Εδώ και 10 μέρες, διαδραματίζεται ένα ακόμη κατάπτυστο για τη δημοκρατία και την κοινωνική πρόνοια γεγονός, από τα πολλά που βιώνουν οι Έλληνες πολίτες τις τελευταίες δεκαετίες. Ένας 81χρονος άνθρωπος ο οποίος έχει υποστεί αφαίρεση του ενός ποδιού του, έχοντας 85% αναπηρία, μαζί με την οικογένειά του εκδιώχθηκαν από το σπίτι τους, λόγω χρεών σε τράπεζες. Το σπίτι αυτό, τέθηκε σε πλειστηριασμό τον περασμένο Δεκέμβριο και πωλήθηκε για 150.000 ευρώ. Στις αρχές Μαΐου, λοιπόν, δικαστικός επιμελητής συνοδεία αστυνομικών, όπως αναφέρεται σε δημοσιεύματα, έκαναν έξωση στον άνθρωπο αυτό και τους δικούς του, άλλαξαν τις κλειδαριές στο σπίτι, ενώ δεν τους άφησαν να πάρουν ούτε προσωπικά είδη ούτε φάρμακα που είναι απαραίτητα να λαμβάνει ο 81χρονος.

Ο νέος ιδιοκτήτης έχει δει μπει στο σπίτι κι έχει αρνηθεί να διαθέσει στην οικογένεια τον χώρο που διαμένουν έναντι ενός ενοικίου, ενώ οι δεύτεροι παραμείνει στον περίβολο του σπιτιού, αρνούμενοι ν’ αποχωρήσουν, ζητώντας αναθεώρηση της υπόθεσης, ώστε να γίνει διακανονισμός και ν’ αποπληρωθούν οι δανειακές υποχρεώσεις της οικογένειας. Ο δικηγόρος της οικογένειας Τζοχουνίδη, Φώτης Μπαμπάνης έχει καταθέσει αγωγή και ασφαλιστικά μέτρα τα οποία επρόκειτο να εκδικαστούν τις επόμενες ημέρες. «Έχω μεταφέρει την εκδίκαση της υποθέσεως στα δικαστήρια Αθηνών. Τα Δικαστήρια Πολυγύρου κλείνουν από αύριο λόγω εκλογών. Στην Αθήνα υπάρχει προσωπικό ασφαλείας για να δικάζει τις προσωπικές διαταγές. Αύριο ή μεθαύριο θα γίνει η εκδίκαση», επισημαίνει στο thestival.gr

Διαβάζοντας τις πληροφορίες για το συμβάν, θεωρώ ότι όλων το μυαλό σταματά στο γεγονός και την εικόνα ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο ηλικιωμένο, με προβλήματα κινητικότητας, ανίκανο να αυτοεξυπηρετηθεί και να βοηθήσει την οικογένειά του να καλύψει τις οικονομικές της υποχρεώσεις. Χωρίς κανένα ελαφρυντικό να του αναγνωρίζεται λόγω της κατάστασής του κι αρνούμενη η τράπεζα τον διακανονισμό 6.000 ευρώ που είχαν να διαθέσουν για τα 150.000 χρέος (για ένα δάνειο 85.000), αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζεται ο κάθε μπαταχτσής κι ο κάθε απατεώνας που χρωστάει της Μιχαλούς, αλλά επειδή ξέρει τα κόλπα κι έχει τις κατάλληλες διασυνδέσεις, την έχει καλυμμένη την πλατούλα του. Κι όχι μόνο την πλατούλα του, αλλά και των κολλητών του κι όσων γνωρίζουν τα παραθυράκια και τις ποντικότρυπες της νομοθεσίας.

Δε μας νοιάζει γιατί ο άνθρωπος αυτός χρωστάει, ούτε γιατί δεν μπόρεσε να πληρώσει. Μας νοιάζει, όμως, ότι ένας συνάνθρωπός μας που βρίσκεται σε αυτή τη δεινή κατάσταση, δεν έχει καμία στήριξη από το κράτος. Μας νοιάζει που το κράτος πρόνοιας που ευαγγελιζόμαστε ότι χτίσαμε, έμεινε στη μακέτα. Γιατί η έννοια του κράτους πρόνοιας υποδηλώνει ένα δημοκρατικό κράτος το οποίο, σύμφωνα με το Σύνταγμά του, όχι μόνο εγγυάται τα βασικά δικαιώματα και τις προσωπικές κι οικονομικές ελευθερίες, αλλά επιπλέον λαμβάνει νομικά κι οικονομικά μέτρα, ώστε να εξομοιώνει τις κοινωνικές διαφορές για τους πολίτες. Πώς λοιπόν το ελληνικό κράτος πρόνοιας εξασφαλίζει το βασικό δικαίωμα στη στέγη στον άνθρωπο αυτό που σίγουρα έχει δουλέψει κι έχει συνεισφέρει στα δημόσια έσοδα; Με ποιο τρόπο ακριβώς εκφράζεται η παρέμβαση του κράτους πρόνοιας στην περίπτωση αυτή; Με το ν’ αφήνει τον άνθρωπο αυτό να κοιμάται στο σπίτι που ζει από τα 29 του στη βεράντα;

Υπάρχει μια νομική έννοια την οποία την ακούμε συχνά όταν προκύπτουν σκάνδαλα στα οποία εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα. Η έννοια «ασυλία». Φαίνεται, όμως, ότι η ασυλία αφορά συγκεκριμένες περιπτώσεις και σίγουρα δεν καλύπτει το σύνολο των πολιτών. Ασυλία, λοιπόν, έχουν οι υπουργοί όταν κάνουν «λάθη» με τα δημόσια έσοδα, αλλά δεν μπορεί να έχει ένας άνθρωπος που διαχειρίστηκε -ενδεχομένως ανορθολογικά- τους δικούς του κόπους. Ασυλία έχει ένας πολιτικός που ανέθεσε ένα δημόσιο έργο σε εργολάβο με μίζα επειδή ήταν κολλητάρι του, αλλά δεν έχει ένας άνθρωπος που έχει ακρωτηριαστεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Τώρα, λοιπόν, που πήραμε το σπίτι από τον άνθρωπο αυτό, μάλλον, απονεμήθηκε δικαιοσύνη. Τώρα που τον βλέπουμε να κοιμάται στο μπαλκόνι και πέφτουν τα μούτρα μας -τα δικά μας, όχι αυτών που πρέπει- είναι όλα καλά και μπορούμε να συνεχίσουμε στον επόμενο. Το ότι το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι, όσο τετριμμένο ακούγεται, άλλο τόσο αληθινό είναι. Δε φταίει ο δικαστικός επιμελητής ούτε η αστυνομία που τον συνόδευσε. Κανείς από εμάς δεν ήταν μπροστά και δεν ξέρει καν πώς μίλησαν και πώς φέρθηκαν οι άνθρωποι που πήγαν να εκτελέσουν μια εντολή. Αυτό που φταίει είναι η ίδια η εντολή, η κρατική υποκρισία κι αδιαφορία και η ανικανότητα της δημόσιας διοίκησης να επιτελέσει το έργο το οποίο της ανατέθηκε. Φταίει που όλα μένουν σε ανακοινώσεις αι έγγραφα και δεν παίρνουν ποτέ ζωή.

Το κράτος πρόνοιας, δεν τιμωρεί. Φροντίζει να σε καλύψει όταν έχεις ανάγκη, σε σέβεται, σε κάνει να νιώθεις ότι ανήκεις σε μια κοινωνία που πάνω απ’ όλα δεν είναι τα λεφτά, σε φέρνει αντιμέτωπο με τις ευθύνες και τα λάθη σου, όμως αντίστοιχα δε σε πετάει στα σκουπίδια επειδή έσφαλες ή επειδή δεν το συμφέρεις. Αντί λοιπόν να βλέπουμε φωτογραφίες με στημένα χαμόγελα σε δημοσιοσχετίστικες βεγγέρες, προτιμάμε να βλέπουμε το νοιάξιμο και τη φροντίδα κι ας μην αποτυπώνονται σε φωτογραφίες και posts. Το κράτος απέτυχε κι εδώ.

Συντάκτης: Σοφία Γουρνά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου