Βρισκόμαστε στην αναμονή, σε μια αίθουσα περιμένοντας κάποιο ραντεβού, κάποιο μέσω μαζικής μεταφοράς, σε κάποιο νοσοκομείο για κάποια δική μας εξέταση ή και για κάποιον άλλον. Οι αίθουσες αναμονής όπως κι οι ιεροί χώροι, θρησκευτικοί και μη, έχουν γίνει μάρτυρες για όσα η ψυχή μας ποτέ δεν τόλμησε να εκμυστηρευτεί πουθενά, για όσα η γλώσσα μας -που κόκαλα δεν έχει και κόκαλα υποτίθεται τσακίζει- δεν ήταν σε θέση να εκφράσει, να φωνάξει και να διεκδικήσει.

Εκεί όπου ο χρόνος συνηθίζει να κολλάει κι η προσμονή για να έρθει η στιγμή γίνεται αίτημα κι επιταγή, νιώθουμε και βιώνουμε όσα η καρδιά δεν αντέχει και το μυαλό φωνάζει. Πόσες φορές έχουν κυλήσει δάκρυα για όσα δεν καταφέραμε, για όσα θα θέλαμε κι όσα μετά από δυσκολίες κι έχοντας περάσει από 40 κύματα, μόνοι τελικά τα καταφέραμε; Αυτοί οι χώροι βαραίνουν. Βαραίνουν αφού οι ενεργειακές μας δονήσεις είναι έντονες.

Παρατηρούμε κινήσεις, ανθρώπους που γελάνε, που μιλάνε, που φωνάζουν, που αγχώνονται να προλάβουν τα αιτήματα της καθημερινότητας είτε αυτά είναι εξετάσεις, υποχρεώσεις και χρονοδιάγραμματα, είτε είναι θέματα λεπτά, ζητήματα προσωπικά, ηθικά, κοινωνικά και προβληματισμοί ηθικοί αλλά και κοινωνικοί.

Πάντα μου άρεσαν αυτοί οι χώροι γιατί έβρισκα τον χρόνο που επιθυμούσε η ψυχή μου να βιώσει και να κωδικοποιήσει όσα μηνύματα δεν είχε το θάρρος να παραδεχτεί. Όπως και να έχει, σ’ αυτούς ο καθένας μας έχει αφήσει κάποιο κομμάτι του. Αποφάσεις ζωής έχουν παρθεί. Λύσεις έχουν βρεθεί. Ανάσες ανακούφισης μα και τελευταίες πνοές πριν τη μετάβαση έχουν καταναλωθεί.

Πόσοι θα ‘θέλαν κάποιον δικό τους, άνθρωπο έμπιστο μα και διόλου ξένο να βρεθεί και να τους συμπαρασταθεί, να συναισθανθεί, να βιώσει την αλήθεια τους, την κατάθεση ψυχής τους και να τους ανακουφίσει; Εγώ όπως και άλλοι πολλοί, ρομαντικοί κι όχι, ελπίζουμε κι οραματιζόμαστε -όπως συνέβαινε και στα παλιά δράματα, ομοίως και τώρα όπου όλα θεωρητικά έχουν αλλάξει και προχωρήσει- και τελικά προδομένοι συνειδητοποιούμε πόσο στάσιμα έχουν μείνει. Κι αδυνατώντας ν’ αλλάξουμε, περιμένουμε έναν από μηχανής Θεό ή φύλακα άγγελο ν’ αναλάβει δράση.

Ζητάμε συγχώρεση, άφεση κι ιεραρχούμε ανάγκες, επανεξετάζουμε συναισθήματα και γινόμαστε καλύτεροι. Η εξέλιξη άλλωστε έρχεται μετά από έντονα βιώματα. Ο πόνος δεν είναι απαραίτητα αφόρητος αλλά είναι και θεραπευτικός. Ο πιο δυνατός άνθρωπος είναι αυτός που καταφέρνει να ελέγξει τα συναισθήματά του. Οι παλιοί συνήθιζαν να λένε «κάνε την καρδιά σου πέτρα». Βάλε στην άκρη την καρδιά κι άκου τη μικρή αυτή φωνή του μυαλού. Πόσες φορές της είπαμε να σκάσει και να το βουλώσει και να μη μας ενοχλεί; Πόσες φορές βουτήξαμε το κεφάλι μας στο νερό, γυρίσαμε πλευρό κι αναγκαστικά προσηλωθήκαμε σε κάτι ανούσια για να μην ακούμε και να μη νιώθουμε; Απομονώνουμε τ’ αυτιά μας για να μην ξεβολευτούμε για να μην μπούμε στο τριπάκι της εσωτερικής ενδοσκόπησης και του εσωτερικού μονόλογου, διότι χάνουμε χρόνο κι ενέργεια;

Είμαστε σοβαροί; Είμαστε σίγουροι ότι ζώντας στο ψέμα και μην αντιμετωπίζοντας την αλήθεια, θα περάσουν οι ζωές μας ήρεμα; Γελαστήκαμε. Όσο και να θέλουμε να το δεχτούμε, κάτι πάντα θα είναι παρακάτω από αυτό, κάτι θα είναι λίγο. Κάτι θα λείπει. Κάτι θα πονάει. Κάτι θα βαραίνει. Δεν αποτελεί αυτό νέο ερέθισμα, υπήρχε πάντα και θα υπάρχει. Δεν πνίγεται ούτε εξομαλύνεται, όσο ζούμε θα ξεπηδάει όπως κάθε αλήθεια. Η αλήθεια λένε, βρίσκει πάντα τον τρόπο να έρχεται στο φως. Έτσι ακριβώς θα γίνει και μ’ όσα καταπιέζουμε. Δεν μπορούμε να πληρώνουμε τους εαυτούς μας όσο και αν το παίζουμε σωστοί και όσο και αν θέτουμε την ευτυχία των άλλων πάνω από τη δική μας.

Δεν είμαι σίγουρη αν αποτελεί θεία δίκη, κάρμα η εκδίκηση μα όπως και να λέγεται όταν έρθει η κατάλληλη ώρα όλα θα γυρίσουν, θ’ αγριέψουν και θ’ αλλάξουν ρότα και πορεία, παρασύροντας όσα δεν ήταν άξια να κρατηθούν και στηρίζονταν σε σαθρές, σάπιες, φθαρμένες και πολυκαιρισμένες βάσεις. Τότε θα συνειδητοποιήσουμε πως όλα όσα αναζητάμε βρίσκονταν μπροστά μας. Πως όλα γίνονται για καλό. Ό,τι δε μας δόθηκε ήταν γραφτό να μην ευοδωθεί όσο κι αν δε συμφωνούμε, ενώ βρισκόμαστε εν βρασμώ ψυχής, είτε θεωρούμε πως εξαπατηθήκαμε, προδοθήκαμε, πως είμαστε άτυχοι. Πάλι σε μας; Πάντα σε εμάς; Εν τέλει, ό,τι δε μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς και ενδεχομένως πιο τυχερούς. Καταλαβαίνουμε μετ’ εμποδίων και παθών ό,τι κερδίσαμε, με απώλειες η μη, ότι η ζωή προχωράει!

Σηκωθείτε, πατήστε στα πόδια σας! Φτάστε εκεί που πρέπει κάθε φορά και με βήματα σταθερά ίσως και δειλά κατακτήστε το μάθημα που σας διδάσκει η ζωή! Ζήστε και ας είναι στιγμές. Ζήστε και ας βρεθούν να σας κατηγορήσουν. Δεν φόρεσαν τα παπούτσια σας, δεν σκούπισαν τα δάκρυα σας, δεν άκουσαν τις σκέψεις σας, δεν γνωρίζουν το μέγεθος των πληγών σας. Βγείτε από τις αίθουσες κερδισμένοι με ωριμότητα!

Συντάκτης: Ματίνα Χατζηνικολάου
Επιμέλεια κειμένου: Ανδρέας Πετρόπουλος