Σύμφωνα με έρευνες τα τελευταία χρόνια, όλο και πιο μικρές ηλικίες εφήβων έχουν ολοκληρωμένες ερωτικές επαφές. Σε πρόσφατη έρευνα της Μονάδας Εφηβικής Υγείας του Νοσοκομείου Παίδων Αγία Σοφία σε εφήβους της Αττικής , το 20% είχαν ολοκληρωμένες σεξουαλικές σχέσεις μέχρι τα 16 τους χρόνια. Διαβάζοντας άρθρα και μελέτες τέτοιου είδους, ένας γονιός γεννημένος στη δεκαετία του ’70-’80 και διανύοντας την εφηβεία του τη δεκαετία του ’90-’00 έρχεται αυτομάτως να προβληματιστεί και σίγουρα να συγκρίνει τη δική του εφηβεία. Σαφώς κι από πάντα υπήρχε η ερωτική επαφή στα ενδιαφέροντα και τις συζητήσεις των νέων, αλλά συχνά έμεναν μόνο στα λόγια. Η πράξη αυτή καθ’ αυτή, ερχόταν πολύ αργότερα.

Κατανοούμε λοιπόν τον τρόμο που νιώθει ένας γονιός που έχει έφηβο παιδί στην εποχή αυτή της τρελής εξέλιξης της τεχνολογίας και στην οποία αισθάνεται ήδη ανήμπορος να το προσεγγίσει με την οδό της άμεσης επαφής και της κατ’ ιδίαν συζήτησης. Χιλιάδες σκέψεις περνάνε από το μυαλό του. Σκέψεις που η ποιότητα και το είδος τους εξαρτάται από την ιδιοσυγκρασία και τα βιώματά του. Μιλώντας και για τα πιο παλιά μυαλά, ένας γονιός που είναι στενόμυαλος ή κι αυστηρός, σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε να πλησιάσει το παιδί του και να καταφέρει να τον εμπιστευτεί σε τέτοιου είδους θέματα. Ένας γονιός που είναι συνεχώς επικριτικός, εριστικός και δεν εκπέμπει κατανόηση κι αγάπη γίνεται αυτόματα κι εχθρός.

Υπάρχουν όμως και γονείς που, όσο κι αν μοιάζει ουτοπικό, δεν έμειναν στη γενιά τους, ούτε συνέχισαν να μασουλάν’ τα τραύματά τους, ενώ έχουν καταφέρει να χτίσουν μια σχέση ουσιαστική με τα παιδιά τους. Έχουν βρει τον τρόπο να εμπνέουν τα παιδιά τους έτσι ώστε να τους εμπιστεύονται και κατάφεραν να είναι οι πρώτοι άνθρωποι που θα τρέξουν να ζητήσουν τη γνώμη τους και τη συμβουλή τους. Αυτό δε συνέβη μαγικά ή τυχαία. Είναι αποτέλεσμα συνεχούς αγώνα και προσπάθειας να καταλάβουμε το παιδί μας, να νιώσουμε όλα αυτά που βιώνει, να αφουγκραστούμε τους προβληματισμούς του και να σταθούμε δίπλα του χωρίς επικριτική διάθεση, παρά μόνο με αγάπη και κατανόηση.

Έτσι θα φτάσει και η στιγμή που το πιο αγαπημένο μας πρόσωπο θα έρθει να μας συμβουλευτεί για την ολοκλήρωση της σχέσης του και θα είμαστε, όσο το δυνατόν πιο έτοιμοι. Σαφώς, όσο ανοιχτόμυαλος κι αν θεωρείς πως είσαι, το σοκ στο άκουσμα της πράξης θα σε μετατρέψει έστω και δευτερόλεπτα σε κεραυνόπληκτο. Αν είσαι αρκετά συνειδητοποιημένος, όμως και έχεις επεξεργαστεί την κατάσταση πολλές φορές στο μυαλό σου, θα επανέλθεις γρήγορα και θ’ αναλάβεις δράση να κάνεις ίσως την πιο ουσιαστική, μα και συνάμα ντροπιαστική συζήτηση της ζωής σου. Γιατί κακά τα ψέματα, όσο και να θέλεις να φαίνεσαι κουλ μαμά ή μπαμπάς, το να συζητάς με το παιδί σου θέματα ερωτικού περιεχομένου δεν είναι και το πιο βολικό πράγμα. Στο χάσμα γενεών, τώρα, έρχεται να προστεθεί και το χάσμα των λέξεων.

Όσο καλά κι αν πάει, τα συναισθήματα φόβου κι ανησυχίας έρχονται περιστασιακά να σε κατακλύσουν, όσο προσπαθείς να καθησυχάσεις το μέσα σου. Τώρα είναι η κρίσιμη στιγμή που πρέπει να εφαρμόσεις όλ’ αυτά που διάβασες ή προσπαθούσες τόσο καιρό να χτίσεις αναφορικά με τη σχέση γονέα-παιδιού. Σου δίνεται αυτή η πολύτιμη ευκαιρία να εδραιώσεις τη σχέση σας και να την πας σε άλλο επίπεδο. Από την αντίδρασή σου κρίνεται η αποτελεσματικότητα όλων αυτών που θεωρούσες πως είχες καταφέρει. Αν φτάσεις στο σημείο ν απομονώσεις τα συναισθήματα ανησυχίας και φόβου, θα έχεις κάνει τουλάχιστον τη μισή διαδρομή για να επιτύχεις τον στόχο σου. Το παιδί σου θα βρει ένα σύμμαχο κι έναν καλό συνομιλητή σε κάθε του σκέψη, σε κάθε του βήμα. Πίστεψέ με, είναι κάτι που θα σε κάνει πολύ περήφανο ως γονιό. Με το πέρασμα του χρόνου και βλέποντας την ωριμότητα με την οποία αντιμετωπίζει το παιδί σου την υφιστάμενη κατάσταση, οι φόβοι σου για την ασφάλειά του θα μειωθούν σταδιακά. Θα εξαφανιστούν; Ποτέ.

Ως μητέρα μιας έφηβης κόρης, δε θα ξεχάσω την αντίδρασή μου όταν σε ηλικία 16 ετών, κι ενώ γνώριζα πως διατηρούσε σχέση με κάποιο συνομήλικό της, μέσω μιας συζήτησης μου δήλωσε έτοιμη να ολοκληρώσει τη σχέση της μαζί του. Σαφώς και στο μυαλό μου παρέλασαν εικόνες κι εκδοχές από όσα θα μπορούσαν να της συμβούν. Είναι έτοιμη γι’ αυτό πραγματικά; Αν συμβεί και χωρίσουν πώς θα νιώσει; Μήπως νομίζει ότι το θέλει η ίδια, ενώ στη πραγματικότητα αισθάνεται πίεση, έστω κι έμμεσα, από την άλλη πλευρά; Γνωρίζει μέχρι πού είναι τα όριά της; Μπορεί να επιβληθεί αν νιώσει πως απειλείται; Πώς μπορώ εγώ να τη συμβουλεύσω σωστά; Αυτά κι αλλά τόσα ερωτήματα γεννήθηκαν στο μυαλό μου εκείνη τη στιγμή. Βρίσκοντας όμως την αυτοκυριαρχία μου, κατάφερα μέσω ερωτήσεων να κάνουμε έναν εποικοδομητικό διάλογο και να κατανοήσω και τα δικά της θέλω, τις δικές της ανάγκες. Όταν βλέπεις πως το παιδί σου έχει την ωριμότητα να γνωρίζει ακριβώς αυτό που θέλει κι έχει ν’ αντιμετωπίσει, δε σου αφήνει και πολλά περιθώρια ν’ ανησυχείς περισσότερο από αυτό που απορρέει ως φυσιολογικό, από τον ρόλο σου ως γονιός.

Έχουν περάσει τρία χρόνια από αυτή την εμπειρία -τρομακτική για μένα, μα και τόσο σημαντική για την κόρη μου- το μόνο που τελικά έχει μείνει στη σκέψη και των δυο μας είναι ο τρόπος που μπορέσαμε να το αντιμετωπίσουμε, η κάθε μια σύμφωνα με τα βιώματά της. Στα απομεινάρια της χτίσαμε μια σχέση που ξεπερνάει τα στενά όρια της σχέσης γονιού-παιδιού, μιας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ δύο ενήλικων πλέον ατόμων, που τους δένει, όμως, μια αγάπη εκτός ορίων, μια αγάπη ανιδιοτελής, όπως ένας γονιός ξέρει να δίνει κι ένα παιδί ξέρει να δέχεται και να επιστρέφει.

Συντάκτης: Δέσποινα Σαρακατσιανού
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου