Όσοι λένε για εύκολες σχέσεις κάνουν εμάς που τις ζούμε να γελάμε. Όταν είμαστε μικροί, τα πράγματα είναι πολύ αγαθά. «Μ’ αρέσεις, σ’ αρέσω; Τα φτιάχνουμε.» Τόσο απλά, τόσο αληθινά. Το «για πάντα» το πιστεύαμε με όλη μας την ψυχή –δε χρειαζόμασταν το «για όσο» για να εξαγνίζει και να δικαιολογεί το ενδεχόμενο λάθους. Κι όταν αυτό το λάθος συνέβαινε, τον κλαίγαμε τον μακαρίτη με όλο μας το είναι, όπως αξίζει να κάνεις για έναν –κάτι σαν– έρωτα. Μεγαλώνοντας, όμως, τα μάτια μας είδαν πολλά και τα αφτιά μας άκουσαν άλλα τόσα. Δεν ήταν λίγες οι εμπειρίες που μας στοίχειωσαν, που μας άλλαξαν –ή μάλλον μας μετάλλαξαν –, τόσο που φτάσαμε στο σημείο να μην αναγνωρίζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, να ψάχνουμε το παιδί που κάποτε ήμασταν και να συνειδητοποιούμε ότι κάπου στην πορεία χάθηκε για τα καλά.

Μπλέξαμε, αυτό έγινε. Λίγο οι κακές παρέες, λίγο οι φρούδες ελπίδες, λίγο τα ψέματα κι οι υποκρισίες που καταπίναμε αμάσητα, πολύ θέλει ο άνθρωπος; Φθείρεται ο ψυχικός μας κόσμο, τραυματίζεται ανεπανόρθωτα. Τα ’χουν πει διάφοροι λαοί, περί γυαλιών που ραγίζουν και δεν κολλάνε ποτέ με ίδιο τρόπο. Αν δεν είναι στο χέρι μας να διορθώσουμε κάτι σαν το γυαλί, που κατασκευάζουμε οι ίδιοι, σκέψου πόσο αδιανόητο μοιάζει να συμμαζέψουμε κάτι τόσο αόριστο κι άυλο όσο η ψυχή μας.

Το πρώτο στοιχείο αθωότητας που χάνεται συνήθως είναι η εμπιστοσύνη. Ξεκινάει από έναν συγκεκριμένο άνθρωπο, και φτάνει να τους αφορά όλους. Ξαφνικά αρχίζεις και κοιτάς καχύποπτα ακόμα και τους περαστικούς, νομίζοντας πως θέλουν το κακό σου. Συναντάς ανθρώπους της ηλικίας σου, που τολμούν να σε προσεγγίσουν παινεύοντας την ομορφιά και τη χάρη σου, και μένεις δύσπιστος να τους κοιτάς, αδιαφορώντας για το κατά πόσο ισχύουν όσα λένε. Δεν είναι θέμα αυτοεκτίμησης πλέον. Είναι θέμα εμπιστοσύνης. «Να με ρίξει στο κρεβάτι θέλει μόνο, γι’ αυτό τα λέει.» Γνώριμη σκέψη; Αμφιβάλλεις διαρκώς και δε φταις (μόνο) εσύ.

Όταν μου λένε όμορφα λόγια δεν τα πιστεύω. Τον αγαπώ τον εαυτό μου, αυτό θα στο εγγυηθώ. Τον αγαπώ αρκετά για να τον βοηθάω να ακολουθεί τα όνειρά του, να τον ντύνω όμορφα και να τον φροντίζω όσο περισσότερο γίνεται. Μα δεν τα πιστεύω πια τα παραμύθια. Άκουσα πολλά και τα βαρέθηκα, βαρέθηκαν κι αυτά εμένα, έτσι όπως με έβλεπαν να ελπίζω μάταια στην πραγματοποίησή τους. Είδα πολλά φιλαράκια μου να παραμυθιάζουν με το κιλό περασμένους έρωτές τους, εκμεταλλευόμενοι την εμπιστοσύνη τους. Πώς να μην επηρεαστώ;

Δε χρειάζεται να ζήσεις το ακραίο για να πονέσεις βαθιά μέσα σου. Τα ερεθίσματα είναι πολλά, το ίδιο κι οι πληροφορίες που φτάνουν καθημερινά σε ‘σένα. Το να γρατζουνιστείς είναι το λιγότερο, το αναμενόμενο βασικά. Αν δεν τσαλακωθείς λιγάκι, άλλωστε, τι το θες; Καλύτερα να μην μπεις καν στον κόπο, να κάτσεις στον πάγκο και να λες πως είσαι στην ομάδα, παρακολουθώντας απλώς το παιχνίδι. Το θέμα είναι να παίξεις. Να κάνεις την μπάλα ό,τι θες, να τρέξεις πάνω-κάτω στο γήπεδο μέχρι ο ιδρώτας να σου φτάσει ως την κάλτσα και τα πόδια σου να πονέσουν απ’ την κούραση. Τότε μόνο θα κερδίσεις, είτε το ημίχρονο είτε τον αγώνα ολόκληρο. Τα φάουλ άσ’ τα να λειτουργήσουν ως βοηθητικά: θυμήσου ότι αυτός που κάνει το φάουλ παίρνει την κόκκινη κάρτα κι αποβάλλεται, όχι εσύ.

Αυτό που πρέπει να καταλάβεις –κι εσύ κι εγώ κι όλοι μας – είναι ότι τα λάθη σου δε σε καθορίζουν. Το ότι εμπιστεύτηκες δεν ήταν λάθος. Το ότι ερωτεύτηκες δεν ήταν λάθος. Το ότι έζησες κάτι στο φουλ κι έλεγες ό,τι σκεφτόσουν, δεν ήταν λάθος. Το λάθος ήταν στην επιμονή σου να δοθείς. Το λάθος ήταν στη στιγμή, στις συνθήκες, στα κόκκινα φώτα που προσπέρασες με διακόσια. Μην αλλάξεις, λοιπόν, το ποιος είσαι, γιατί τότε το φάουλ θα ‘ναι δικό σου και μάλιστα αντιαθλητικό.

Δύσκολα, βλέπεις, κρύβεις την αλήθεια σου. Όσο κόντρα ρόλο κι αν παίζεις, κάποια στιγμή θα εμπιστευτείς και θα ερωτευτείς και θα το ζήσεις και θα πεις μεγάλα λόγια· θα τα νιώθεις απόλυτα. Αν κάνεις πάλι τα ίδια λάθη –στο άτομο, στη στιγμή, στις παραβάσεις του κώδικα– πάλι θα αποτύχεις. Μοιραία θα κατηγορήσεις τον εαυτό σου, γιατί έτσι έμαθες.

Όταν θα γνωρίσεις τον κατάλληλο άνθρωπο, τη σωστή στιγμή, σταματώντας ακόμα και στις διαβάσεις, θα τον χάσεις αν δεν ακολουθήσεις το μοτίβο σου. Αν δεν αφεθείς, αν δεν είσαι ο εαυτός σου, τότε, ναι, θα φταις εσύ, επειδή μόνος σου θα έχεις πειστεί ότι οι προηγούμενες αποτυχίες χρεώθηκαν στον λογαριασμό σου.

Είναι δύσκολο να αφεθούμε. Παλεύουμε μ’ αυτούς τους δαίμονες, κι όσο τους συναντάμε μπροστά μας, άλλο τόσο θέλουμε να οπισθοχωρούμε. Δεν το κάνουμε πάντα, όμως. Θέλουμε να μάθουμε να εμπιστευόμαστε ξανά. Θέλουμε να μάθουμε ν’ αγαπάμε. Θέλουμε να ζήσουμε εκείνον τον έρωτα που κάποιος μας έδωσε σε placebo. Δεν αρκεί να το θέλουμε, όμως. Χρειάζεται και να το κυνηγήσουμε. Χρειάζεται να προπονηθούμε σκληρά και να απολαύσουμε το παιχνίδι, θυμίζοντας στον εαυτό μας ότι δεν είναι απαραίτητο να χάσουμε ή να κερδίσουμε∙ μπορεί να βγει κι ισοπαλία.

Και, στην τελική, ας πληγωθούμε! Τουλάχιστον να ξέρουμε πως δεν πληγώσαμε.

 

Συντάκτης: Ελευθερία Αντωνοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη