Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα». 

 

Θέλω να φύγουμε μακριά ο ένας από τον άλλον, ίσως να μη μιλήσουμε πολύ, να φιληθούμε όσο μας επιτρέπει ο χρόνος και να χαιρετηθούμε κάπως άβολα αλλά πριν, θα ήθελα ένα τελευταίο βράδυ. Μία νύχτα αυτού του μήνα να την αφιερώσεις σε εμάς, να μη σκεφτείς κανέναν και τίποτα, να μην ανταλλάξουμε κουβέντα.

Θα έρθω σπίτι σου αφού νυχτώσει (τα καλύτερα εγκλήματα άλλωστε γίνονται τα βράδια), θα χτυπήσω την πόρτα σου κι εσύ θα ξέρεις πως θα είμαι εγώ, θα φοράω εκείνο το μπλε φουλάρι που αγαπάς και μου λες πως μου δίνει μία νότα ανεμελιάς. Θα με κοιτάξεις εξονυχιστικά κι εγώ θα κάνω το ίδιο, θα ήθελα να αποτυπωθώ στο μυαλό σου κι εσύ στο δικό μου. Έπειτα θα με φιλήσεις, αλλά όχι για πολύ γιατί θα απομακρυνθείς γρήγορα, σαν να δοκιμάζεις τα όριά μου.

Να καθίσουμε μία τελευταία φορά αγκαλιά στον καφετί καναπέ που άκουσε τους καβγάδες μας, αισθάνθηκε το άγγιγμά μας και υπέμεινε τα δάκρυα και τις χαρές μας. Θα ακούω τον ρυθμικό χτύπο της καρδιάς σου (δε θα σου πω πως είναι η τελευταία μας στιγμή γιατί το αλέγκρο της θα με καταστρέψει) αλλά θα έχω κλειστά τα μάτια μου για να συγκεντρωθώ αποκλειστικά σε αυτό και για να μη με κοιτάξεις· θα καταλάβαινες αμέσως.

Το τελευταίο μας βράδυ θα κάναμε έρωτα, όπως ποτέ άλλοτε, θα είχε κάτι το διαφορετικό και το συναρπαστικό, θα το αρνούμασταν αλλά θα ξέραμε πως θα σήμαινε πολλά. Θα κάπνιζες έπειτα και για πρώτη φορά δε θα σου έλεγα κάτι, ούτε θα σε κοιτούσα προειδοποιητικά κι εκείνη τη στιγμή θα το αντιλαμβανόσουν, αλλά θα ήμουν ήδη ακόμα πιο ερωτευμένη μαζί σου, οπότε οι φωνές σου θα έπεφταν στην άβυσσο. Θα το έσβηνες με μανία και θα με κοιτούσες με αυστηρότητα στα μάτια -εμείς οι δύο δεν μπορούμε χωριστά.

Θα μου μιλούσες έντονα και θα ενέδιδα, θα μαλώναμε παθιασμένα (όπως μας αξίζει) και θα κατέληγα στο ίδιο συμπέρασμα: εμείς οι δύο δεν ταιριάζουμε. Οπότε θα μου έκλεινες το μάτι, θα με τραβούσες στην αγκαλιά σου, θα μου ψιθύριζες εκείνα τα γλυκιά λόγια που μονάχα από εσένα ακούγονται πιστευτά και θα έμενα στην αγκαλιά σου μέχρι το πρωί.

Και έπειτα; Μετά το χάος ξεκινά η δημιουργία (μας); Σου χτύπησα την πόρτα λοιπόν και σου μίλησα με τα μάτια μου αλλά τα χείλη σου με διέψευσαν. «Ποτέ», μου ξεκαθάρισες κι εκείνη τη στιγμή ήταν σαν να με υπνώτισες.