Έφυγε ο Σεπτέμβρης και μας υποδέχεται ένας Οκτώβρης ζεστός, στην πρώτη του εβδομάδα, που σε τίποτα δε θυμίζει φθινόπωρο. Οι ηλιόλουστες μέρες εξακολουθούν να μας παραπλανούν πως ακόμη είναι καλοκαίρι, μα η έναρξη της σχολικής χρονιάς ήρθε να μας διαψεύσει.

Για μένα, από τότε που έγινα γονιός, ο Οκτώβρης σηματοδοτεί την έναρξη ενός μαραθωνίου μεγάλης διάρκειας, τόσης, όση και η σχολική χρονιά. Φαντάζομαι πως το ίδιο ισχύει και για κάθε γονέα που συνειδητοποιεί πως η ξεγνοιασιά του καλοκαιριού έχει τελειώσει ανεπιστρεπτί κι είναι η ώρα να σηκωθούν μανίκια, να σκύψουν κεφάλια και να αρχίσει αυτός ο αδυσώπητος αγώνας να προλάβουμε όλα όσα αφορούν τη μόρφωση και πνευματική εξέλιξη του παιδιού μας, που σε συνδυασμό με τις πολλές δικές μας υποχρεώσεις μας προκαλούν να ανταπεξέλθουμε και να καταφέρουμε να βγάλουμε τη χρονιά αλώβητοι. Ο αγώνας που δίνουν οι γονείς, είναι αξιοσέβαστος κι απαιτητικός . Για μας όμως που ζούμε στην επαρχία με μικρά παιδιά, ο αγώνας αυτός είναι ακόμη πιο δύσκολος.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να εξηγήσω τι σημαίνει κατ’ εμέ, επαρχία. Επαρχία λοιπόν δε θεωρώ τις μικρές πόλεις της Ελλάδας, ούτε καν αυτές τις μικρότερες που κάποιοι θεωρούν χωριά, αλλά δεν παύουν να αποτελούν μικρογραφία των μεγαλυτέρων. Επαρχία, ή αλλιώς χωριό, θεωρείται εκείνο που δε διαθέτει καταστήματα κάθε είδους, άντε στην καλύτερη να έχει ένα μίνι μάρκετ, ένα παντοπωλείο ή για τους κατοίκους του ένα σούπερ μάρκετ, σε καμία περίπτωση όμως με την έννοια του σούπερ μάρκετ των μεγαλουπόλεων. Επίσης, διαθέτει ένα καφενείο-καφέ που φιλοξενεί από τον πιτσιρικά μέχρι και τον παππού του. Όλοι νέοι, μεσήλικες κι ηλικιωμένοι σε ένα χώρο, αυτό θα πει σύσφιξη σχέσεων!

Φροντιστήριο, σχολή χορού, σχολή καράτε, γυμναστήριο κι οτιδήποτε θεωρείται πλέον ως απαραίτητο κι αυτονόητο για τον μέσο αστό, στο μικρό χωριουδάκι ξεχάστε το! Όσο για αστική συγκοινωνία, δεν υπάρχει ούτε ως έννοια, εφόσον η οδική επικοινωνία πραγματοποιείται με 2 ή 3 δρομολόγια την ημέρα. Σχολείο ακόμη κι αν υπάρχει, αποτελείται από ελάχιστους μαθητές -το σύνολο των παιδιών από τα γύρω χωριά- με αποτέλεσμα την έλλειψη σε δασκάλους και καθηγητές, φτάνοντας στο σημείο να μη διδαχθεί μάθημα καθ’ όλη τη σχολική χρονιά, αποδεικνύοντας έτσι πως οι ίσες ευκαιρίες τελικά δεν αφορούν τα επαρχιακά σχολεία.

Η ζωή στο χωριό θα μπορούσε να είναι όμορφη και γαλήνια, γεμάτη απολαύσεις μόνο για την τρίτη ηλικία, εφόσον έχουν την αυλή τους, το περιβολάκι τους με τα φρέσκα λαχανικά, άπλετο χρόνο να απολαύσουν τον καφέ ή το τσιπουράκι τους, χωρίς να τους κυνηγάει ο χρόνος- ή η υγεία τους, γιατί εκεί αλλάζει το πράγμα.

Για κάποιον που είναι γονιός μικρού παιδιού, η ζωή στην επαρχία είναι ένας συνεχής αγώνας με αντίπαλο τον χρόνο, τις καιρικές συνθήκες και φυσικά την κούραση. Διότι ένας γονιός εργαζόμενος, έχει να ανταπεξέλθει πέρα από τη δουλειά, και στη συνεχή οδήγηση για να μεταφέρει το παιδί του στο κοντινότερο σημείο που υπάρχει φροντιστήριο ή οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα συμμετέχει αυτό. Συχνά έχει να αντιμετωπίσει παγωνιές, χιόνια, βροχές κι ομίχλη σε δρόμους επαρχιακούς, χωρίς διαγράμμιση, χωρίς σήμανση ή φωτισμό. Οι αποστάσεις είναι συνήθως αρκετών χιλιομέτρων κι όταν τις μηδενίζεις σε καθημερινή βάση, η κούραση δεν είναι μόνο σωματική. Αναγκάζεσαι να παραμένεις στο αυτοκίνητο ή σε κάποιο καφέ για πολλές ώρες, μέχρι να τελειώσουν οι δραστηριότητες του παιδιού σου, διότι είναι ασύμφορο να μετακινηθείς.

Η υποχρέωση των μετακινήσεων τελειώνει μόνο εφόσον το παιδί αποφοιτήσει από το σχολείο και φύγει σε κάποια πόλη για σπουδές. Μέχρι τότε, ο γονιός είναι αναγκασμένος να προσαρμόσει το πρόγραμμα και τις ανάγκες του με βάση αυτό το δεδομένο. Μα ακόμα κι αν περάσει 10 χρόνια από τη ζωή του να κάνει διαδρομές, πάντα θα υπάρχει ένα θέατρο, ένα σινεμά, ένα βιβλίο, ένας πόρος που δε θα βρίσκεται παρά μόνο σε ακτίνα 100 χιλιομέτρων και θα πρέπει να εξηγεί, γιατί, ακόμα κι αν θέλει, δεν μπορεί να το παρέχει. Κι αυτό θα τσούζει, κάθε φορά.

Κάποιος κακεντρεχής θα μπορούσε να πει πως ήταν επιλογή η ζωή στο χωριό. Πράγματι, κάποιες φορές είναι, αλλά τις περισσότερες είσαι αναγκασμένος να ζήσεις σε αυτόν τον τόπο, λόγω δουλειάς, λόγω συνθηκών γενικότερα κι εξάλλου οι αποφάσεις αυτές παίρνονται συνήθως πριν την ύπαρξη παιδιών, κάτι που σε καμία περίπτωση δε σε προετοιμάζει για το μέλλον που θα έχεις ζώντας στον μέχρι πρότινος μικρό παράδεισο, με παιδιά κι υποχρεώσεις. Είναι αστείο να ακούω «ονειρεύομαι μια ζωή στην επαρχία, μακριά από τους τρελούς ρυθμούς της πόλης». Κάθε φορά, θέλω να επέμβω στη συζήτηση και να ρωτήσω αν αυτός που το λέει έχει παιδιά!

Εν κατακλείδι η ζωή στο χωριό  έχει και τα καλά της, αλλά αυτά ένας γονιός μπορεί να τα ανακαλύψει, όταν τα παιδιά του ενηλικιωθούν και πάψουν να εξαρτώνται από τους αυτούς. Μέχρι τότε, θα ζει πίσω από ένα τιμόνι, να τρέχει για να μπορεί να παρέχει όλα αυτά που χρειάζονται, χωρίς και πάλι, ποτέ, να είναι αρκετά.

Συντάκτης: Δέσποινα Σαρακατσιανού
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου