Κάθεστε ωραία και καλά τα δύο σας αγκαλίτσα στον καναπέ σας, όταν ξαφνικά ξεκινάει μια κουβέντα -συνήθως από το πουθενά- με την φράση «Α, δεν τα ‘μαθες; Ο Γιώργος και η Μαρία παντρεύονται». Η φράση βέβαια μπορεί να έχει και παραλλαγή με το «περιμένουν μωρό», «βρήκαν σπίτι να μείνουν μαζί», ή και σε πιο ανάλαφρα θέματα -που όμως κάτι κρύβουν κι υπονοούν- όπως το «θα πάνε Πήλιο για τις γιορτές». Αυτή λοιπόν η κουβέντα είναι η αφορμή για να ξεκινήσει ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος, με χιλιάδες θύματα –συνήθως πιάτα και γυαλικά που θα πέσουν ηρωικά στο πεδίο της μάχης-, ερείπια και συντρίμμια παντού και δύο τσακισμένες ψυχές να αναρωτιούνται «τι έγινε τώρα ρε παιδιά;».

Πολλές φορές μπαίνουμε σε ένα τριπάκι να συγκρίνουμε τη δική μας σχέση με τις σχέσεις των γύρω μας, ειδικά όταν δεν είμαστε εμείς στο ίδιο στάδιο με εκείνους. Εκείνοι προχωράνε κι εξελίσσουν τη σχέση τους, ενώ εμείς -στα δικά μας πάντα μάτια- παραμένουμε στάσιμοι. Κατηγορούμε τη σχέση μας μας πως κωλυσιεργεί να πάρει τις αποφάσεις για το κοινό μας μέλλον κι η δική μας εξέλιξη παραμένει στον πάγο.

Το ύπουλο σε όλη αυτήν την κατάσταση είναι πως δεν έχουμε τα κότσια να πούμε αυτό που μας απασχολεί ξεκάθαρα ούτε να διεκδικήσουμε τα θέλω μας, αλλά αντιθέτως χρησιμοποιούμε μια άλλη ιστορία που πλησιάζει σε αυτό που επιθυμούμε για εμάς για να πετάξουμε την πρώτη σφαίρα. Αντί λοιπόν να πούμε «θα ήθελα πολύ να κάνουμε ένα μωράκι», χρησιμοποιούμε την εικόνα «Ο Γιώργος κι η Μαρία θα κάνουν μωρό.». Με την ξινίλα στο βλέμμα, τη φωνή υψωμένη σε οριακά κι επικίνδυνα επίπεδα και τη στάση του σώματος έτοιμη για τσαμπουκά. Η φράση που κρύβεται πίσω απ’ όλο αυτό, αλλά δεν τολμάμε να ξεστομίσουμε είναι «εμείς, πότε;». Μη μου πεις πως δε βλέπεις κάτι λάθος σ’ όλο αυτό.

Το ταίρι μας ίσως να μην έχει καν ιδέα για το τι συμβαίνει, αλλά να βρίσκεται αντιμέτωπο με μια επίθεση από το πουθενά. Επιχειρήματα του τύπου «Μα νόμιζα πως ήθελες να δώσεις προτεραιότητα στην καριέρα σου», «δεν ήξερα πως ήθελες παιδί», ή ακόμα χειρότερα «μα είμαστε μαζί 2 μήνες ενώ εκείνοι 7 χρόνια», όχι μόνο δεν ηρεμούν τα πράγματα, αντιθέτως ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Άπαξ και μας μπει μια ιδέα στο κεφάλι, ό,τι κι αν ακούσουμε μετά, τίποτα δεν μπορεί να ηρεμήσει τα πνεύματα. Ακονίζουμε τα νύχια μας για καβγά και φυσικά καβγά θα προκαλέσουμε.

Καταρχάς, δε θα πρέπει για κανένα λόγο να συγκρίνουμε τη δική μας σχέση με μια άλλη. Μόνο το ζευγάρι γνωρίζει πού βρίσκεται, πώς περνάει, σε τι φάση είναι. Ο Γιώργος κι η Μαρία, ναι, μπορεί να πηγαίνουν διακοπές τα Χριστούγεννα στο Πήλιο, εμείς όμως έχουμε κανονίσει το Πάσχα να πάμε στη Βιέννη. Τα παιδιά μπορεί να αποφάσισαν να συγκατοικήσουν, εμείς όμως αγοράσαμε καινούργιο αυτοκίνητο. Ή όντως εκείνοι είναι μαζί 7 χρόνια, ενώ η δική μας η σχέση μετράει ελάχιστους μήνες. Το ‘πιασες το νόημα; Με δυο λόγια, καθένας εκεί όπου βρίσκεται, βρίσκεται ανάλογα με τις δυνατότητές του, τα θέλω του και σαφώς τους στόχους του.

Τέλος, θα πρέπει να αφήνουμε και στο ταίρι μας τη δυνατότητα να μας κάνει έκπληξη. Όσο εμείς ουρλιάζουμε γιατί οι φίλοι μας πρόκειται να συζήσουν μπορεί δυο μέρες πριν να ήταν έτοιμη αυτή η συζήτηση να τεθεί στο τραπέζι. Κι εμείς με τη μουρμούρα και την γκρίνια τα χαλάμε όλα. Την έκπληξη, τη στιγμή της αποκάλυψης και φυσικά τη διάθεση του συντρόφου μας.

Οι σχέσεις δεν είναι διαγωνισμός. «Εκείνοι έκαναν τόσα, εμείς λιγότερα, οπότε τρέξε να τους προλάβουμε στο νήμα». Οι σχέσεις θέλουν το δικό τους χρόνο και τις προσωπικές τους καταστάσεις για να ωριμάσουν σαν το καλό κρασί. Δεν μπορείς να έχεις την απαίτηση από μια Μαυροδάφνη κι ένα Μοσχοφίλερο να έχουν την ίδια γεύση στον ίδιο χρόνο κι υπό τις ίδιες καταστάσεις. Είναι άλλο το ένα κι άλλο το άλλο. Άφησε το χρόνο να κυλίσει και θα σου φέρει όλα εκείνα που πρέπει να φέρει, στο χρόνο που πρέπει. Αλλιώς, είτε θα καταλήξεις να πίνεις ξύδι είτε σε βλέπω να πίνεις μούστο. Μια φορά, κρασί δε θα ‘ναι.

 

Υ.Γ.: Για να μη φάμε ξύλο, ευχόμαστε από καρδίας στο Γιώργο και τη Μαρία,  με το καλό το μωράκι τους, να περάσουν σούπερ στο ταξίδι τους και να απολαύσουν το νέο τους σπίτι. Δε μας φταίνε σε τίποτα τα παιδιά να τα ματιάσουμε για χάρη ενός παραδείγματος.

 

Συντάκτης: Ελίνα Μυζίθρα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου