Μεγάλη υπόθεση στην εξέλιξη μια σχέσης η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων. Κάθε νέα ή παλιά σχέση που έχουμε εξαρτάται κατά το ήμισυ από εμάς για το αν θα πετύχει ή όχι. O τρόπος με τον οποίο επικοινωνούμε συνεπώς, αλλά και το πού ακριβώς θα εστιάσουμε κατά τη διαδικασία μετάδοσης πληροφοριών, γνώσεων και συναισθημάτων, είναι το κλειδί της υπόθεσης.

Η επικοινωνία είναι θεμέλιος λίθος για οποιαδήποτε μορφή σχέσης. Ειδικότερα όταν έχει να κάνει με ερωτικές ιστορίες αποτελεί τα θεμέλια και τις κολώνες που κρατάνε αυτό το οικοδόμημα που σιγά-σιγά βλέπει τον κόσμο απ’ την ένωση δύο αρχιτεκτόνων που μόλις άρχισαν να γνωρίζονται. Όπου εμπλέκεται το συναίσθημα και χρειάζεται να δούμε πού συμφωνούμε και πού όχι, η επικοινωνία γίνεται με γνώμονα τη συνεννόηση των δύο μελών. Κοινός στόχος είναι η εξεύρεση λύσεων για να μπορέσει αυτή η σχέση να ευδοκιμήσει με την ελάχιστη πιθανότητα δυστυχίας και για τους δύο. Συνηθίζουμε να εστιάζουμε στα θετικά χαρακτηριστικά, αυτά που μας ενώνουν, και προσπαθούμε να τα εξελίξουμε ακόμη περισσότερο, έτσι ώστε να γίνει η ιστορία μας από αυτές με το ζητούμενο happy end.

Η στιγμή, όμως, που δε βλέπουμε πια κάτι καλό, κάτι θετικό κι αξιόλογο ώστε να προσπαθήσει κάποιος να (αυτό)βελτιωθεί για να αποδώσει αυτή η επικοινωνία τα μέγιστα ως προς τη θετική της πλευρά, είναι συνήθως δείγμα εστίασης σε όσα πάνε λάθος. Έχουμε ήδη λάθος τρόπο σκέψης, επικεντρωνόμαστε σε ‘κείνα που μπλοκάρουν οποιαδήποτε προσπάθεια για συνεννόηση, κι αρχίζουμε να στρέφουμε το βλέμμα μας προς την έξοδο κινδύνου για άτακτη –ή μη– φυγή. Είναι εξαιρετικά βασικό στοιχείο το πού θα εστιάσουμε για να ‘μαστε σε θέση να προβλέψουμε, με όση περισσότερη ασφάλεια γίνεται, τη συνέχεια της ιστορίας μας.

Δύο δρόμοι υπάρχουν μεταξύ ανθρώπων που έχουν συναισθήματα ο ένας για τον άλλον κι έχουν βρει το κουράγιο να τα παραδεχτούν και να τα αποδεχτούν. Ο ένας είναι να εστιάσουν στα θετικά και σ’ αυτά που τους ενώνουν σ’ αυτήν την τυχαία συνεύρεση κι ο άλλος είναι να βλέπουν τα αρνητικά κι ό,τι τους κάνει να διαφέρουν, με αποτέλεσμα το μέλλον να μην προβλέπεται ευοίωνο. Έχει μεγάλη σημασία, τόσο πού στρέφεται το βλέμμα, όσο και το πώς θα το αποκωδικοποιήσουμε όλο αυτό που μας συμβαίνει.

Γιατί το να εστιάσεις σ’ όσα είναι κοινά, σε ‘κείνα που είναι εύκολο να σε κάνουν να χαρείς, είναι θετική εξέλιξη κι ενδεχομένως έκβαση του νέου καημού που μπήκε στη ζωή μας για να ‘χει αίσια αποτελέσματα. Βλέπουμε συννεφάκια, έρωτες, και καρδούλες, πιστεύοντας στην αδελφή ψυχή και τις δίδυμες φλόγες. Μέχρι πιθανώς τα αρνητικά, που τόσο δε μας ένοιαζαν, να κατακλύσουν τα πάντα και να γκρεμοτσακιστούμε απ’ τα ουράνια που βρισκόμασταν για κάποιο διάστημα.

Το να μην μπορούμε, όμως, να δούμε τίποτα θετικό και να βρίσκουμε μόνο εμπόδια στο μεταξύ μας νταραβέρι, μετατρέπει τις ελπίδες, που αρχικά άνθισαν μέσα μας, σε αλυσίδες που μας σφίγγουν. Φυσικό επακόλουθο είναι το ξενέρωμα, οι αντιπαραθέσεις, και μετά ατελείωτα κρασιά με φίλους κι αναζητήσεις του γιατί δεν προχώρησε αυτή η νέα μας συγκίνηση. Μέχρι να απομακρυνθούμε εντελώς και παντελώς, και μετά από λίγο καιρό ν’ αρχίσουμε να θυμόμαστε κάτι θετικό και να αμφιβάλλουμε για την απόφασή μας.

Αλήθεια, ποιος μπορεί να πει πως μία νέα γνωριμία, μία νέα ιστορία της ζωής μας έχει μόνο ομοιότητες ή διαφορές; Υπάρχουν πάντα και παντού και τα δύο. Κι είναι εκείνη η περίοδος που πρέπει να εστιάζουμε σε αυτά τα χαρακτηριστικά που έκαναν αυτή την είσοδο στην καθημερινότητά μας, να προσέχουμε τις επιμέρους ιδιότητές μας ως προσωπικότητες, να τσεκάρουμε στο τι σέρνει μαζί του ο καθένας από προηγούμενες προσωπικές ιστορίες, έτσι ώστε να μπορέσουμε να πλέξουμε ένα νέο, κοινό, καλάθι από χρησιμοποιημένα υλικά. Για χωρέσει όλα αυτά που μας ενώνουν κι ενδεχομένως αλλά τόσα κι ακόμη περισσότερα, απ’ όσα μας χωρίζουν, με την ελπίδα τα θετικά να υπερισχύσουν.

Η τελική έκβαση της εκάστοτε, δυνάμει νέας μας σχέσης, εξαρτάται απ’ τον τρόπο που βλέπουμε το ποτήρι. Μισογεμάτο ή μισοάδειο; Κι αν βαριόμαστε να το γεμίσουμε στην περίπτωση που βλέπουμε τις ελλείψεις και τα κενά, είναι επειδή ο κάτοχός του δεν έχει κάνει τόσο μεγάλο κρότο στο μυαλό μας.  Κι όλα τ’ άλλα είναι δικαιολογίες που λέμε στον εαυτό μας. Όταν το βέλος από κράμα εγκεφαλικού και σωματικού βρει κέντρο στον στόχο του μυαλού μας, τότε η προσπάθεια για συνεννόηση θεωρείται δεδομένη κι έχουμε μεγαλύτερες πιθανότητες να ζήσουμε περισσότερες χαρούμενες στιγμές.

Σε κάθε άλλη περίπτωση, όταν τα «ναι μεν αλλά» γεμίζουν το μυαλό μας, βρίσκουμε λόγους για αποχώρηση.  Δεν ήταν, φαίνεται, δυνατός ο κρότος.

 

Συντάκτης: Σοφία Σοφιανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη