Τι είναι η ζωή μας; Είναι το τώρα, το σήμερα. Είναι όλες αυτές οι στιγμές που άλλοτε μας κόβουν την ανάσα κι άλλοτε μας πικραίνουν. Είναι ένας κύκλος με αρχή και τέλος. Και που μέσα σ΄αυτόν οι άνθρωποι άλλες φορές χορεύουν και κάποιες άλλες μένουν ακίνητοι και στάσιμοι. Είναι η αρρώστια, είναι, όμως κι η θεραπεία. Η θάλασσα, ο ιδρώτας, τα δάκρυα είναι η θεραπεία της ζωής· η απόλυτη θεραπεία μας.

Δε χρειάζεται και πολλά ένας άνθρωπος για να αισθανθεί ανάλαφρος κι ευτυχισμένος. Η ευτυχία προέρχεται απ΄ αυτά τα λίγα, που φαντάζουν μικρά κι ασήμαντα, όμως είναι τα πιο σημαντικά. Κι ενώ αυτά μπορεί να μας προσφέρονται απλόχερα, δεν τους δίνουμε και τόση σημασία. Όταν, όμως, μας λείπουν, τότε ξεκινάμε να τα εκτιμούμε.

Πώς θα μπορούσαμε να ζήσουμε δίχως τη θάλασσα; Στεκόμαστε πλάι της, ατενίζοντας το απέραντο γαλάζιο να ενώνεται μ΄ αυτό του ουρανού κι αμέσως πλημμυρίζουμε από γαλήνη κι ηρεμία. Η θάλασσα είναι το πανέμορφο ταίρι του ήλιου, που παίρνει χρώμα απ΄ τη δική του λάμψη. Κι οι δυο τους μαζί θεραπεύουν την ανθρώπινη φύση. Η θαλασσινή αύρα, το άρωμά της, η αλμυρή της γεύση γιατρεύουν την ψυχή και το κορμί μας. Το δέρμα μας καλυμμένο από την αλμύρα της γίνεται πιο σφιχτό, φαντάζοντας ακόμη πιο ερωτικό. Βυθιζόμαστε στην αγκαλιά της και το μυαλό μας απελευθερώνεται απ΄ όλες τις έννοιες, που κουβαλά μέσα του.

Νερό κι αλάτι· τα φάρμακα για τη θεραπεία του σώματος και της ψυχής μας. Δύο  σύμβολα ομόνοιας, αγάπης και φιλίας. Γι΄ αυτό, εξάλλου, δεν είναι τυχαία η παροιμιώδης φράση «νερό κι αλάτι», που δηλώνει συμφιλίωση κι επανένωση μετά από κάποια διαμάχη.

Κι ο έρωτας; Θα μπορούσαμε να ζήσουμε χωρίς αυτόν; Δίχως την ερωτική πράξη. Χωρίς την ερωτική χημεία, να εισχωρεί στην καρδιά και το μυαλό δύο ανθρώπων και να τους ενώνει σ΄ ένα σώμα και μια ψυχή. Το πάθος, ο πόθος, η έξαψη, ο έρωτας κι η αγάπη. Δύο σώματα που ενώνονται σ΄ ένα, προσπαθώντας να ξεδιψάσουν τον πόθο του ενός για τον άλλο και να σφραγίσουν τον έρωτά τους. Ανάσες κοφτές και γρήγορες, που μετατρέπονται σε ψιθύρους και δυνατές κραυγές. Δάκρυα έντασης απ΄ την ηδονή της στιγμής. Δύο κορμιά, μπλεγμένα μεταξύ τους πάνω στα ιδρωμένα σεντόνια, που φιλοξένησαν τον έρωτά τους. Δάκρυα κι ιδρώτας από έρωτα και ηδονή.

Δάκρυα άλλοτε από χαρά κι άλλοτε από θλίψη. Αν δεν έτρεχαν δάκρυα απ΄ τα μάτια μας, θα λεγόμασταν άνθρωποι; Είτε αυτά ξεσπούν από πόνο είτε από ευτυχία, οι θεραπευτικές τους ιδιότητες είναι όμοιες. Επειδή τα δάκρυα απελευθερώνουν από μέσα μας το άγχος, τη θλίψη, την αναστάτωση, την ένταση που υπάρχει εκείνη τη στιγμή στο σώμα και την ψυχή μας. Πολλοί καταπολεμούν τα δάκρυά τους, τα κρατούν μέσα τους, δίχως να τα αφήνουν να κυλήσουν. Επειδή, μπορεί να το θεωρούν σημάδι αδυναμίας ή γιατί μπορεί να ντρέπονται. Το δάκρυ, όταν ξεφεύγει από τα μάτια και κυλά έχει πολύ μεγάλη δύναμη· ικανή ν΄ αγνοήσει όλα τα θέλω και πρέπει των άλλων. Κι όταν τα καταπιέζουμε και δεν επιτρέπουμε σ΄ αυτά να ξεσπάσουν,  θέτουμε τη σωματική και ψυχική μας υγεία σε κίνδυνο.

Τα δάκρυα μαλακώνουν τα συναισθήματά μας. Είτε προέρχονται από χαρά είτε από λύπη, δεν παύουν να ΄ναι ένα ξέσπασμα. Και μέσα απ΄ αυτό το ξέσπασμα εκδηλώνονται εξωτερικά όλα όσα συμβαίνουν στον εσωτερικό μας κόσμο. Εμφανίζονται με υγρή μορφή κι αλμυρή γεύση. Κυλούν στο πρόσωπό μας, αγκαλιάζοντάς το τρυφερά κι ανακουφίζουν την ψυχή μας. Τη θεραπεύουν. Όπως έχει πει ο Βίκτωρ Ουγκώ: «τα μάτια δεν βλέπουν καλά το Θεό, παρά μόνο μέσα από δάκρυα».

Η ζωή αποτελείται από τρία, μόνο, γράμματα. Τρία γράμματα που εμπεριέχουν μέσα τους το φως και το σκοτάδι, χρώματα κι αρώματα, αναπνοές κι αισθήσεις, γεύσεις γλυκές, πικρές κι αλμυρές, κίνηση, χαρά και πόνο. Νερό κι αλάτι για την ψυχή μας. Θάλασσα, δάκρυα κι ιδρώτα για τη θεραπεία μας.

Συντάκτης: Ελίζα Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου