Το ξεκίνημα μιας σχέσης ανάμεσα σε δύο ανθρώπους, ξεκινάει με τη θέλησή τους να βροντοφωνάξουν «ευχαριστώ» στην τύχη που τους χτύπησε την πόρτα. Συναισθήματα ενθουσιασμού και χαράς σηματοδοτούν μια νέα αρχή που ίσως σημαίνει και τη λήξη παλαιότερων κεφαλαίων -μάλλον μαυρισμένων από τα γεγονότα που τα συνόδευσαν. Τι γίνεται όμως όταν στην αρχή της σχέσης μας πιάνει το χτικιό, να κρύψουμε τη χαρά μας; Αυτή μπορεί να μην είναι μια αναμενόμενη γενικά συμπεριφορά, αλλά σίγουρα συμβαίνει και το βέβαιο είναι πως οι αιτίες είναι πολλές, κι ίσως τις βρούμε σε κουτάκια του παρελθόντος.

Η λογική του «σ΄αγαπώ, αλλά δε θα στο φωνάξω κιόλας», ίσως να ξεκινά από την ανασφάλεια της αρχής. Αυτήν την περίοδο όπου δύο άνθρωποι νιώθουν την απόλυτη ευτυχία, αλλά υπάρχει εκείνη η υφέρπουσα φοβία ενός άδοξου τέλους, μιας στραβής που μπορεί να έρθει και να γκρεμίσει κάτι το οποίο ακόμα καλά-καλά δεν μπορούν να το αποκαλέσουν σταθερό.

Έτσι επιλέγεις εσύ να ζεις με τον δικό σου περίεργο τρόπο και πίσω από την πόρτα που κλειδώνει, χαρίζεις τις αγκαλιές σου. Αλλά η ολοκλήρωση του να μοιραστείς τη χαρά σου δε σε βρίσκει σε θέση δεκτική. Συμβαίνει πολλές φορές, να αισθανόμαστε πως όταν τα βλέμματα του κόσμου στρέφονται πάνω σε κάτι που θεωρούμε σημαντικό, αυτό αρχίζει και τσαλακώνεται. Κι έτσι όταν ζούμε αυτόν τον έρωτα, χιλιάδες σκέψεις  κάνουν παρέλαση στο μυαλό μας, από τις πιο χαζές μέχρι τις πιο σοβαρές. Η αρνητική ενέργεια, ο φόβος της έκθεσης, τα παρελθοντικά τραύματα, όλα συνωμοτούν ώστε να υιοθετήσεις την τακτική «τα εν οίκω μη εν δήμω», με το πρόσχημα πως καλά είστε στην ησυχία σας.

 

 

Από την άλλη, τι γίνεται όταν διστάζεις να παραδεχθείς την αγάπη σου ακόμα και στο ίδιο σου το ταίρι; Τι γίνεται όταν αφήνεις τις ανασφάλειές σου να πληγώνουν κι εσένα και τον άνθρωπο που σε συντροφεύει; Υποφέρετε χωρίς λόγο, στεναχωριέστε κι απομακρύνεστε, αφήνετε μια φοβία να χαλάσει ό,τι όμορφο φτιάξατε, αυτό συμβαίνει. Γιατί οι ανασφάλειες και τα τραύματα είναι εκεί, να σας υπενθυμίζουν πως παλιά λάθη δεν πρέπει να επαναληφθούν. Και όταν μιλάμε για τον φόβο μιας εξομολόγησης που το αντίκρισμα της ενδέχεται να μην είναι το ίδιο, η σκέψη να μιλήσεις, σε τρομάζει περισσότερο. Είτε από εγωισμό, είτε από το άγχος, εν τέλει δε μιλάς και μαζί με τον άλλον πληγώνεις και τον εαυτό σου.

Αυτό που γίνεται λοιπόν όλο και πιο σύνηθες πλέον, είναι να κρατάμε τα χαρτιά μας κλειστά, προστατευμένα από αδιάκριτα βλέμματα, ακόμα κι αν είναι του συντρόφου μας. Φοβόμαστε πως αν πούμε φωναχτά και με τόλμη πως την πατήσαμε, θα γκρεμίσουμε το προσωπείο του ισχυρού, θα δείξουμε ότι καιγόμαστε για αυτόν που είναι δίπλα μας. Κι αν καιγόμαστε, τι έγινε; Κι αν δεν υπάρχει πιο ευτυχισμένη συγκυρία αυτής της ζωής, από το να αφήσεις να σε παρασύρει συνειδητά και μη, το πιο χαοτικό συναίσθημα που η φύση μας χάρισε; Είναι ίσως δύσκολο να παραδεχθείς πως χάνεις τις άμυνές σου και πως γίνεσαι ευάλωτος για τα μάτια κάποιου άλλου, αλλά αξίζει. Και είναι ακόμα πιο δύσκολο και άδικο για σένα να σκέφτεσαι πως κάτι το οποίο δημιούργησες μαζί με αυτόν που αγαπάς ίσως χαλάσει εξαιτίας τρίτων.

Σε μια πολύ απλή ανάλυση όμως, τα νέα είναι ενθαρρυντικά. Οι σχέσεις φθείρονται όταν αυτοί που τις απαρτίζουν δεν τις οχυρώνουν σωστά, με ειλικρίνεια και θέληση. Ο φόβος επίσης, θα πρέπει να είναι προνόμιο εκείνων που κάνουν κατάχρηση της λέξης αγάπη σε σχέσεις συμβατικές, που μοιάζουν με ξενέρωτη νουβέλα. Αντίθετα, αυτοί που δεν πρέπει να φοβούνται είναι εκείνοι που και το νιώθουν, και το εννοούν το «σ’αγαπώ», που το κουβαλάνε στο πετσί τους.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Αλίκη Μουσμούλα
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου