

Αν μπορούσα θα σου ψιθύριζα λέξεις στο αυτί για ώρες.
Θα σου ομολογούσα τον έρωτά μου για σένα με όλους τους γνωστούς και άγνωστους φθόγγους.
Αν μπορούσα θα ισχυριζόμουν ότι τα σκαλοπάτια σου είναι το πιο ονειρεμένο μέρος.
Θα σε περίμενα εκεί τις ημέρες που δε θα κοιμόμουν στο πλάι σου για να είμαι ο πρώτος άνθρωπος που θα συναντούσες κάθε πρωί.
Θα κρατούσα ευλαβικά τον πρωινό καφέ σου στα χέρια και θα μόλυνα με το χαμόγελό μου τα χείλη σου.
Σαν μεταδοτικό νόσημα θα χαμογελούσες μέχρι να καλυφθεί από σκοτάδι η μέρα.
Αν μπορούσα θα ερχόμουν στη δουλειά σου να σου φέρω φαγητό και να τυλίξω τα χέρια μου σφιχτά γύρω από το κορμί σου.
Αν μπορούσα θα σε αγκάλιαζα για ώρες. Ατελείωτες ώρες.
Θα έπεφτα επάνω σου πίσω από τον καναπέ και θα γελούσες, και θα νεύριαζες γιατί θα έχανες τη στιγμή του γκολ, μα θα γελούσες.
Αν μπορούσα θα σε κοιτούσα αέναα. Θα κρυφογελούσα με τις γκριμάτσες σου και θα σου έδινα πεταχτά ανύποπτα φιλιά.
Αν μπορούσα θα μιλούσα στον Θεό για σένα.
Θα του έλεγα «ευχαριστώ».
Θα έχωνα το πρόσωπό σου στα δυο μου χέρια με όλη μου την ευγνωμοσύνη.
Αν μπορούσα θα έβαζα χρωματιστή κορδέλα στον κόσμο και θα σου τον χάριζα ολόκληρο.
Αν μπορούσα θα σήκωνα τώρα το ακουστικό για να σου πω πως αν μπορούσες θα μπορούσα να κάνω εφικτά τα ακατόρθωτα.