Με σένα ήταν όλα αλλιώτικα. Δέσαμε απ’ την αρχή. Την πάτησα μαζί σου. Ήθελα να συζητάμε τα πάντα. Ακόμα και το πιο ασήμαντο που με απασχολούσε ήθελα να στο μοιράζομαι. Κι όταν στα έλεγα ηρεμούσε το μέσα μου.  Μια δική μου εσωτερική ανάγκη που έβρισκε ανταπόκριση στη δική σου.

Μη νομίζεις πως  λειτουργούσα πάντα έτσι. Πιο παλιά, δεν υπήρχε περίπτωση να τσακωθώ –ακόμη κι αν το έκανα μόνη μου– και να μην το τραβήξω όσο πάει. Ήμουν ικανή να κρατάω μούτρα για μέρες. Κι έβλεπες δυο ξένους  να μοιράζονται το ίδιο σπίτι και το ίδιο κρεβάτι.

Ξεχείλωνα καταστάσεις, άφηνα τα προβλήματα να μεγεθύνονται απλά και μόνο επειδή ήθελα πάντα να περνάει το δικό μου. Δε με ένοιαζε να ακούσω, να συζητήσω, να βρω ουσιαστικές λύσεις. Εγωισμός στο τέρμα. Κι αυτή η απόσταση, αυτός ο τοίχος που έχτιζα κατέστρεφε ό,τι υπήρχε.

Όλα αυτά, όμως, είναι παρελθόν, γιατί ήρθες εσύ κι εξαφάνισες κάθε ίχνος εγωισμού μου. Μαζί σου δε με ένοιαζε να τσαλακωθώ, να αφεθώ. Δεν κρατούσα τίποτα για μένα. Και δεν άλλαξα ξαφνικά κι από μόνη μου, εσύ το έβγαλες αυτό.

Εννοείται πως υπήρχαν φορές που μου έσπαγες τα νεύρα τόσο που δεν ήθελα να σε βλέπω μπροστά μου. Φώναζα, εκτονωνόμουν κι αυτό ήταν. Μετά συνειδητοποιούσα πως με τα μούτρα δε λύνονται οι παρεξηγήσεις. Εξάλλου, μου ήταν αδύνατο να μη σου μιλάω για πολύ. Δεν μπορούσα να διανοηθώ πως θα κοιμόμασταν χώρια ή έστω θα σου γυρνούσα πλάτη στο κρεβάτι.

Δεν το άντεχα, γιατί με κάτι τέτοιο πρώτη θα βασανιζόμουν εγώ. Δεν ήθελα να χαραμίζω τα βράδια μας με κάτι τέτοια χαζά. Γιατί με ένοιαζες εσύ κι η σχέση μας, στην οποία είχαμε κι οι δύο επενδύσει. Πώς θα μπορούσα να κοιμηθώ ξέροντας ότι θα ξυπνούσαμε τσακωμένοι και θα διαιωνιζόταν μια κατάσταση που δεν έκανε τίποτε άλλο απ’ το να μας φθείρει;

Στην αγκαλιά σου, στην ασφάλειά μου. Εκεί όπου χωράει όλη η τρυφερότητα του κόσμου. Ξέρεις πώς να με καθησυχάζεις. Αυτές οι συζητήσεις μας, οι εξομολογήσεις, στο κρεβάτι είναι οι πιο εποικοδομητικές, γιατί δε μας απασχολεί τίποτε περισσότερο απ’ τη σχέση μας. Και κάπως έτσι, αποκοιμιόμαστε γλυκά. Μόνο τότε μπορώ να κοιμηθώ ήσυχη και να ονειρευτώ. Να ονειρευτώ εμάς. Έτσι έμαθα. Δεν μπορώ αλλιώς και δε θέλω. Έχω αυτό το ελάττωμα. Γιατί η κάθε μέρα κάπως έτσι θέλω να κλείνει κι εκεί να με βρίσκει το ξημέρωμα. Να ξυπνάω με ένα φιλί, δικό σου. Μέρες όμορφες και νύχτες ξεχωριστές.

Το ξέρω πως δε θα ‘ναι όλα πάντα ρόδινα. Θα έρθουν στιγμές ζόρικες, εμπόδια που δε θα είναι εύκολο να ξεπεράσουμε, καταστάσεις που θα φέρουν ρήξη ανάμεσά μας, νύχτες δύσκολες, που η καλή διάθεση κι η πρόθεση δε θα ‘ναι αρκετές. Μα έχουμε βρει το μυστικό.

Καμιά φορά αφήνουμε τα προβλήματα και τις σκέψεις να επισκιάζουν την ουσία.  Τότε είναι που θέλω πιο πολύ να θυμάσαι τον άγραφο κανόνα μας, να τον θυμίζεις και σε μένα. Θέλω να μου υποσχεθείς πως ό,τι κι αν γίνει, ό,τι κι αν έχει προηγηθεί μες στη μέρα, όσα λόγια που πληγώνουν κι αν έχουν πει ο εγωισμός και τα νεύρα μας, το βράδυ θα κοιμόμαστε αγκαλιά, αγαπημένοι, δεμένοι.

Μόνο αυτή τη χάρη σου ζητώ.

 

Συντάκτης: Σταύρια Κωνσταντίνου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη