Ατλαντίδα, Ατλαντίδα. Χαμένη Ατλαντίδα. Τα κύματα καθώς έσκαγαν πάνω στις βραχώδεις ακρογιαλιές, τα ποιήματα καθώς γράφονταν για τις γλυκιές χαρές, σαν η Ατλαντίδα να ήξερε, σαν να μπορούσε να προφέρει τον ίδιο της το χαμό και ό,τι αυτός μέλλει.

 

Ξεφυλλίζοντας κανείς τις φθαρμένες, αλλά και αδιαμφισβήτητα γοητευτικές σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας, μπορεί να έρθει αντιμέτωπος με το κάθε τι, αλλοπρόσαλλο κι απρόσμενα όμορφο ή βάναυσο, ηρωικό και αποτρόπαιο. Μέρη και εικόνες ξένες ή και γνωστές, πόλεμοι δεκαετείς και επαναστάσεις αιματηρές, πολιτισμοί φιλόδοξοι, συγκυρίες αξιοπερίεργες κι ανορθόδοξες συμπεριφορές, Ευκολά παρατηρεί όμως κανείς, κοιτώντας την ιστορία στο σύνολό της, απομακρυσμένα και σιωπηλά, πως υπάρχουν δύο μεγάλοι άξονες που μπορούν να προκαλέσουν μεγάλους προβληματισμούς και σύγχυση, γύρω από τους οποίους κινείται η ιστορία, όπως την έχουμε γνωρίσει.

Ο πρώτος άξονας, ή μάλλον κύκλος, μπορεί να φέρει τον τίτλο «Ουροβόρος όφις», όπως ονομαζόταν το φίδι που τρώει την ουρά του, συμβολίζοντας την αέναη ζωή από τους αλχημιστές. Ο γνωστός κοινώς φαύλος κύκλος, που ακολουθεί η ιστορία και συνεπώς η ίδια η ζωή, ή ακόμη πιο απλά ερμηνευμένο, η συνειδητοποίηση πως η ιστορία επαναλαμβάνεται. Όπως κάθε χρόνο η μία εποχή διαδέχεται την άλλη, το καλοκαίρι δίνει τη θέση του στο φθινόπωρο κι αυτό με τη σειρά του στο χειμώνα, μόνο και μόνο για να έρθει στην πορεία η άνοιξη και να καταλήξουμε για ακόμα μία φορά στο καλοκαίρι, έτσι και η ιστορία των πολιτισμών που έχουν κατοικήσει και κατοικούν μέχρι και τώρα πάνω σε αυτόν τον πλανήτη ακολουθεί ένα συγκεκριμένο μοτίβο, με την κάθοδο να ακολουθεί την άνοδο, την καταστροφή να ακολουθεί την επιτυχία, την παρακμή να έρχεται σύντομα μετά την ακμή.

Το έχουμε δει, ξανά και ξανά, σε χρόνια αρχαία, βυζαντινά και μεσαιωνικά, ακόμα και στην πιο σύγχρονη ιστορία μας, πως όταν κάτι παραφουσκώσει, η μόνη λογική συνέχεια είναι να σκάσει. Ένας φαύλος κύκλος πράγματι, μία σχεδόν υπογεγραμμένη από την ίδια τη ζωή υπόσχεση πως τα πράγματα αλλάζουν και θα αλλάζουν μονίμως, κινούνται ατέρμονα, όσο κι αν φαίνεται τη δεδομένη χρονική στιγμή πως θα μείνουν για πάντα εντός του προβολέα.

Υπάρχει φυσικά και ο άλλος άξονας, που σαφώς μπορεί να εντοπιστεί και στην ίδια τη ζωή και την καθημερινότητα του καθενός μας κι αυτός. Μύθος και πραγματικότητα. Όσο σαφείς και να είναι οι διαφορές μεταξύ τους, στη θεωρία τουλάχιστον, η αποσαφήνιση του τι συγκαταλέγεται στην κατηγορία του μυθικού και τι σε αυτή του πραγματικού, συχνά φαίνεται να ξεγλιστράει την τελευταία στιγμή ανάμεσα από τα δάχτυλά μας. Η ανθρωπότητα είναι -αν μη τι άλλο- ταγμένη υπέρ της ρομαντικοποίησης και της δραματοποίησης και η οπτική γωνία του κάθε ανθρώπου, συμμετέχοντα και παρατηρητή, περιορίζεται ή και επεκτείνεται ανάλογα με τα συναισθήματά του, αυτά που θέλει να δει και να πιστέψει, τα ιδανικά του, τις αδιόρατες δυνάμεις που κινούν αυτόν και τη ζωή του. Μύθος συνεπώς, ή πραγματικότητα; Σε πολλές περιπτώσεις η γραμμή μεταξύ τους φαίνεται να τεντώνεται, να ταλαντεύεται και ύστερα να θολώνει, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο για οποιουδήποτε είδους ερμηνείες.

 

Δεν έχω ιδέα, ποιος θα μπορούσε να το πει, μύθος είναι άλλωστε, πως υπάρχει κάτι που δεν ξέρεις, ένας τρόπος στην ακμή σου να μείνεις για πάντα, έτσι να εξαφανιστείς. Σαν Ατλαντίδα νήσος, σαν χώρα μαγική, σαν βασίλισσα να βουλιάξεις, αργά στα βάθη της ιστορίας να χαθείς.

 

Ένα εκπληκτικό δείγμα ιστορίας, του οποίου η διήγηση και ερμηνεία καθορίζεται εξαιρετικά από τους δύο αυτούς άξονες, είναι ο μύθος της χαμένης Ατλαντίδας. Μύθος ναι μεν, αλλά αυτό δε φαίνεται να έχει εμποδίσει ιστορικούς κι ερευνητές από όλο τον κόσμο να αναρωτηθούν αν στηρίζεται στην πραγματικότητα, ψάχνοντας μάλιστα να βρουν αυτό το ουτοπικό νησί, που φαίνεται να αποχαιρέτισε τα εγκόσμια εντός μίας μονάχα νυκτός. Η ιστορία της Ατλαντίδας έχει ένα αδιαμφισβήτητο γόητρο, ένα μαγνητικό παλμό σχεδόν, κάτι που μαγεύει τον αναγνώστη και τον ερευνητή, όπως άλλωστε είναι φτιαγμένοι να κάνουν οι μύθοι. Τοποθετημένη όμως σε ένα βάθρο ανάμεσα στο μύθο και την πραγματικότητα και βουτηγμένη (και κυριολεκτικά) κάπου στα πελάγη του άγνωστου και του μυστηρίου, η Ατλαντίδα καταφέρνει να κάνει αυτό που κανένας άλλος ιστορικός πολιτισμός δε θα μπορούσε: να μας κάνει να σαγηνευτούμε από το πλούσιο και λαμπρό φως της επιτυχίας της, της ακμής της, δίχως να μπορούμε να συγκαταλέξουμε στον πολιτισμό της κάτι το αρνητικό.

 

Στο τέλος ήθελες να φτάσεις, που όλα παύουν, λήγουν έτσι, χωρίς αντίλαλο με μια βουβή εκπνοή.
Και πλέον το βλέπεις, το συνειδητοποιείς, στενή η οδός της Ατλαντίδος κι εσύ αρνήθηκες μέχρι και το πιοτό για να μπορέσεις να στριμωχτείς.

 

Η χαμένη Ατλαντίδα απλά χάθηκε, δε μαράζωσε, δεν πέθανε, δεν παράκμασε. Η Ατλαντίδα, ένας πολιτισμός ξακουστός και εξεζητημένος, ξαφνικά χάθηκε. Όσο «αθόρυβο» και να ακούγεται αυτό, τελικώς προκάλεσε μεγαλύτερη ηχώ, από ότι θα μπορούσε μία τυχόν φυσιολογική, παραδοσιακή οδός παρακμής της.

Ένα μεγάλο ερώτημα λοιπόν γεννιέται. Είναι μήπως καλύτερο να χαθείς στην ακμή σου, αντί να αφήσεις τη φυσιολογική πάροδο της ζωής να σε οδηγήσει στο αδιέξοδο της καταστροφής και της καθόδου; Είναι σίγουρα ο μόνος τρόπος να μείνεις για πάντοτε εκεί, ακμάζων και λαμπερός, γραμμένος στην ιστορία ως κάτι το μυθικό. Μπορούμε να το δούμε με ευκολία αυτό εξάλλου, καθώς έχει ήδη συμβεί και μείνει στα βιβλία. Ο Tupac και ο Kurt Cobain, ο John Lennon και ο Bob Marley, ο James Dean, ο Heath Ledger, ακόμα και η πριγκίπισσα Diana και ο J.F. Kennedy, είναι όλοι πασίγνωστοι ανά τον κόσμο άνθρωποι, οι οποίοι χαθήκαν πριν την ώρα τους, αφήνοντας πίσω μονάχα την ιστορία της ακμής τους, μένοντας για πάντοτε αποθανατισμένοι με μία αύρα μυθική στην ιστορία.

Παρ’ όλα αυτά, η φυσική πορεία των πραγμάτων, η φυσική ροή της ζωής, για κάποιο λόγο ονομάζεται φυσική. Και ίσως τελικά να μην είναι η ακμή αυτό που χρειάζεται να κυνηγήσουμε, ούτε να είναι το σημείο στο οποίο πρέπει να καταλήξουμε. Ίσως τελικώς όλο το νόημα να βρίσκεται κάπου εκεί, στην αρμονία που έχουμε με το φυσικό, στην απλότητα με την οποία αφηνόμαστε στη ροή. Χωρίς να καταδικάζουμε την επιτυχία και την ακμή, ίσως τελικώς απλώς να μη χρειάζεται να κρεμόμαστε από αυτή με όλη μας τη δύναμη, γιατί τότε φτάνοντας στην κορυφή, η μόνη επιλογή για να την κρατήσουμε για πάντοτε στα χέρια μας, είναι να χαθούμε μαζί της.  Και η υστεροφημία μπορεί να είναι γλυκιά, σύμφωνα με τους αρχαίους προγόνους μας, αλλά είναι άραγε το νόημα;

 

Ατλαντίδα, Ατλαντίδα. Χαμένη Ατλαντίδα.

Τα κύματα που έσκαγαν πάνω στις βραχώδεις σου ακρογιαλιές ήταν ποτάμια δάκρυα, γιατί θυμήθηκες το χθες.

 

Συντάκτης: Ξαν Γεωργίου