Το pillowfights θυμάται, τιμά και γιορτάζει τους αρθρογράφους που πέρασαν κάτω από τα πούπουλά του σ’ ένα αρθρογραφικό reunion! Παλιοί κι αγαπημένοι pillowfighters, επιστρέφουν στον τόπο του εγκλήματος και μας χαρίζουν ένα ακόμα άρθρο.

Καλώς μας ξανάρθατε και καλώς σας ξαναδεχτήκαμε!

Γράφει η Έλλη Πράντζου. (Διάβασε παλαιότερα άρθρα στη στήλη της #Devil_angel)

 

Για να είμαι ειλικρινής, δεν ξεκίνησα να γράφω έχοντας στο μυαλό μου οτιδήποτε συναισθηματικό. Κι ας συστήθηκα μέσα από εδώ ως κατ’ εξοχήν «παιδί του έρωτα» κάποτε. Ξέρεις τι με φρέναρε, όμως, ρε φίλε, και τελικά δεν το πήρα αλλιώς; Είπα μέσα μου, ας κάνω τη διαφορά, κι ας γράψω για κάτι άλλο κι όχι για κάποιο απ’ τα τόσα γ@μημένα θέματα που ταλαιπωρούν τον κόσμο μας αυτή τη στιγμή. Ξέρεις τι εννοώ. Εκείνα που μας κάνουν να αναρωτιόμαστε πώς γίνεται να μας απασχολούν μέχρι και σήμερα, όπως ο σεξισμός, η ανισότητα, η αδικία με κάθε πρόσωπο που μπορεί να υιοθετήσει. Πίστεψέ με θα είχα να πω πολλά, αμέτρητα πράγματα, για τις παραπάνω πραγματικότητες που -αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς- δικαίως αποτελούν πιο σοβαρά προς συζήτηση ζητήματα απ’ τα προσωπικά καθενός και καθεμιάς μας εκεί έξω.

Τελευταία στιγμή, όμως, μετάνιωσα κι έκανα στροφή επί τόπου. Ο μόνος λόγος είναι ότι νιώθω πως κάθε μέρα η κοινωνία μας βάλλεται ασύστολα από ειδήσεις τέτοιου περιεχομένου. Κι είπα μέσα μου, ρε φίλε, δεν πειράζει, ας μιλήσουμε για συναίσθημα. Για κάτι όμορφο. Για κάτι σπάνιο πια εν πάση περιπτώσει κι ας μας χαρακτηρίσουν όπως θέλουν, τι να κάνουμε. Σε όποιον αρέσουμε, στην τελική.

Κάπως έτσι αποφάσισα να μιλήσω απόψε για εσένα. Για εσένα, μάτια μου, που αξίζεις τα πάντα και που με έκανες να πιστεύω πως όσα νιώθω έχουν υπόσταση και έξω από έμενα. Σου αξίζει. Μας αξίζει. Κι αξίζει σε κάθε άνθρωπο εκεί έξω -αν με ρωτάς- να πιστέψει πως κάτι τέτοιο, γ@μώτο, όντως υπάρχει. Σε γνώρισα όταν πλέον είχα φτάσει στο απροχώρητο σημείο να πιστεύω ακράδαντα ότι δεν υπάρχεις. Πως ανθρώπους σαν εσένα συναντά κανείς μονάχα σε παραμύθια και σε εμπορικές ρομαντικές κομεντί, από αυτές που βγαίνουν ένα σωρό κάθε χρόνο ποντάροντας στην ανάγκη μας να καλύψουμε όσα μας λείπουν. Όλα εκείνα που ο ρεαλισμός μάς έκανε να θεωρούμε ότι δεν υφίστανται. Ότι είναι κατασκευάσματα της ασύστολης φαντασίας μας. Εκείνης που πάντα παλεύει να καλύπτει όσα κενά αφήνει μέσα μας αυτή η αηδία που έχουμε ονομάσει «μονόδρομη καθημερινότητα».

Αφιερωμένο, λοιπόν, σε σένα αυτό το κείμενο. Κι ας ξέρω ότι δε θα καταφέρω να καλύψω ούτε στο ελάχιστο όλα όσα κατάφερες να αναστήσεις κυριολεκτικά μέσα μου. Είχα μάθει παράξενα να αγαπάω. Εξαρτητικά, αν θέλεις. Εκ των υστέρων, τρώγοντας τα σκατά της πραγματικότητας στη μούρη, συνειδητοποίησα ότι ο τρόπος αυτός μπορεί να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Πάλεψα με θεούς και δαίμονες, όμως ποτέ δε φοβήθηκα να το κάνω, προκειμένου να βρω έναν τρόπο υγιή να αισθάνομαι. Βλέπεις, δεν αγαπάω συχνά, αγαπάω τόσο σπάνια που πολλές φορές φτάνω σε σημείο να σκέφτομαι ότι είμαι ανίκανη να αγαπήσω, αντί να καταλάβω ότι αγαπάω υπερβολικά σπάνια, επειδή αγαπάω αληθινά.

Κι ενώ εγώ πάλευα με το μέσα μου και με όσα βρίσκονταν έξω από μένα, έσκασες μύτη, σαν έρωτας που σέβεται τον εαυτό του, για να μου δείξεις ότι στα σωστά χέρια αυτό που για κάποιους δεν οδηγεί πουθενά, μπορεί και να ‘ναι ο ορισμός της υγιούς σχέσης. Αρκεί να ξέρουν κι οι δύο να αγαπούν.

Ναι, πλέον είμαι πιο συνειδητοποιημένη, αυτό μου το χρωστούσα. Πλέον ξέρω τι πάει να πει σεβασμός στον χωροχρόνο της άλλης πλευράς και το εφαρμόζω γιατί κι εγώ το έχω ανάγκη εξίσου από τότε που με βρήκα και με πίστεψα. Εσύ, όμως, με έκανες να καταλάβω ότι μπορείς να έχεις επιλογές κι απλώς να επιλέγεις να διεκδικείς πρώτα και πάνω απ’ όλα τον άνθρωπό σου. Χωρίς συναισθηματικούς εκβιασμούς, χωρίς κλάψες, χωρίς φοβίες που διαστρεβλώνουν το συναίσθημα. Εσύ με έβαλες στη θέση μου όταν ήρθες μετά από έναν έντονο καβγά μας και μου είπες ντόμπρα πως όταν ξεφεύγουμε το παθαίνουμε επειδή ακριβώς αγαπιόμαστε πολύ και δε θέλουμε να χάσουμε η μία την άλλη.

Εκτίμησα την ωριμότητα και την αλήθεια σου. Εκτίμησα τα κότσια σου να εκφράζεις χωρίς περιστροφές τόσο τις ανασφάλειες όσο και τις δυνατότητές σου. Εκτίμησα τη συγγνώμη σου, εκτίμησες τη δική μου. Και κ@ύλωσα με την αποφασιστικότητά σου να επιδιώκεις να είμαστε πάντα όπως εκείνο το πρώτο λεπτό που έγινε το περιβόητο μπαμ μεταξύ μας.

Δε σου μιλάω πλέον ως άνθρωπος που άγεται και φέρεται στα χαμένα εξαιτίας όσων νιώθει. Σου μιλάω επιτέλους ως άνθρωπος που γνωρίζει ποιος είναι και τι θέλει πρώτα απ’ τον ίδιο του τον εαυτό κι έπειτα από τον άνθρωπο που έχει δίπλα του. Κι αυτό, μάτια μου, συνέβη τόσο αβίαστα όταν ήρθες να επισφραγίσεις τον αγώνα που έδωσα, ώσπου να φτάσω μέχρι εδώ.

Ξέρω πλέον ότι εμείς θα καταλήξουμε όπως εκείνα τα ελάχιστα ζευγάρια, που ηλικιωμένοι περπατούν ακόμη χέρι χέρι στον δρόμο, σκορπίζοντας αλήθεια κι αγάπη. Μου έδειξες εσύ πως κάτι τέτοιο υπάρχει, σε μια φάση της ζωής μου που πια δεν πίστευα τίποτε και κανέναν πέρα από μένα.

Σ’ αγαπώ. Σ’ ευχαριστώ. Καληνύχτα.

Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.