’όλα αυτά, χαμογελάτε όταν τις θυμάστε και αναρωτιέστε πώς γίνεται να πέρασε τόσος καιρός. Αισθάνεστε ευγνώμονες που βρεθήκατε κατά τύχη και συνειδητοποιείτε πως εκείνη τη φορά ήταν με το μέρος σας. Δεν υπάρχει περίπτωση να σταματήσετε να μένετε μαζί, άλλο που δε νιώθετε μόνες πλέον, και που σου έχει χαλάσει την αγαπημένη σου καφετιέρα λόγω αφηρημάδας.

Ναι, ναι, δεν υπάρχει τίποτα πλέον που να μη συγχωρείς.

Συντάκτης: Χρύσα Τικοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Κεχαγιά