Το επίμαχο και επίκαιρο θέμα της διαδικτυακής παρενόχλησης με καταπληκτική μαεστρία έγινε μία από τις κορυφαίες και δημοφιλέστερες σειρές του Νέτφλιξ για το 2024 και ένας λόγος της επιτυχίας του ήταν και το γεγονός ότι βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα. Το θέμα του διαδικτυακού και φυσικού stalking προσεγγίστηκε με τρόπο ρεαλιστικό αλλά ευφάνταστο και σίγουρα χωρίς να θυματοποιεί επιπλέον το θύμα και να στοχοποιεί επιπλέον τον θύτη. Πρόκειται, εξάλλου, για μια σειρά, όπου ξεκάθαρα η Μάρθα είναι η stalker και ο Ντόνι ο αποδέκτης αυτού του είδους της βίας, ωστόσο και τη Μάρθα τη συμπονάς και τον Ντόνι θες κάποια στιγμή να τον ταρακουνήσεις από τον λήθαργό του και από το σερί των λάθος επιλογών του. Με άλλα λόγια, η σειρά αυτή ήρθε για να αφηγηθεί μια ιστορία στην οποία όμως δεν υπάρχουν αποκλειστικά καλοί ή αποκλειστικά κακοί χαρακτήρες αλλά η αξιολόγηση των ηρώων επαφίεται στην ιδιοσυγκρασία και τα βιώματα του θεατή.

Απόλυτα κομβικό σημείο της σειράς είναι ένα επεισόδιο όπου η αστυνομία περιορίζει πλήρως τη Μάρθα, η οποία οδηγείται στη δικαιοσύνη και αναλαμβάνει τις συνέπειες των πράξεών της. Για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, σταματάει να ενοχλεί τον Ντόνι και τότε γίνεται το εξής απρόσμενο και εντυπωσιακό για την ανθρώπινη ψυχολογία. Στον Ντόνι λείπει η Μάρθα! Του λείπει το χαμόγελό της, το μπουστάρισμα που του έδινε στις παραστάσεις, η μορφή της που τον περίμενε καθημερινά στη στάση και τα μηνύματά της. Εκείνη την περίοδο, μάλιστα, ο Ντόνι ενώ φαίνεται ότι έχει ηρεμήσει και έχει βάλει σε τάξη τη ζωή του, μπαίνει στη διαδικασία να φαντασιωθεί σ3ξουαλικά τη Μάρθα. Για να αντισταθμίσει την απουσία της στη ζωή του, ο Ντόνι «ξεθάβει» από το αρχείο του όλα τα ηχογραφημένα μηνύματα που του έστελνε κατά καιρούς και είχαν θετική χροιά και τα οποία, μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί πως του έγιναν εμμονή από τη στιγμή που η αστυνομία του ζήτησε να κρατήσει αρχείο.

Εδώ, λοιπόν, η ιστορία παίρνει μια ενδιαφέρουσα τροπή. Δεν έχει μόνο η Μάρθα ανάγκη τον Ντόνι και γι’ αυτό τον καταδιώκει. Έχει ανάγκη και ο Ντόνι τη Μάρθα και η ανάγκη αυτή του προέκυψε από το πουθενά, όσο τη γνώριζε, δενόταν και έχτιζε την εξάρτησή του από αυτήν. Αν το δούμε, λοιπόν, από την αντίθετη οπτική, η Μάρθα μπήκε σε ένα μπαρ, «κόλλησε» στον πρώτο άνθρωπο που της έδωσε σημασία, του έδωσε όνομα, φαντάστηκε πως έχουν σχέση και ξεκίνησε η παρανοϊκή ιστορία της καταδίωξης. Έκανε αισθητή την παρουσία της σε όλες τις πτυχές της ζωής του Ντόνι, έθεσε σε κίνδυνο την πρώην του, τη μητέρα της, τους ίδιους τους γονείς του και καθόρισε απόλυτα τον τρόπο που τον αντιμετώπιζαν στη δουλειά. Η Μάρθα, δηλαδή, έγινε η stalker ενός ανθρώπου που έτυχε να της δώσει σημασία.

Από την άλλη ο Ντόνι παρουσιάστηκε στην αρχή τελείως άβουλος αλλά καθόλου αρνητικός σε όλη την επιβεβαίωση που του έδινε η Μάρθα. Δεν είναι τυχαίο που στην αρχή όταν η παρενόχληση είχε τη μορφή ακόμα άκακων και χαριτωμένων σχολίων, ο Ντόνι δεν «έκλεινε» την πόρτα και ομολογούσε με απόλυτη ειλικρίνεια ότι το γέλιο της τον γοήτευε, η οικειότητα που ένιωθε μαζί της τον γοήτευε και ακόμα και οι απειλές της για κάποιο «ατύχημα» την ώρα της επιστροφής του στο σπίτι του έδιναν μια νότα περιπέτειας στη ζωή του.

Με άλλα λόγια, η ιστορία του Ντόνι και της Μάρθας φαίνεται να έχει πολλά στοιχεία από την ιστορία που επιστημονικά θεμελίωσε το λεγόμενο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» και οι δυνάμεις που ασκούνται μεταξύ αυτών των δύο ηρώων φαίνεται να είναι αμφίρροπες. Η εντύπωση αυτή εντείνεται ακόμα περισσότερο στα επεισόδια όπου γίνεται αναδρομή στο παρελθόν του ήρωα και γίνεται ακόμα σαφέστερο πως πρόκειται για έναν άνδρα που έχει κακοποιηθεί σωματικά, συναισθηματικά και ψυχολογικά, ωστόσο για κάποιο λόγο γυρνάει συνεχώς στην πηγή του κακού. Η έλλειψη πρωτοβουλίας που τον διακρίνει, η αίσθηση ότι δεν μπορεί με τίποτα να πετύχει σε έναν επαγγελματικό τομέα που αγαπάει, η συνεχής οικονομική του ένδεια που τον αναγκάζει να μένει στη μητέρα της πρώην κοπέλας του σκιαγραφούν έναν άνθρωπο που είναι πάντα κομπάρσος στη ζωή του. Πέφτει εύκολα θύμα γιατί βάζει ο ίδιος τον εαυτό του πρώτα σε αυτή τη θέση και δύσκολα διεκδικεί την πραγμάτωση μιας επιθυμίας του. Έχει σημαδευτεί ανεπανόρθωτα από τον επανειλημμένο βιασμό του υπό την επήρεια ναρκωτικών, αδυνατεί ακόμα και στην ηλικία των 35, 40 χρονών να προσδιορίσει με ακρίβεια τη σ3ξουαλική του ταυτότητα, αισθάνεται αμήχανα μπροστά σε μία τρανσέξουαλ, η οποία όμως είναι από τους λίγους ανθρώπους που τον προσεγγίζει σοβαρά και ενδιαφέρεται πραγματικά για αυτόν, μένει τελείως άπραγος όταν βλέπει ότι η σ3ξουαλική του ζωή καταρρέει και πέφτει στην ανάγκη μιας άρρωστης γυναίκας που τον καταδιώκει προκειμένου να «φτιαχτεί» σ3ξουαλικά.

Από αυτή, λοιπόν, την άποψη, μπορούμε να υποθέσουμε και το εξής αντίστροφο: Η Μάρθα είναι έτσι κι αλλιώς αυτή που είναι. Ηδονίζεται από όλο αυτό που κάνει και στο παρελθόν έχει δικαστεί και καταδικαστεί για αυτό. Αυτό είναι δεδομένο. Αν το δούμε όμως, ανάποδα, τότε θα μπορούσε κάλλιστα να φτιαχτεί και ένα σενάριο από την αντίστροφη πλευρά. Ο Ντόνι κάνει την απόλυτη προσπάθεια να συντηρήσει το αρρωστημένο ενδιαφέρον της Μάρθας. Γιατί; Γιατί την έχει ανάγκη. Ο σεναριογράφος το υπαινίσσεται αυτό, έστω και συμβολικά, όταν οι φίλοι του Ντόνι, μην έχοντας συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, στέλνουν για πλάκα ένα μήνυμα στη Μάρθα με ευθεία σ3ξουαλική πρόταση. Σίγουρα δεν ήταν στην πρόθεση του Ντόνι, όμως είναι ένα τέλειο εύρημα για να αναζωπυρωθεί το αρρωστημένο ενδιαφέρον της Μάρθας και να εννοηθεί και η εξάρτηση που έχει αυτός από αυτή.

Αν γράφαμε το αντίστροφο σενάριο, δε θα αλλάζαμε τα γεγονότα. Απλά θα τα βλέπαμε διαφορετικά και ίσως καταλαβαίναμε περισσότερο την ψυχοσύνθεση του Ντόνι. Ο ήρωας στην αρχή αισθάνεται άνετα με τη διώκτριά του, παρατηρεί τις συνήθειές της, καταγράφει στο μυαλό του τις παραγγελίες της και της κάνει ένα ψυχογράφημα. Θα λέγαμε ότι για λίγο λειτουργεί ο ίδιος σαν stalker δικός της. Το επάγγελμά του, εξάλλου, προσφέρεται για αυτό. Ως μπάρμαν έχει κάνει άπειρες συζητήσεις με πελάτες και στην ουσία έχει ζήσει πολλές από τις ζωές τους. Στη συνέχεια την ψάχνει στο κοινό του γιατί του δίνει θετικό feedback και μάλιστα η αλληλεπίδραση μαζί της του ανεβάζει την αποδοχή. Της φέρεται ευγενικά χωρίς να θέλει να την πληγώσει και πρώτος αυτός έχει εισβάλει στον δικό της χώρο, δηλαδή στο σπίτι της μετά από ένα απρόσμενο γεγονός. Είμαστε σίγουροι ότι ο Ντόνι τη φαντασιώνεται σ3ξουαλικά, ενώ από αυτήν έχουμε μόνο τα μηνύματά της και μια συμπεριφορά που αιτιολογείται ελάχιστα και αόριστα.

Γιατί αυτή η συμπεριφορά εκ μέρους του Ντόνι; Διότι έχει καταλάβει πως μόνο η Μάρθα από όλους τους ανθρώπους που συνάντησε στη ζωή του είναι εκείνη που θα τον προβιβάσει και θα τον αναβαθμίσει στη θέση του πρωταγωνιστή, του σταρ. Μέχρι τότε ο ήρωάς μας είναι μόνο κομπάρσος. Μένει σε δανεικό σπίτι, κάνει μια δουλειά που δεν του αρέσει, φοράει ακόμα και το μπουφάν ενός νεκρού ανθρώπου. Γίνεται αφορμή για σχόλια από τους συναδέλφους του και στο επάγγελμα του κωμικού προς το παρόν έχει αποτύχει. Κανένας μέχρι τώρα δεν τον έχει βοηθήσει να ανασυρθεί από αυτόν τον βούρκο, εκτός από τον βιαστή του παρελθόντος και τώρα τη Μάρθα. Σε αυτούς τους δύο πάντα γυρνάει και θα ξαναγυρνάει σαν σκύλος που κυνηγάει την ουρά του. Στον πρώτο ξαναγύρισε, με τη δεύτερη τον κρατά δεμένο μια απόλυτη και αρρωστημένη εξάρτηση.

Αν δούμε, λοιπόν, την ιστορία αντίστροφα, ο Ντόνι δεν είναι μόνο ο stalker της Μάρθας. Είναι ο εμπνευστής της και ο δημιουργός της. Και η Μάρθα είναι ο καθρέφτης που όμως δείχνει πάντα ένα συγκεκριμένο είδωλο του Ντόνι: του πετυχημένου, του κοινωνικού, του ευχάριστου, του δυναμικού, του αποφασιστικού… Ο Ντόνι θα καταγγείλει τη Μάρθα όταν πλέον τα όρια ξεπεραστούν. Είναι αξιοπερίεργο όμως ότι τα όρια «ξεπεράστηκαν» όχι σε στιγμές που όλοι θα περιμέναμε αλλά μια στιγμή ανύποπτη μέσα στη σειρά που μάλιστα προσπερνιέται εύκολα. Ο Ντόνι καταγγέλλει τη Μάρθα, όμως δεν ενδιαφέρεται για τη διαδικασία αυτή καθ’ εαυτή. Αναρωτιέται για το πώς αυτή θα αντιδράσει και περιμένει το επόμενο βήμα της. Κρατάει ο ίδιος τα ηνία και περνάει στη φάση που αυτός ελέγχει τις κινήσεις της.

Ο Ντόνι μπορεί να ιδωθεί ως ο stalker της Μάρθας. Φέρτε μόνο μια σκηνή στο μυαλό σας. Εκείνη όπου με σχολαστικότητα που αγγίζει τα όρια της ηδ0νής, φτιάχνει το αρχείο με τα απεσταλμένα μηνύματα της Μάρθας. Τα συγκεντρώνει, τα ταξινομεί, τα αξιολογεί και τα ξαναακούει. Αν αυτό δεν είναι stalking, τότε τι είναι;

 

Πηγή εικόνας: Netflix

Συντάκτης: Σοφία Ρηγοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη