Τα πόδια σου κόβονται, η αναπνοή σου βγαίνει δύσκολα, τα δάχτυλά σου είναι ιδρωμένα. «Ανάθεμά σε», θ’ αναφωνήσεις και θα παραμείνεις σκυμμένος πάνω από την οθόνη, να κοιτάς το όνομα που εμφανίστηκε μόλις στα μηνύματά σου.

Δεν μπορείς, όμως. Δεν υπάρχει δύναμη να απαντήσεις. Και δεν μπορείς, όχι γιατί δε θέλεις, αλλά γιατί ξέρεις πως αν το κάνεις, το πιο πιθανό είναι και πάλι εσύ να μείνεις με την αγωνία και το αναπάντητο μήνυμα. Θα επικαλεστείς τη βοήθεια των κολλητών και μια ατέρμονη συζήτηση θα ξεκινήσει για όλα τα πιθανά σενάρια που ποτέ δε θα γίνουν πραγματικότητα. Κι αυτό, γιατί πρακτικά δεν υπάρχει λύση, ούτε σωτηρία. Βρίσκεσαι σε πλήρες αδιέξοδο κι όλες οι εναλλακτικές μοιάζουν το ίδιο ηλίθιες. Έτσι είναι, όταν θεοποιούμε ανθρώπους, μετά μένουμε και τους κοιτάζουμε απ’ τη γη, σκέφτεσαι.

Γιατί, συγγνώμη που θα στο χαλάσω, αλλά δεν είναι όλοι οι έρωτες αμφίδρομοι. Και τότε, έχεις θέμα και μάλιστα μεγάλο. ‘Οταν βέβαια ξεκινάει αυτό το νέο κοσκινάκι κι είσαι σαν το ψάρι έξω από το νερό, τίποτα δε σε προϊδεάζει για το πού πας να μπλέξεις. Ίσως πάλι να εθελοτυφλείς και για όσο αντέξει η καρδιά να ταξιδεύεις σε αυτόν τον νέο έρωτα, κάνοντας τόσες κουταμάρες που ούτε κι εσύ δε θα μπορείς να πιστέψεις. Θα αρκούν όμως για να διατηρήσουν σταθερή την ψευδαίσθηση της αμοιβαιότητας· και δώσ’ του τα μηνύματα τα οποία θα συζητάς πολλές φορές και με τις ώρες, ρωτώντας φίλους και γνωστούς για το πώς να αντιδράσεις. Λες κι ο έρωτας έχει εγχειρίδιο. Άσε που και να είχε, οι οδηγίες άχρηστες θα ήταν σε αυτή την περίπτωση, επειδή σίγουρα θα ήταν σε γλώσσα που δε θα ήξερες να διαβάσεις. Γιατί αυτά που γράφονται σ’ εκείνο το βιβλιαράκι με τις οδηγίες χρήσης, απευθύνονται σε άτομα με λογική κι όχι στον ερωτευμένο. Εκείνος, μιλάει πάντα άλλη διάλεκτο.

Έτσι, όσο προχωράει η επικοινωνία κι αρχίζει και γίνεται ξεκάθαρο πια πως δεν είναι αμοιβαίο -σε όλους εκτός από σένα- εσύ θα νιώθεις απλώς κάτι ανεξήγητο. Τα άλλοτε υπέροχα συναισθήματά σου, θα αντικατασταθούν από φτερουγίσματα άγχους, τα νεύρα σου θα γίνονται κρόσσια σε κάθε αναμονή, θα υποφέρεις σε κάθε μονολεκτική απάντηση που θα θέλεις να συμπληρώσεις με κατεβατά. Η λαχτάρα, η χαρά κι η ανυπομονησία θα μετατραπούν σε θλίψη, απογοήτευση, στεναχώρια- αρνητικά συναισθήματα που ήρθαν για να μείνουν και να δημιουργήσουν μια άβολη αίσθηση, κάθε φορά που θα έρχεσαι σε επαφή με εκείνο το άτομο.

Κάπως έτσι εξηγείται γιατί ο κόμπος στον λαιμό θα σε πνίγει, γιατί τα χέρια θα τρέμουν, γιατί θα έρθει κάποια στιγμή που όσο κι αν θες, δε θα “θες” να απαντήσεις. Κι ας πεθαίνεις μέσα σου. Κι ας ήταν κάποτε η αιτία να χαμογελάς. Θέλοντας και μη, ήρθε η στιγμή που αντίκρισες την αλήθεια. Που αντιλήφθηκες πως δημιούργησες ένα συναίσθημα χωρίς ανταπόκριση που μετατράπηκε σε τραύμα, το οποίο αναβιώνεις κάθε φορά που αντικρίζεις εκείνο το όνομα στην οθόνη σου. Και το καλλιέργησες τόσο καλά, που θα χρειαστεί να βάλεις όση δύναμη διαθέτεις για να κατεβάσεις από το βάθρο το άτομο αυτό και να συμπεριφερθείς όπως θα συμπεριφερόσουν στον οποιονδήποτε σε είχε δεδομένο.

Τώρα είναι η στιγμή, που θα αντιμετωπίσεις τον φόβο σου. Τώρα το λεπτό που θα αλλάξεις τη συμπεριφορά σου, την προσέγγισή σου κι όλα αυτά που κόμπαζες να κάνεις, θα τα κάνεις, όπως χαλαρά σου συμβαίνουν και νιώθεις. Όπως θα λειτουργούσες σε κανονικές συνθήκες, αν δεν υπήρχε ο έρωτας.

«Σιγά καλέ που θα σκιαχτείς», σκέφτεσαι, στην τελική. Κι αν δεν το πιστεύεις 100% αρκεί για να το πιστέψεις μια μέρα. Σύντομα, πολύ σύντομα.

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου