Για όλους μας υπάρχει αυτός ο ένας άνθρωπος. Αυτός που κοιτάξαμε στα μάτια από την πρώτη στιγμή, βλέποντας πραγματικά το βλέμμα του να πετάει σπίθες ηλεκτρισμού κατά πάνω μας. Αυτό το άτομο που μονάχα με την εμφάνισή του στον χώρο κατάφερε να συγκεντρώσει το χάος των σκέψεων και των κοινότοπων καθημερινών μας εμμονών, σε ένα και μόνο πράγμα, τη δικιά του παρουσία και υπόσταση. Και τι παρουσία μάλιστα: γοητευτική, θελκτική, σχεδόν εξ’ ορισμού δημιουργημένη για να μας εισάγει δυναμικά στο παιχνίδι του έρωτα.

Αυτού του έρωτα που νιώθεις πως είναι βγαλμένος από κάποιο βιβλίο, ή κάποια ταινία, αυτόν τον σχεδόν γραφικό έρωτα, που καταλήγει να παίρνει μυθικές διαστάσεις στο μυαλό, την καρδιά, αλλά και τη ζωή μας. Αυτόν τον έρωτα, το μεγάλο, τον πρώτο μεγάλο. Για όλους μας υπάρχει και για όσους δεν τον έχουν συναντήσει ακόμα, η προκήρυξη αναφέρει πως μάλλον είναι τυχεροί. Γι’ αυτούς, τα καλύτερα έρχονται. Τι γίνεται όμως με όσους τα έχουν πίσω τους; Τι γίνεται με αυτούς που έπαιξαν και πλέον έχουν χάσει;

Η ιστορία του μεγάλου έρωτα του καθενός, έχει πάντα κοινά σημεία με αυτές των υπόλοιπων βετεράνων. Η ηλεκτρισμένη συνάντηση, η σχεδόν παγωμένη στο χρόνο στιγμή της αναγνώρισης αυτής της φλόγας που καίει μέσα σου, αυτής που ανταποκρίνεται στη φλόγα που καίει στο στήθος του έρωτά σου και σε τραβάει κοντά του. Το μαγικό πρώτο φιλί. Και η συνέχεια: οι παραμυθένιες μέρες που περάσατε μαζί, με τη ζωή να ανοίγεται ξαφνικά εμπρός σας, η αίσθηση τελειότητας στο καθετί που κάνει, που αγγίζει, που μοιράζεστε. Και η κατάληξη: οι τσακωμοί, η ίντριγκα, η ζήλια, τα δάκρυα, το τέλος. Το τέλος. Γιατί κάποια στιγμή ήρθε κι αυτό. Εύκολα ή δύσκολα, γρήγορα ή αργά, ήρθε. Και μετά; Και μετά τι;

Μετά αναλόγως την αντιμετώπιση του καθενός, υπήρξαν και οι ανάλογες αντιδράσεις. Πάντως σίγουρα υπήρξαν αντιδράσεις. Θυμός ή στεναχώρια, αδιαφορία ή εμμονή, όπως και να το διαχειριστεί κανείς, η αλήθεια είναι πως στα επόμενα βήματά του, η αντίδραση αυτή είναι ξεκάθαρη, είτε είναι σε θέση να το αναγνωρίσει ακόμα, είτε όχι. Η προσπάθεια να ξεπεράσεις κάτι που θεωρούσες αξεπέραστο είναι δύσκολη, ακόμα κι αν αυτή είναι υποσυνείδητη για το πρώτο διάστημα. Και όσο δύσκολη μπορεί να είναι, είναι άλλο τόσο χρονοβόρα. Απλώνεται πράγματι σε βάθος χρόνου και τη στιγμή που αναφέρεις για πρώτη φορά στον εαυτό σου πως τα έχεις καταφέρει, πως είναι πλέον πίσω σου, γρήγορα συνειδητοποιείς πως αυτό δεν είναι ακριβώς αλήθεια.

Το ίδιο τείνει να συμβαίνει και τη δεύτερη, την τρίτη, την τέταρτη φορά, μέχρι που καταλαβαίνεις πως δεν έχει νόημα να λες ψέματα: πιο πιθανό φαντάζει πως δε θα το ξεπεράσεις ποτέ. Ό,τι και να γίνει, όσο καιρό και να περάσεις δίχως να το σκεφτείς, κάποια στιγμή επιστρέφει και το συναίσθημα είναι το ίδιο, το ίδιο ακριβώς συναίσθημα απώλειας και θρήνου, αναμειγμένης με μία επιθυμία που είναι ακόμα ζεστή. Κι ίσως εκεί, εκεί που άμα δώσεις βάση, καταλαβαίνεις πως ναι μεν η επιθυμία είναι ζεστή, αλλά πλέον δε φλέγεται, ανιχνεύεις για πρώτη φορά την αλήθεια. Μία αλήθεια που σου προσφέρει δύναμη κι ελπίδα. Μία αλήθεια που σου υπαγορεύει πως όσο δυσεπίτευκτο και να είναι, όσο χρόνο και να απαιτεί, εν τέλει ο χρόνος όλα τα γιατρεύει.

Δεν είναι εύκολο πράγμα ο έρωτας. Δεν είναι εύκολο γιατί όσο μεγαλύτερος είναι, τόσο μικρότερος γίνεσαι εσύ. Φουσκώνεις από τη μεγαλοπρέπεια και τη ζωτικότητα αυτού του συναισθήματος και παραμερίζεις εύκολα το «εγώ», ευκολότερα από ό,τι θα μπορούσες να το κάνεις σε οποιαδήποτε άλλη περίσταση. Δεν είναι εύκολο γιατί αφήνεσαι να παρασυρθείς, ανοίγεσαι και βλέπεις την αντιμετώπιση που έχει ο άλλος στα όσα έχεις να του δείξεις, την απόλυτη αναγνώριση, αποδοχή και λατρεία που φανερώνονται στα μάτια και τις λέξεις του όταν τα παρατηρεί. Μα είτε γυρίσει το «εγώ» αυτό γρήγορα, σε μια φόρμουλα που δε χωράει, είτε οι συγκυρίες και τα συμβάντα παίξουν το καθοριστικό τους ρόλο, είτε κάποιος από τους δύο δεν είναι έτοιμος, ή ίσως και οι δύο, ο έρωτας μπορεί να φύγει το ίδιο γρήγορα, όσο ήρθε. Αυτό που μας πληγώνει περισσότερο είναι να γαντζωνόμαστε επάνω του, γιατί όσο επίφοβο και να είναι, ο έρωτας, όπως κι όλα τα υπόλοιπα πράγματα στη ζωή, απτά και μη, είναι φευγαλέος.

Το μόνο επιτακτικό καθήκον που έχει ο καθένας μας στον έρωτα, είναι να το ζήσει όσο είναι εκεί. Το να τον εξυμνεί μετέπειτα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κάτι αρνητικό αποκλειστικά, καθώς αυτή η εξύμνηση είναι που μας έχει προσφέρει μερικά από τα πιο όμορφα ποιήματα, βιβλία και μουσικά κομμάτια που υπήρξαν ποτέ. Όμως οι καλλιτέχνες είναι από τη φύση τους βασανισμένα όντα και μερικές φορές ίσως και να είναι προτιμητέο να ακολουθούμε το πρότυπο του παιδιού, που τόσο γρήγορα προχωράει στη ζωή, κινούμενο από καινούργια εμπειρία σε καινούργια εμπειρία, με αθωότητα και διάθεση, παρά αυτό του μελαγχολικού καλλιτέχνη, όση γοητεία και να έχει να προσφέρει κι αυτό. Βέβαια, κάθε πράγμα στον καιρό του και μάλλον αυτό είναι και το νόημα. Πως ακόμα και ο μεγαλύτερος έρωτας είναι δυνατόν να ξεπεραστεί. Στον καιρό του. Κι όταν αυτό γίνει, ένας νέος κόσμος ανοίγεται μπροστά μας, ένας κόσμος που ίσως να έχει την πιθανότητα, ή να κρατά την υπόσχεση, ενός ακόμα μεγαλύτερου έρωτα.

 

Συντάκτης: Ξαν Γεωργίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου