Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info @ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

Εξομολογείται η Γ.

 

Δεν ήμουν προετοιμασμένη γι’ αυτή τη συνάντηση. Δεν ήθελα να γίνει. Ή μπορεί και να την ήθελα πολύ. Σε πακετάρισα μαζί με όλα τα βιβλία μου όταν έφυγα. Ορκίστηκα να μη σε ξανασκεφτώ, να μη σε ξανά λησμονήσω, να μη σε ξανά αναφέρω. Δεν τα κατάφερα.

Μπόρεσα, όμως, να πάψω να κοιμάμαι με τη σκέψη σου, μπόρεσα να αναφέρω το όνομά σου χωρίς να χάνω το χρώμα μου, μπόρεσα να σε συνδέσω με μια γλυκανάλατη ανάμνηση, μπόρεσα να παραδεχτώ τον έρωτά μου για σένα και τέλος ρε παιδί μου, να έρθω αντιμέτωπη με το τίποτα, με τη μηδενική κατάσταση που εμείς οι δυο είχαμε δημιουργήσει μεταξύ μας.

Πίστεψα πως σε είχα ξεπεράσει και το πίστεψα με πάθος. Προχώρησα παρακάτω κι ήμουν, αλήθεια, καλά. Αν, όμως, σκαλίσει κάποιος περίτεχνα την ψυχή μου, δίπλα στο όνομά σου θα δει μικρά ευρήματα ενθουσιασμού, αγωνίας, χαράς, ανυπομονησίας, φλερτ, έρωτα, φόβου, στεναχώριας, απόγνωσης, κενού. Αυτή ήταν, άλλωστε κι η πορεία της ανύπαρκτης σχέσης μας.

Δεν περίμενα να ταραχτώ τόσο με την εικόνα σου. Δεν ήθελα να δείχνω ευάλωτη στα μάτια σου, ήθελα να σου δείξω τη χαρά μου, αλλά όχι τον ενθουσιασμό μου. Πίστευα πως απ’ τη στιγμή που έφυγα, όλα άλλαξαν. Αλλά όταν τα βλέμματά μας συναντήθηκαν πάλι, όταν είπες το όνομά μου, όταν με άγγιξες, όταν με αγκάλιασες, όταν με φίλησες, κατάλαβα πως όλα συνέχισαν ακριβώς από εκεί που τα είχαμε αφήσει.

Σαν να μην πέρασε μια μέρα, σαν να μη συνέβη τίποτα, σαν να με γνώριζες ξανά απ’ την αρχή. Θρασύτατα βλέμματα που συναντιόνταν σχεδόν κάθε λεπτό, υπονοώντας πολλά, χωρίς, όμως, να εξομολογούνται τίποτα. Τα στόματά μας δειλά, οι λέξεις μας ανύπαρκτες. Μόνο το χαμόγελο.

Αυτό το χαμόγελο που το ένιωσα να μου φωνάζει. Να θέλει να πει όσο ο εγωισμός κι η δειλία μας, αρνούνται. Μου θύμισες πώς είναι να πονάω και να χαίρομαι ταυτόχρονα. Μου θύμησες πώς είναι τα χτυποκάρδια. Μου αναζωπύρωσες όνειρα. Μου ξύπνησες εικόνες, υπαρκτές και μη. Καταστάσεις και γεγονότα που μας έδεσαν και μας χώρισαν.

Έφυγα. Δε σε χαιρέτησα, όπως έγινε και την πρώτη φορά. Ωστόσο, αυτή τη φορά το νιώθω, το ξέρω. Δεν ήταν η τελευταία μας. Δεν ήταν η τελευταία φορά που ένιωσα τα χέρια σου στο πρόσωπό μου.