Οι άνθρωποι πληγώνουν, αναπόφευκτα και αδιάκοπα, για αυτό και πολλοί επιλέγουν να διατηρούν μια γενικότερη αμυντική στάση ακόμη και στις πιο όμορφες σχέσεις που ζουν. Το να διαχειριστείς το αρνητικό συναίσθημα που προέρχεται από ανθρώπινη διάθεση, λόγια και πράξεις είναι πολύ πιο επώδυνο από το αντιμετωπίσεις μια αντικειμενικά άσχημη συνθήκη ή κατάσταση. Ο πόνος σου έχει πρόσωπο, όνομα και χαρακτηριστικά που λάτρεψες, για αυτό είναι και τόσο δύσκολο να ανταπεξέλθεις στη συνθήκη κατά την οποία αυτό που αγάπησες τόσο, σου γεννά τώρα κάτι αρνητικό.

Σε καταστάσεις που μας ενοχλούν, ο καθένας αντιδρά διαφορετικά κι αυτό εξαρτάται από τον χαρακτήρα μας αλλά και από τον τρόπο που έχουμε μάθει να διαχειριζόμαστε τα αρνητικά μας συναισθήματα. Μια από τις πιο κοινές ανάγκες ωστόσο, που συναντώνται σε αρκετά μεγάλο ποσοστό εκεί έξω, είναι η ανάγκη να ανταποδώσεις. Να πληγώσεις εξίσου αυτόν που σε πλήγωσε. Κι όμως δεν είναι εκδικητική η διάθεση, ίσως περισσότερο αμυντική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.

Ο εσωτερικός κόσμος μας επηρεάζει τον τρόπο που σκεφτόμαστε και φυσικά έχει αντίκτυπο και σε μεγάλο μέρος της γενικότερης συμπεριφοράς μας. Έτσι, ακόμη κι αν από τη φύση μας είμαστε άτομα που προσπαθούμε να προκαλούμε το λιγότερο δυνατό πόνο στους άλλους, όταν πληγωνόμαστε συχνά αντιδρούμε με τρόπο που δε μας χαρακτηρίζει. Είναι πολύ πιθανό να θέλουμε να κάνουμε τον άλλο να νιώσει όπως κι εμείς. Η ανάγκη αυτή δεν έγκειται στο να πληγώσουμε και να πονέσουμε το συγκεκριμένο πρόσωπο, μα πιο πολύ στο «να το βάλουμε στη θέση μας, να δει πόσο άσχημα μας έκανε να νιώσουμε» και ίσως, υποσυνείδητα, ελπίζουμε πως θα επανορθώσει και θα μας βοηθήσει να νιώσουμε και οι ίδιοι καλύτερα.

Το ότι κάποιος σε πλήγωσε σημαίνει πως νιώθεις πολλά για αυτόν, για αυτό άλλωστε και του έδωσες το χώρο και το «δικαίωμα» να επηρεάσει τα συναισθήματά σου. Επομένως, το πρόσωπο για το οποίο κάνουμε λόγο είναι άτομο που αγαπάς και νοιάζεσαι. Ποια η λογική του να θες να το φερθείς άσχημα; Και ποιος είπε πως στα ζητήματα όπου εμπλέκεται το συναίσθημα μπορεί να συνυπάρξει η λογική; Άλλωστε, το ότι προσπαθείς να εκμεταλλευτείς κάθε ευκαιρία για να κάνεις τον άλλο να νιώσει όπως εσύ, δε σημαίνει πως δεν πονάς διπλά με αυτό. Εάν το συγκεκριμένο άτομο σε έφερε σε αυτή τη θέση με κάποια λόγια ή συμπεριφορά του, το να το φέρεις σε εξίσου δύσκολη θέση με τη δική σου στάση, σου προκαλεί πόνο διπλό. Κι όμως συνεχίζεις, δε σταματάς. Είναι η ανάγκη για λύτρωση κι ας ξέρεις πως το αποτέλεσμα έχει εντελώς αντίθετο αντίκρισμα από αυτό που επιθυμείς.

Το να πληγώσεις αυτόν που σε πόνεσε σε κάνει να νιώθεις καλύτερα, μα είναι παροδικό. Πολύ παροδικό. Ίσως κάποια στιγμή μονάχα, σαν σκέψη περνά πως δεν είσαι θύμα αλλά και θύτης ταυτόχρονα. Είναι η ανάγκη του ανθρώπου να φαίνεται δυναμικός και ανεξάρτητος. Να είναι ο νικητής κι όχι ο ηττημένος. Να αποδεικνύει ότι μπορεί να ανταπεξέλθει σε κάθε συνθήκη, πως είναι άτρωτος, πως δεν εξαρτάται από τους άλλους.

Λύση δεν είναι, σκοπό δεν έχει και κανένα απολύτως νόημα. Το να ρίχνεις κάποιον που αγαπάς, μόνο και μόνο επειδή δεν μπόρεσε να σου φερθεί όπως εσύ ήλπιζες ή θεωρείς πως άξιζες, δε θα σε ωφελήσει κάπου και το ξέρεις. Όπως επίσης ξέρεις κι ότι αν πέσεις στη λούπα, οι πιθανότητες λένε πως θα το ξανακάνεις την επόμενη φορά που κάποιος προσπαθήσει να θίξει τον εγωισμό σου, να πληγώσει τα συναισθήματά σου, αμφισβητήσει τις αντοχές και το δυναμισμό σου. Μιλάμε όμως για ανθρώπινες συμπεριφορές, γεννήθηκαν μαζί με εμάς και είναι μεγάλο λάθος το να νομίζουμε πως μπορούμε να τις αλλάξουμε αυτοστιγμεί, μπορούμε όμως να το παλέψουμε.

Συντάκτης: Ολίνα
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη