

Σε κοιτάζω και βλέπω
μια μισοφαγωμένη μπουκιά
μια πρόταση που κόπηκε στη μέση
ένα εισιτήριο χωρίς ημερομηνία.
Δεν ήξερες ποτέ τι θέλεις.
Θέλεις να φύγεις, αλλά μένεις.
Θέλεις να μείνεις, αλλά φεύγεις.
Θέλεις να αγαπήσεις, αλλά βαριέσαι.
Θέλεις να είσαι μόνος, αλλά το τρέμεις.
Οι ζωή σου γεμάτη ανθρώπους σαν τα σβησμένα τσιγάρα.
Εκείνα, που γεμίζουν το τασάκι σου και δεν τα καπνίζεις ως το τέλος.
Τα αφήνεις να σβήσουν μόνα τους
και όταν έβλεπες ότι δεν καίνε πια,
τα κοιτούσες περίλυπος
λες και δεν ήταν δική σου επιλογή να τα λαμπαδιάσεις.
Δεν ήξερες ποτέ τι θέλεις
Δε θέλησες ποτέ να μάθεις
και για αυτό μένεις πάντα με το τίποτα.