Αν ανοίξετε ένα οποιοδήποτε λεξικό κι αναζητήσετε τη σημασία της λέξης “πόνος”, πέρα από τον φυσικό πόνο που προκαλείται στο σώμα έπειτα από κάποιο χτύπημα ή κάποια άλλη δυσλειτουργία, θα σας εμφανίσει και τον συναισθηματικό πόνο ο οποίος ορίζεται ως η δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση που προέρχεται από άλλα συναισθήματα. Μπορεί όμως ο πόνος αυτός να χωρέσει απλά σε μια πρόταση; Μπορεί πράγματι να εκφραστεί με λόγια ή είναι κάτι που το βιώνουμε αποκλειστικά μέσα μας;

Εστιάζοντας σε έναν κοινώς αναγνωρισμένο πόνο, αυτόν του χωρισμού -ειδικά του απότομου-  νιώθει κανείς θυμό, λύπη, ενοχή, απογοήτευση. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εκφράστηκαν ή επικοινωνήθηκαν. Βλέπετε, εκτός από εκείνους που φοράνε το συναίσθημά τους στο πρόσωπο, υπάρχουν ακόμα πιο πολλοί άνθρωποι οι οποίοι φροντίζουν να κρύβουν καλά αυτό που νιώθουν, χωρίς να το εξωτερικεύουν.

Σαφώς πρωτοστατεί το κομμάτι του φόβου έκθεσης, μήπως θεωρηθούν ευάλωτοι ή υπερβολικοί, καθώς κι αδύναμοι στα μάτια εκείνων που εκτίθενται. Ακόμη, πολλοί είναι εκείνοι που τείνουν να υποβαθμίζουν τα συναισθήματά τους και κατά κάποιο να τα αγνοούν, αρκώντας στο κλισέ πως “δε χρειάζεται να στενοχωριέσαι γι’ αυτό, όλα περνάνε”. Έτσι, συχνά, όχι μόνο ο πόνος δεν περνάει, αλλά γίνεται κάθε μέρα όλο και λιγότερο υποφερτός, παραμένοντας εκεί φροντίζοντας να μας υπενθυμίζει διαρκώς αυτή την απώλεια.

Άλλος ένας λόγος για τον οποίο κάποιος κρύβει τα συναισθήματά του κάτω από το χαλί, είναι σαφώς κι η ανταγωνιστική φύση του έρωτα που εμφανίζεται στον χωρισμό. Εγωισμός λοιπόν και μια ανάγκη να φανεί πως ο χωρισμός αυτός δεν τον έχει επηρεάσει ιδιαίτερα και δεν έχει τσακίσει τον συναισθηματικό του κόσμο. Σε δεύτερη ανάλυση, πάλι, θεωρείται μέσο εκδίκησης, επιβεβαιώνοντας τελικά τη θεωρία ότι κανείς δε μένει αναντικατάστατος. 

Το εντυπωσιακό μάλιστα είναι πως την ίδια αυτή στάση διατηρούν ακόμα κι όταν δουν τον -μέχρι πρότινος- άνθρωπό τους αγκαλιά με το καινούριο του ταίρι. Όμως ακόμη και τότε, θα χαμογελάσουν βεβιασμένα μα αρκετά πειστικά, θα δείξουν πως έστω και λίγο όλα είναι καλά, πως η παρουσία αυτών των δύο στον χώρο δεν τους έχει στερήσει το οξυγόνο ούτε μια στιγμή και πως η απότομη αυτή πτώση δεν τους έχει συντρίψει, δεν τους έχει λυγίσει. Σαφώς τίθεται και θέμα αξιοπρέπειας, καθώς είναι εντελώς παράλογο να περιμένει κανείς να θίγεται τόσο άμεσα το εγώ του κι αντί να διαφυλάξει τον εαυτό του, να πέσει πιο χαμηλά ακόμα, προσφέροντας στο πιάτο επιβεβαίωση.

Κι αυτό είναι ενδεχομένως μια υγιής μορφή αντιμετώπισης του πόνου, το fake it till you make it δηλαδή, ως το σημείο που δεν καταπιέζει τα συναισθήματά του ο πράττων την τακτική, καθώς όσο αυτά συσσωρεύονται μέσα του, ανακυκλώνονται και τον καταπλακώνουν ολοένα και περισσότερο, μέχρι τη στιγμή αγανάκτησης. Εφόσον λοιπόν είναι καμουφλάζ, ενδεχομένως ο δείκτης θα χτυπήσει κόκκινο και το μεγάλο μπαμ θα ακουστεί πιο εκκωφαντικά από ποτέ. 

Ίσως τελικά, στον πόνο να μη χωράνε ανωτερότητες. Από τη στιγμή που κάτι ή κάποιος μας έχει πληγώσει πολύ, καλό είναι να εκφράζουμε πώς νιώθουμε, να βρίσκουμε τρόπους να ξεσπάμε και να παίρνουμε όσο χρόνο χρειαστεί, προκειμένοy ν’ ανακουφιστούμε, καθώς θεραπεία για τον συναισθηματικό πόνο δε συνταγογραφείται. Εξάλλου, το συναίσθημα πάντα ήταν ένα είδους δύναμης, ισοδύναμο της ζωής και του έρωτα, ποτέ της ντροπής και της αδυναμίας.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Χαρά Δράκου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου