Κάθε μας σχέση είναι ένας κύκλος που πιστά ακολουθώντας τη νομοτέλεια του, κάποια στιγμή κλείνει. Άλλες φορές βίαια, άλλες αναμενόμενα, άλλες δραματικά. Και δεν έχουμε και πολλές επιλογές σε αυτό όταν απέναντι μας έχουμε μια φυσική συνέπεια. Απλώς να το αποδεχθούμε.

Κάπως έτσι όλοι χωρίσαμε, χάσαμε, κλάψαμε, χτυπηθήκαμε, ήπιαμε και κυλιστήκαμε στα πατώματα, μέχρι που τελικά το ένστικτο της αυτοσυντήρησης ενεργοποιείται και απλώς προχωράμε.

Οι αναμνήσεις είναι πάντα μαζί μας άλλοτε για καλό μας άλλοτε για κακό μας. Όπως και να ‘χει είναι στην παρακαταθήκη μας και καταλαβαίνουμε αργά ή γρήγορα ότι όσο πιο σύντομα και ισορροπημένα προχωρήσουμε τη ζωή μας τόσο πιο όμορφες θα είναι και οι αναμνήσεις που θα κρατήσουμε.

Η ανάκληση γίνεται σχεδόν πάντα άθελα μας και σε ανύποπτο χωροχρόνο. Μπορεί να είναι μια μυρωδιά, ένα τοπίο, ένα τραγούδι. Και ξαφνικά μπουμ σαν να ανοίγει ένα καλά κλεισμένο κουτάκι και σε κατακλύζουν εικόνες, συναισθήματα και ίσως λίγη νοσταλγία.

Με έπιασα την προηγούμενη εβδομάδα να σε μια τέτοια φάση. Να θυμάμαι ένα ταξίδι που είχα κάνει πριν από 15 χρόνια περίπου, με έναν συγκεκριμένο άνθρωπο που τότε σήμαινε πολλά. Ήταν ένας χωρισμός που όταν συνέβη νόμιζα ότι κανείς δεν είχε πονέσει όσο εγώ. Ήταν από εκείνους τους δραματικούς χωρισμούς που διαρκούν μήνες και όπου κανείς δεν έχει το θάρρος να φύγει χωρίς να κοιτάξει πίσω. Πάντα ο ένας από τους δυο μας κοίταζε και αυτό τα χάλαγε όλα. Το τσιρότο έβγαινε αργά και επώδυνα, ώσπου κάποια στιγμή κάποιος κουράστηκε και αποφάσισε να φύγει, αυτή τη φορά χωρίς να κοιτάξει πίσω.

Ίσως ποτέ ξανά να μην θυμήθηκα τόσα όμορφα πράγματα από εκείνη τη σχέση από όσο σήμερα. Έχοντας πλέον κάνει ειρήνη και ανακωχή με τους δαίμονες της απώλειας εκείνου του κύκλου, τώρα μόνο μπορώ να πω ότι θυμάμαι με αγάπη και νοσταλγία εκείνη την εποχή. Θυμήθηκα λέξεις και εκφράσεις, ταξίδια και εκδρομές, θάλασσες και βόλτες. Θυμήθηκα ακόμη και την κόκκινη παπλωματοθήκη που είχαμε στο σπίτι που μέναμε.

Αυτή η χρονοκαθυστέρηση με έκανε να αναρωτηθώ για τις διεργασίες που περνάμε όλοι μας για να φτάσουμε σε ένα επίπεδο όπου οι αναμνήσεις μας είναι πλέον ευχάριστες, μπορούμε να τις εντάξουμε στο σεντουκάκι με τα πράγματα που μας έκαναν καλύτερους, πιο φωτεινούς, πιο ολοκληρωμένους.

Πολλοί θα σπεύσουν να πουν ότι ο τρόπος που χωρίζεις σε κάνει να έχεις ή όχι ευχάριστες αναμνήσεις. Και όμως δεν είναι αυτό. Κανένας χωρισμός δεν είναι εύκολος αλλά και καμία απώλεια δεν θα πρέπει να κάνει τον άνθρωπο να διαγράψει ολόκληρα κομμάτια από το παρελθόν του με το σκεπτικό ότι ο «τάδε με πρόδωσε» ή «η Χ με πούλησε». Όλοι μας έχουμε προδώσει και έχουμε προδοθεί, έχουμε πουλήσει και έχουμε πουληθεί.

Το θέμα είναι τι θα επιλέξουμε να κρατήσουμε και τι όχι, αλλά κυρίως στο αν θα επιλέξουμε να αποδεχθούμε τη νομοτελειακή αρχή του κλεισίματος του κύκλου. Αν επιλέξουμε να πεισμώσουμε και να αρνούμαστε την πραγματικότητα, να επιμένουμε να ποτίζουμε ένα λουλούδι που από καιρό έχει ξεραθεί, τότε ίσως να καταστρέψουμε και τη μαγεία που ήδη έχουμε ζήσει με αυτό τον άνθρωπο. Ο χρόνος όσο και να περνάει, δεν θα μας κάνει τίποτα. Μάλιστα ίσως να γίνει και ο χειρότερος γιατρός, γιατί θα επιμένουμε να μην βάζουμε προοπτική στη συμβολή αυτής της σχέσης στην περαιτέρω εξέλιξη μας. Ότι ήταν ένα σκαλοπάτι για να φτάσουμε εδώ που είμαστε σήμερα.

Κάπως έτσι και εγώ, κάπου μεταξύ άρνησης και θυματοποίησης επέλεξα να κουβαλάω μέσα μου μια απώλεια σαν πεισμωμένο παιδάκι που του χάλασαν το χατίρι. Που του πήραν το παιχνίδι. Ίσως να ζούσα μια συναισθηματική αναπηρία, ίσως μια παλινδρόμηση σε εφηβικές συμπεριφορές.

Το σίγουρο είναι πάντως όταν γύρισα τον καθρέπτη σε μένα και συνειδητοποίησα ότι η άρνηση μου να δεχθώ αυτή την απώλεια τόσα χρόνια μετά ήταν ίσως το πιο εγωιστικό και αυτοκαταστροφικό πράγμα που είχα κάνει στη ζωή μου. Και αυτό από μόνο του αρκεί για να κοιτάξεις αυτή σου τη σκοτεινή πλευρά και να συμφιλιωθείς μαζί της.

Και τότε ο κύκλος κλείνει οριστικά και το κουτί με τις αναμνήσεις ανοίγει, και είναι ευχάριστες, και γλυκιές και γεμάτες εικόνες, και ξαφνικά αυτό που μένει είναι μια απέραντη ευγνωμοσύνη για όλα αυτά που έζησες τότε και μια απίστευτη χαρά γιατί εξαιτίας αυτών εκτιμάς αυτά που ζεις τώρα.

 

Συντάκτης: Μαρία Αγοραστού