Τα πιο ηχηρά «άντε γαμήσου», είναι εκείνα που λέγονται ήρεμα και τελευταία. Τότε που τα αισθήματα σκουριάζουν και δε φοβούνται τις απώλειες και τις φθορές.

Αυτό το τέλος έρχεται. Άλλοτε αργά και άλλοτε γρήγορα, όμως έρχεται.

Τα «δε θα σε ξεχάσω ποτέ» έχουν αναγραφόμενη ημερομηνία λήξης στον πάτο. Αυτό το «ποτέ» δεν κρατάει περισσότερο από τρία χρόνια. Έτσι είναι κατασκευασμένοι οι άνθρωποι και τα συναισθήματα. Κάποτε και η ψυχή μπουχτίζει τους έρωτες χωρίς ανταπόκριση, το ποδοπάτημα των αδυναμιών μας, τις κραυγές που πνίγουμε από φόβο και τότε παύουν όλα να γράφουν με ανεξίτηλο μελάνι.

Ξεθωριάζουν, βαριούνται μετανιώνουν οι καρδιές και αποχωρούν. Μέχρι τρία χρόνια, ποτέ παραπάνω.

Χάνουν τον ορισμό τους οι λέξεις που δεν είπες, γεμίζουν μπαλώματα οι στιγμές και στο τέλος τρυπάνε. Τίποτα δε μένει καινούργιο για πάντα.

Ακόμη και η ανάσα που με κόπο κράταγες πίσω από πόρτες που δε θα άνοιγαν ποτέ, σκάει.

Όλα γίνονται ανάγκη επιβίωσης. Τότε είναι που εισπνέεις με μανία όλο τον αέρα που έχανες πιο πριν. Γίνονται γρήγορες οι ανάσες δυναμικές εισπνοές και τότε ο άλλος τις ακούει αλλά πλέον είναι πολύ αργά.  

Δε σε νοιάζει να ανοίξουν πόρτες, δε σε νοιάζει να ακουστείς, δε σε νοιάζει να παρεξηγηθείς.

Δεν υπάρχει λοιπόν «για πάντα» κι αν γυρίσουμε και κοιτάξουμε τα μεγάλα κολλήματα του παρελθόντος, θα διαπιστώσουμε ότι κανένα δεν κράτησε πάνω από τρία χρόνια. Όσες προσπάθειες κι αν κάναμε να το συντηρήσουμε, όσα παγάκια κι αν ρίχναμε για να διατηρηθεί για λίγο ακόμα.

Είναι σαν κάποια δύναμη να βάζει το χρονοδιάγραμμα και να τελειώνει τις τελειωμένες καταστάσεις, εκείνες που δεν ξεκίνησαν ποτέ, που έμειναν στα λόγια και στο βρεγμένο μαξιλάρι των μονών κρεβατιών μας, τις νύχτες.

Αυτή η δύναμη δεν αντέχει να μένει στην αφάνεια και στα τρία χρόνια ενεργοποιείται, αλήθεια σας το λέω. Μαζί με την ενεργοποίηση της φέρνει νέους έρωτες, φίλους και ξεδιπλωμένες αλήθειες. Φέρνει και εσένα με νέο πρόσωπο, που δε θυμάται πια και δε θέλει.

Κάπου εκεί αρχίζουν οι αλλαγές ρόλων και ο θύτης γίνεται θύμα. Παρακαλάει, απαιτεί, ζητάει, δεν αντέχει να χάσει τα κεκτημένα, αντιστρέφει τους ρόλους. Το αεροπλάνο όμως ήδη κάνει το ταξίδι του ανάμεσα στα σύννεφα ενώ εκείνος μένει να το κοιτάζει από μακριά. Η πτήση που τόσα χρόνια λαχταρούσες και ανέβαλες, έχει επιτέλους πραγματοποιηθεί κι είσαι ήδη αλλού.

Από τα ηχεία του αεροδρομίου ακούγεται δυνατά «ο τελευταίος επιβάτης της πτήσης Α23 με προορισμό τη φαντασία, μόλις έχασε το αεροπλάνο και να πάει να γαμηθεί». Είναι δικιά σου η φωνή του εκφωνητή και το απολαμβάνεις.

Αυτός που δεν είναι τώρα, δε θα είναι ποτέ και αυτό το αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι στο ορόσημο των τριών χρόνων.

Μαγικός αριθμός το τρία και στον έρωτα και στην ίασή του.

Τα ερωτικά κολλήματα και οι σχέσεις χωρίς ανταπόκριση είναι μόδες και οι μόδες δεν κρατούν. Είναι αερικά, έρχονται και φεύγουν. Μας δροσίζουν, μας εντυπωσιάζουν, μας ταλαιπωρούν και χάνονται.

Όταν έχεις υποφέρει από κάτι πολύ, σου έχει φάει χρόνο, σε έχει εκμεταλλευτεί, σε έχει πατήσει, τότε είναι που η στιγμή της αναχώρησης έχει τη λάμψη πυροτεχνήματος.

Άλλωστε όταν το πήδημα δεν έχει συναίσθημα κάποτε ξεθωριάζει. Θέλουν δύο τα συναισθήματα, όχι έναν. Θέλουν μοίρασμα, στιγμές, χρόνο.

Έρχεται κάποτε η στιγμή και το καταλαβαίνουμε. Το τρία είναι σημαδιακός αριθμός που σηματοδοτεί την έναρξη του χαστουκιού που σε οργανώνει.

Όλοι γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει τίποτα ανεξέλεγκτο· παντού υπάρχουν όρια, που όσο κι αν αγνοούμε, κάποτε μπαίνουν τα ίδια μπροστά και ησυχάζουμε.

Είναι όπως ο έρωτας και ο έρωτας χωρίς ανταπόκριση. Στον πρώτο εκείνος σε χαϊδεύει στο πόδι και το άγγιγμα του είναι συναρπαστικό, αργότερα το ίδιο χάδι αρχίζει και μοιάζει με γάντι κουζίνας. Πλαστικό και ενοχλητικό.

Στο δεύτερο το ίδιο χέρι στην αρχή έχει αγκάθια που γρατζουνάνε, αργότερα όμως είναι αόρατο, εξαφανίζεται, χαλάει.

Να αθωώνεις τα συναισθήματα σου, να τα αγαπάς ακόμη και όταν σε πονάνε γιατί είναι εκείνα που θα σε δικαιώσουν στο μέλλον.

Όμως μην τα σπαταλάς σε ανούσιες ιστορίες, σε απόλυτα «για πάντα», σε ανέφικτα ποτέ και σε αόρατους ανθρώπους. Γιατί τα τρία χρόνια είναι πολλά κι αν για παράδειγμα, τώρα είσαι είκοσι επτά ετών τότε θα είσαι τριάντα.

Συντάκτης: Πέννυ Πηττά