Μια από τις δυσκολότερες αποφάσεις που καλούμαστε να πάρουμε κάποια στιγμή στη ζωή μας είναι αυτή του να τελειώσεις μια σχέση. Οποιουδήποτε είδους σχέση. Φιλική ή ερωτική. Όσο κι αν έχουμε πληγωθεί, όσο κι αν πλέον δεν περνάμε καλά μέσα σε αυτή τη σχέση, το να το τελειώσουμε φαντάζει ακατόρθωτο για πολλούς λόγους.

Πρόκειται για συνθήκη που δυσκολεύει, αν όχι όλους, τους περισσότερους ανθρώπους. Λίγο περισσότερο ωστόσο δυσκολεύει εκείνους που έχουν ως γενικό τους χαρακτηριστικό ν’ αφήνουν ανολοκλήρωτες καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται. Είναι οι άνθρωποι που δυσκολεύονται να ολοκληρώσουν οτιδήποτε, όχι από άποψη σωματική ή ικανοτήτων αλλά από ψυχολογική σκοπιά. Μπορεί να θεωρηθεί ως κάποιου είδους ψυχαναγκασμός- ίσως αντίστροφος κι ελαφρώς ανορθόδοξος ψυχαναγκασμός.

Σ’ αυτή την κατηγορία ανθρώπων εντάσσονται εκείνοι που πάντα θ’ αφήσουν κάτι στο πιάτο τους όταν τρώνε, μόνο και μόνο γιατί δε θέλουν να μείνει άδειο. Όταν πλένουν τα πιάτα, θ’ αφήσουν ένα πιρούνι άπλυτο, για να μη μείνει άδειος ο νεροχύτης. Θα ξεκινήσουν μια σειρά και το τελευταίο επεισόδιο δε θα το δουν, από επιλογή. Για να μην μπουν στη διαδικασία να συνειδητοποιήσουν πως η συντροφιά της σειράς από αύριο δε θα υφίσταται, ενώ θα δουν το τελευταίο επεισόδιο μόνο αφού διαβεβαιωθούν πως θα υπάρξει κι επόμενος κύκλος. Δε θα φάνε την τελευταία τσίχλα αν δεν αγοράσουν και δεύτερο κουτάκι. Όσο κι αν τη θέλουν, θα κρατηθούν. Δε θα ολοκληρώσουν όλες τις εργασίες στο γραφείο- θ’ αφήσουν μια πολύ μικρή και γι’ αύριο. Για να ξέρουν από πού θα ξεκινήσει η επόμενη μέρα.

Γενικά δε θα κάνουν τίποτα που θα έχει χαρακτήρα ολοκλήρωσης. Σε όλους τους τομείς. Ίσως δυσκολεύονται να διαχειριστούν το τέλος γενικότερα, ακόμη κι όταν αυτό συνεπάγεται κάτι θετικό. Δεν έχει να κάνει ίσως τόσο με την ολοκλήρωση αυτή καθ’ αυτή όσο με την επόμενη στιγμή και την απουσία εκκρεμότητας. Ίσως αισθάνονται ασφάλεια με τη ρουτίνα κι ανασφαλείς με το νέο ξεκίνημα. Γι’ αυτό και προτιμούν ν’ αφήνουν κάτι ανολοκλήρωτο, προκειμένου όταν θα έρθει η στιγμή της νέας αρχής, να έχουν προηγουμένως να ολοκληρώσουν κάτι το οποίο είναι οικείο ως προετοιμασία.

Κι αν ως ψυχαναγκασμό έχουμε μάθει να χαρακτηρίζουμε οποιαδήποτε κατάσταση που παραπέμπει σε πλήρη τάξη κι ολοκλήρωση, το αντίθετο ακριβώς είναι εξίσου ψυχαναγκασμός. Γιατί πράγματι, όσοι επιλέγουν τη μη ολοκλήρωση βιώνουν τα ίδια συναισθήματα μ’ εκείνον που θέλουν να είναι όλα ολοκληρωμένα. Ενοχλούνται με τη θέα ολοκληρωμένων καταστάσεων, όπως όταν βλέπουν όλα τα ρούχα σιδερωμένα, όσο ενοχλείται κάποιος που ευρέως θεωρείται ψυχαναγκαστικός, με το ένα και μοναδικό ασιδέρωτο μπλουζάκι.

Με παρόμοιο τρόπο αντιμετωπίζουν και τις σχέσεις τους. Προτιμούν να χαθούν με κάποιον παρά να συζητήσουν κάτι που τους προβληματίζει και να βάλουν ένα επίσημο τέλος. Προτιμούν να προσπαθήσουν να επιβιώσουν μέσα σε μια κατάσταση που δεν τους ευχαριστεί παρά να συνειδητοποιήσουν και ν’ αποδεχτούν πως η συγκεκριμένη σχέση έχει κάνει τον κύκλο της. Ακόμη κι όταν από την άλλη πλευρά ανακοινωθεί το τέλος, μέσα τους αρνούνται να το βιώσουν. Γεμίζουν με ψευδαισθήσεις κι αυταπάτες πως πρόκειται για κάτι παροδικό, για ένα τέλος που σύντομα θα ανατραπεί και θα γίνει μια νέα αρχή. Κι αν τόσο ξεκάθαρο τους το κάνεις πως πρόκειται για τέλος, από τη στιγμή που δεν υπογράφεις μπροστά τους πως σε δέκα χρόνια από σήμερα η κατάσταση δε θ’ αλλάξει, δεν τους έχεις πείσει για κάτι.

Είναι επομένως μια μίξη αντίστροφου ψυχαναγκασμού και φόβου αποδέσμευσης. Είναι ακόμη ένα χαρακτηριστικό με βαθύτερα ψυχολογικά αίτια το οποίο κάνει όποιον το φέρει να μην περνά καλά, πάντα. Είναι μια κατάσταση που όταν τη συνειδητοποιήσεις, ίσως και να προσπαθήσεις να την αλλάξεις, μα ίσως χωθείς μέσα της περισσότερο από φόβο πώς θα είσαι χωρίς αυτή.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Ολίνα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου