Προσοχή! Προσοχή! Παρακαλείσαι αν είσαι κάτω των 20 ετών κι οι Λεμπέσης, Σαμπρίνα και Γιαγκούση σου είναι άγνωστοι να βγεις απ’ αυτό το άρθρο. Ή καλύτερα μπορείς να μείνεις και να μάθεις πώς ξέραμε να περνάμε καλά εμείς εκεί στα 90s.

Τα 90s ήταν μία χρυσή εποχή για την Ελλάδα. Υπήρχαν λεφτά, η τηλεόραση μόλις είχε αρχίσει να δίνει άδειες στα ιδιωτικά κανάλια και κάθε χρόνο έβγαιναν όλο και καινούριες σειρές. Τα μπουζούκια και τα νυχτερινά κέντρα ήταν ανοιχτά έξι με εφτά μέρες την εβδομάδα και κάθε βράδυ ασφυκτικά γεμάτα. Γίνονταν ακόμα και ρέιβ πάρτι, αμέ!

Στις μουσικές σκηνές μεσουρανούσαν τα τραγούδια του Φοίβου, του Καρβέλα (κυρίως στο πλευρό της Βίσση), του Θεοφάνους και του Κορκολή. Στις πίστες γέμιζαν με λουλούδια τη Λίτσα Γιαγκούση, την Καιτούλα (τη Γαρμπή, καλέ), τον Κόκοτα αλλά και τους ΛεΠα κι Άντζελα. Όλοι είχαμε έστω και μία κασέτα του Τριαντάφυλλου που τη γυρνούσαμε με το στιλό αν τη μασούσε το κασετόφωνο -μιλάμε για ολόκληρη διαδικασία.

Στίχοι όλο νόημα όπως το «Σκάσε» του Δάντη ή το «Είμαι τρελός καουμπόι, έχω δυο μέτρα μπόι» του Λεμπέση γίνονταν τρελές επιτυχίες κι έπαιζαν παντού. Όλοι έχουμε τραγουδήσει το «Τώρα μου μιλάει, τώρα με φιλάει» της Στέλλας Γεωργιάδου κι έχουμε κάνει ύμνο μας το «Δε με αγαπάς, το ξέρω» της Βίσση.

Τα ντουέτα έδιναν κι έπαιρναν και δεν υπήρχε άνθρωπος που να μην ξέρει τις «Κατάλληλες προϋποθέσεις» της Βανδή και του Λεμπέση. Το τραγουδούσαμε κοιτώντας το αντικείμενο του πόθου μας κι έτσι του λέγαμε ότι το γουστάρουμε. Όπως και το «Καλύτερα οι δυο μας», της Βίσση με τη Γαρμπή, όλες το ‘χουμε αφιερώσει σε κάποια κολλητή μας μετά από ένα χωρισμό.

Στις αρχές των 90s υπήρχε μια ανεμελιά κι απελευθέρωση που εκφραζόταν απόλυτα απ’ τους στίχους του Χαριτοδιπλωμένου που τραγουδούσε η Μαντώ με το «Στοιχηματίζω» και η Αλέξια με τα κορίτσια που ξενυχτάνε με ένα μυστικό, ωωω. Η διαβόητη «Ρίνα Κατερίνα» κι η μικρή μέλισσα του Μπίγαλη ήταν η ροκ έκφραση της εποχής.

Στις πιο βαριές περιπτώσεις, σε χωρισμούς αγκαλιά με μία βότκα ή ένα ουίσκι σε ψηλό πάντα– ποτήρι είχε αρχίσει ο Ρέμος να εμφανίζεται κι η Ρίτα Σακελαρίου να τραγουδάει «Σώσε με, δώσ’ μου να πιω το δηλητήριο» με εμάς να δίνουμε πόνο. Οι άντρες έκαναν ύμνο τους την «Αμαρτωλή» του Κόκοτα και το «Ντύσου πρόχειρα και βγάλε το κραγιόν σου» του Κορκολή.

Το «Μπαμ και κάτω» του Λιβιεράτου μας ανέβαζε στις μπάρες και το «Μην αντιστέκεσαι» ή το «Έλα μου» του Σάκη μας έκαναν να χορεύουμε σαν τρελοί. Η Σαμπρίνα με τις «Φωνές» της μας έκανε να μελαγχολούμε και το «Άσ’ το μην ορκίζεσαι» της Γιαγκούση να κουνάμε το κορμί σαν χέλι και να φωνάζουμε ότι το έξυπνο πουλί απ’ τη μύτη πιάνεται. Σύμφωνα με τα κουτσομπολιά της εποχής, η Σοφία Αρβανίτη δεν ήθελε να ηχογραφήσει το «Μη μου μιλάς για καλοκαίρια» το οποίο της έγραψε ο τότε σύντροφος της Μιχάλης Ρακιντζής γιατί δεν πίστευε πως θα γίνει επιτυχία.

Στα τέλη της δεκαετίας εμφανίστηκαν κι οι ΟΝΕ.

Οι τότε έφηβες είχαμε έναν αγαπημένο και τους βάζαμε με σειρά προτίμησης η οποία ήταν και φανερή στις αφίσες του δωματίου μας. Το δικό τους “Last Christmas” δε, σε ελληνική εκδοχή, δεν ξεχνιέται.

Δεν είναι τυχαίο που ακόμα και σήμερα, έχοντας περάσει σχεδόν 20 χρόνια απ’ τα τέλη εκείνης της δεκαετίας, αν παιχτεί ένα τραγούδι εκείνης της εποχή σε κάποιο μαγαζί ξεσηκώνεται όλος ο κόσμος. Δεν είναι μόνο ότι καρφώνεται η ηλικία μας εκεί, απλά εκείνα τα κομμάτια αγαπήθηκαν πολύ κι έγιναν επιτυχίες που άντεξαν στον χρόνο.

Συντάκτης: Ζωή Χατζησαλάτα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη