Κατά τη διάρκεια μιας νέας γνωριμίας, όλοι μας, ανεξαρτήτως ηλικίας, έχουμε μιλήσει σε κάποιο πολύ δικό μας άτομο για το πρόσωπο εκείνο που γνωρίσαμε πριν λίγο καιρό κι είμαστε σχεδόν σίγουροι πως δε μας βλέπει μόνο φιλικά. Πρωτίστως για να ζητήσουμε βοήθεια έτσι ώστε να φύγει η ομίχλη από το τοπίο για να δούμε καλύτερα και με πιο ουδέτερη ματιά την όλη κατάσταση και δευτερευόντως για να επιβεβαιώσουμε τις υποψίες μας. Συνήθως είναι εκείνο το άτομο που μας γνωρίζει καλά, ξέρει τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε και μπορεί να δει όπισθεν των χαρακωμάτων. Πιστεύουμε πως είναι δεδομένη η αντικειμενικότητα της κρίσης του, κατά το πώς βλέπει την όλη περίσταση και μάλιστα θεωρούμε πως θ’ αρχίζει να μας κράζει και να μας επαναφέρει στην πραγματικότητα εάν είμαστε «ό,τι του φανεί».

Εννοείται πως βασίζεται μόνο στα δικά μας λεγόμενα -άντε και σε καμιά φωτογραφία να κόψει φάτσα- και το πανηγύρι αρχίζει. Σενάρια επί σεναρίων κι ατάκες τύπου: «καλά ρε, δε βλέπεις πως δεν είναι αυτός για σένα» ή «αχ, σε παρακαλώ μη ρωτάς βλακείες, φυσικά και σε γουστάρει» ή «περίμενε λίγο να δεις αν θα κάνει αυτός κίνηση» και πάει λέγοντας. Κατανοώντας όμως πως εμείς έχουμε δαγκώσει τη λαμαρίνα, ξέρει πως δεν του πέφτει λόγος για την τελική  μας απόφαση. Στο κάτω-κάτω μια γνώμη ζητήσαμε, όχι σφραγίδα πρωτοκόλλου! Κι αφού καταλήγουμε στα επιθυμητά συμπεράσματα κι όλα παίρνουν το δρόμο τους, πεταλούδες πετάνε στο στομαχάκι μας, αστεράκια βλέπουν τα ματάκια μας και κατσικωνόμαστε περήφανα πάνω σ’ εκείνο το ροζ συννεφάκι. Ζούμε σε πελάγη ευτυχίας, γιατί βοήθησε ο κυρ-βοριάς κι οι συγκυρίες και το timing και το δωδεκάθεο, μη σας πω, να υπάρχει έρωτας ολούθε κι άρχισε να μοσχοβολά η πλάση- όλα ανθισμένα κι ας είναι καταχείμωνο!

Στο ενδιάμεσο έχουμε πληροφορηθεί πως ο καλός μας έχει μιλήσει για μας στην αδερφή του. Για την ακρίβεια δεν έχει μιλήσει απλώς (δεν είναι δίκαιο το μονόπατο και το ξέρετε), χαρτί και καλαμάρι τα έχει πει όλα. Ακριβώς όπως ήταν κι η δική μας περιγραφή στο έμπιστό μας άτομο, για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, αλλά από τη δική του οπτική γωνία. Κι όχι μόνο περιγραφικά και γλαφυρότατα, αλλά έχει δώσει κι εκείνος φωτογραφικά ντοκουμέντα έτσι ώστε ν’ ακούσει και την άποψή της, περί της εξωτερικής μας εμφάνισης κι αν ταιριάζει το «σπαθί» με το «θηκάρι»!

Η αδερφή λοιπόν -μικρότερη ή μεγαλύτερή του δεν έχει σημασία- για ένα μεγάλο μέρος του αντρικού πληθυσμού, είναι κάτι σαν το υποκατάστατο της μητέρας αλλά σε updated version. Έχει τη σοφία της μαμάς, κάτι από τον τσαμπουκά του μπαμπά και λίγο από την τρέλα του καλού μας. Οι περισσότεροι, αν τους ρωτήσουμε, αυτήν την περιγραφή θα μας δώσουν. Και το πιστεύω πως ισχύει σε κάποιες περιπτώσεις. Σ’ άλλες πάλι, όχι.

Γιατί όταν η σίστερ είναι από κείνα τα κορίτσια που, με αντικειμενικότητα και χιούμορ, στην αρχή θα τον κοροϊδέψει που την πάτησε και μετά θα χαρεί με τη χαρά του, είναι μια κανονική αδερφή που έχει πολλές πιθανότητες να γίνει και δική μας φίλη. Κακιά κουβέντα για μας δε θα πει εκτός αν είναι να μας την πει κατάφατσα ή για να τον κράξει έτσι ώστε να μην κάνει καμιά βλακεία. Είναι δηλαδή αδερφή-φίλη. Με τα καλά της και τα στραβά της, όπως κι εμείς. Γιατί αν εμείς -που θέλουμε τον αδερφό, μην μπερδεύεστε- περνιόμαστε για τέλειες, πρέπει ν’ αρχίσουμε τις φαρμακευτικές αγωγές, σας το λέω με βεβαιότητα!

Υπάρχουν όμως κι εκείνες, που επηρεάζουν τους αδερφούς τους με τέτοιο τρόπο ώστε -αν εξαιρέσεις το ερωτικό κομμάτι- γίνονται σχεδόν υποκατάστατα μιας σχέσης. Χειραγωγούν και κριτικάρουν -μ’ έντεχνο τρόπο ώστε να μην είναι εμφανής τις περισσότερες φορές- οποιαδήποτε σύντροφο βρεθεί πλάι του, με αποτέλεσμα καμία να μην είναι αντάξιά του. Οι αιτιολογίες ποικίλουν κατά περίπτωση: «είναι πολύ μικρή», «είναι πολύ μεγάλη», «έχει πολλά κιλά», «είναι πολύ αδύνατη», «δεν της κόβει», «είναι πολύ έξυπνη, θα σε κάνει ό,τι θέλει» και μέχρι αύριο μπορώ να σας γράφω. Φυσικά υποστηρίζουν πως βλέπουν αυστηρά και με μόνο κριτήριο το καλό του αδερφού τους αλλά η αλήθεια είναι πως κατά βάθος φοβούνται μη χάσουν το θρόνο τους (αυτόν που τις έβαλε ο μπράδερ), λες και τον διεκδίκησε καμιά μας το θρόνο, τον αδερφό τον θέλουμε γι’ άλλα πράγματα,αν με αντιλαμβάνεστε.

Δε φταίνε όμως τα κορίτσια. Η ευθύνη βαραίνει εκείνους, που φτάνουν τριάντα χρονών κι αν δεν εγκρίνει η αδερφή την όλη φάση, στρίβουν δια της εξαφανιζόλ μεθόδου, κυρίως. Είναι κάτι σαν σύστημα πιστοποίησης καταλληλότητας συντρόφου οι αδερφές τους. Ενώ στην πραγματικότητα, πρόκειται για φοβία ανάληψης ευθυνών κι αποφάσεων όπως και για προσπάθεια αποφυγής συνεπειών που επέρχονται από ενδεχόμενες κακές επιλογές συντρόφων κι ενδεχομένων ερωτικών απογοητεύσεων. Μοιάζει με κείνο που λέγαμε μικροί: «δε μ’ αφήνει η μαμά μου», κι έτσι ησυχάζαμε απ’ τις φωνές των φίλων μας που ήθελαν να πάμε να παίξουμε μαζί τους ενώ εμείς βαριόμασταν. Εν τω μεταξύ, οι άντρες -ακόμα κι αν εναντιωθούν ή διαφωνήσουν κάποια στιγμή με τις απόψεις τους- στο τέλος θα τις ακούσουν και θα πιστέψουν κιόλας πως μόνοι τους πήραν την απόφαση.

Είναι λοιπόν ν’απορεί και να θυμώνει κανείς ταυτόχρονα μ’αυτού του είδους τ’ αγόρια, αλλά έλα που έχουμε ήδη στρογγυλοκάτσει πάνω σ’ αυτό το ροζ συννεφάκι και βλέπουμε παντού καρδούλες. Απλά, σ’αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να γνωρίζουμε πως η προσγείωση προβλέπεται ανώμαλη, εκατό τοις εκατό, κι ότι μας αναλογεί μέρος της  ευθύνης των τραυμάτων μας.

Συντάκτης: Σοφία Σοφιανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου