Από μικρά παιδιά μάς μαθαίνουν καλούς τρόπους και μας δίνουν συμβουλές σχετικά με το πώς πρέπει να φερόμαστε στους άλλους και πώς να προσαρμοζόμαστε σε διαφορετικές κοινωνικές περιστάσεις, πράγμα απαραίτητο για την ομαλή ένταξη του ανθρώπου στην κοινωνία. Γνωρίζουμε λοιπόν πως πάντα θα υπάρχουν εκείνα που επιτρέπεται να πεις και εκείνα που θεωρούνται ταμπού ενώ ανάλογα με το πού βρίσκεσαι και ποιον έχεις απέναντί σου υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που επιτρέπονται και άλλα που θεωρούνται απαγορευτικά.

Με την πάροδο του χρόνου και καθώς έχεις εσωτερικεύσει πλήρως τους κανόνες κοινωνικής ευπρέπειας στους οποίους εκτίθεσαι για χρόνια, όλα όσα έχεις μάθει επηρεάζουν και το συναίσθημά σου, είτε το θέλεις είτε όχι. Χωρίς να το συνειδητοποιείς πάντα, κατηγοριοποιείς μέσα σου τα συναισθήματα σου και σε μια προσπάθεια να τα ελέγξεις, καταλήγεις να μη νιώθεις. Η απάθεια αυτή μπορεί να σε χαρακτηρίζει σε όλους τους τομείς της ζωής σου. Από την επαγγελματική σου ζωή έως τη σχέση σου με τους φίλους και τον άνθρωπό σου.

Αυτό ωστόσο που πρέπει να θυμάσαι είναι πως είναι κουλ να νοιάζεσαι. Ακόμη κι αν πολλές φορές οι σύγχρονοι ρυθμοί ζωής σού δείχνουν το αντίθετο, το να νοιάζεσαι είναι περισσότερο μια μορφή δύναμης παρά αδυναμίας και ένα γνώρισμα που δυνητικά μπορεί να σε ξεχωρίσει από πολλούς. Νοιάζονται άλλωστε οι άνθρωποι που δε διστάζουν να τσαλακωθούν και να ξεπεράσουν οποιονδήποτε φόβο έκφρασης για να δείξουν τα συναισθήματά τους, είτε πρόκειται για αρνητικά, όπως είναι ο θυμός είτε για θετικά, όπως είναι ο ενθουσιασμός και η αγάπη.

Επιπλέον, από το να σε χαρακτηρίζει η απάθεια που πολλές φορές μπορεί να αγγίζει ακόμη και τα όρια της αδιαφορίας, είναι προτιμότερο να νοιάζεσαι, ακόμη και αν εκτίθεσαι υπερβολικά κάποιες φορές. Στην τελική είναι καλό να θυμόμαστε πάντα πως η απάθειά μας απέναντι στο διπλανό που μπορεί να υποφέρει και να έχει την ανάγκη μας, απέναντι στην κοινωνία που πάντα έχει ανάγκη από ανθρώπους πρόθυμους να προσφέρουν αλλά ακόμη και προς τον ίδιο μας τον εαυτό όταν αδυνατούμε να αναγνωρίσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε και να κάνουμε κάτι γι’ αυτά αποτελεί περισσότερο ελάττωμα παρά προτέρημα.

Δεν είναι λίγες οι φορές ακόμη που αδυνατούμε να συμπονέσουμε και να συναισθανθούμε, τόσο ώστε στον υπόλοιπο, μη απαθή κόσμο, η στάση μας να μοιάζει με καθρέφτισμα μιας εγγενούς αγένειας στην καλύτερη των περιπτώσεων ή αποτέλεσμα μιας διαπαιδαγώγησης στην οποία η αγάπη και οι καλοί τρόποι δεν υπήρξαν προτεραιότητα. Επομένως, ενώ μέσω της απάθειας προσπαθούμε ουσιαστικά να πλασάρουμε τον εαυτό μας με τρόπο θετικό, πολλές φορές επιτυγχάνουμε το ακριβώς αντίθετο.

Αν λοιπόν θεωρείς πως τελευταία σε χαρακτηρίζει μεγαλύτερη απάθεια απ’ όσο θα ήθελες, θα ήταν καλό να αναλογιστείς αν σε ικανοποιεί η κατάσταση αυτή ή αν νιώθεις την ανάγκη να αλλάξεις στάση και -γιατί όχι;- ακόμη και κοσμοθεωρία. Στην τελική αν για χρόνια προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως τίποτα δε σε αγγίζει, δε σε συγκινεί ή τουλάχιστον δε σε εκνευρίζει, το μόνο που θα καταφέρεις θα είναι να χάσεις ουσιαστικές στιγμές. Κλείνοντας με τα λόγια του Oscar Wilde «Το να ζεις είναι το πιο σπάνιο πράγμα στον κόσμο. Οι περισσότεροι άνθρωποι απλώς υπάρχουν». Καθώς λοιπόν ζωή χωρίς συναισθήματα και έντονες συγκινήσεις δεν είναι κάτι άλλο πέρα από επιβίωση, καλό θα ήταν να επανεξετάσεις κατά πόσο μια απαθής στάση απέναντι στους πάντες και τα πάντα σε εξυπηρετεί και σε βοηθά να δημιουργήσεις  μια γεμάτη ζωή.

Συντάκτης: Νεφέλη Μπαντελά
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.