Την στιγμή που πέφτουν οι τίτλοι του τέλους και η ταινία φτάνει στο τέλος της, υπάρχουν πάντα θεατές που χασμουριούνται και σκέφτονται τον χρόνο που έχασαν κατά τη διάρκεια μιας προβολής. Στην άλλη άκρη της αίθουσας, θα δεις κάποιους που εξακολουθούν να κοιτούν την οθόνη. Αρνούνται να πάρουν τα μάτια τους από εκεί και περιμένουν τη συνέχεια, έχοντας μια γεύση απογοήτευσης για τη διάρκεια ή την έκβαση της ταινίας. Οι μεν φεύγουν και δεν κοιτούν πίσω, οι δε θέλουν λίγο ακόμη κι αρνούνται να αποχωρήσουν.

Είναι αυτό το κενό στο στομάχι, η προσμονή της συνέχειας και το φινάλε που δεν αποδόθηκε όπως περίμενες που σε κάνει να λαχταράς μια διαφορετική εξέλιξη. Μια εξέλιξη πιο κοντά στα δικά σου γούστα. Είναι κοινό γνώρισμα των ανθρώπων, άλλωστε, να μην χωνεύουν εύκολα οτιδήποτε παρεκκλίνει απ’ τις προσδοκίες τους. Είτε αυτό είναι ταινίες, είτε μέρη, είτε δουλειές, είτε άνθρωποι. Κυρίως, άνθρωποι.

Κανείς δεν αποδέχεται εύκολα το ανεκπλήρωτο της επιθυμίας του ή την ήττα του σε σχέση με τους ανθρώπους. Κανείς δεν είναι τόσο ανώτερος, ειδικά όταν η αποτυχία αφορά το πρόσωπο που σε έχει ξεμυαλίσει.

Όλες οι σχέσεις ξεκινούν με τους καλύτερους οιωνούς. Όλες. Ουδεμιάς εξαιρουμένης.  

Αστραφτερά χαμόγελα, κολλαριστή εμφάνιση, φρου-φρου κι αρώματα και χτυποκάρδι που κόβει ανάσες. Άνθρωποι σμίγουν με την ελπίδα πως αυτή η αρχή, η κάθε αρχή θα είναι ξεχωριστή. Κι έρχεται η ελπίδα και στραπατσάρεται. Κάπου στη πορεία το πράγμα στραβώνει, οι τσακωμοί πληθαίνουν, ο χωρισμός εμφανίζεται κι ο εγωισμός πληγώνεται.

Ο εγωισμός βγάζει στην επιφάνεια μια διάθεση εκδικητική κι ένα «δεν θα μου μπεις εσύ στο μάτι, εγώ θα σου μπω». Όταν πληγώνεται αυτό το μικρό θηρίο, όλοι είναι ικανοί για όλα.  Στον χωρισμό, το ψωνισμένο εγώ σου κατεβαίνει απ ‘το βελούδινο θρόνο που το είχες τοποθετήσει και κυλιέται στις λάσπες. Δεν είναι το άλλο πρόσωπο και η απουσία του που μοιάζει αβάσταχτη. Είναι η δική σου έλλειψη επιρροής πάνω του που σε στέλνει στα τάρταρα. Είναι κι αυτές οι ρημάδες οι Ερινύες που φωνάζουν πως δεν πρέπει να αφήσεις τον άλλο να πει την τελευταία κουβέντα. Ακόμη κι αν το τέλος είναι δεδομένο, πρέπει να βρεις τρόπο να φύγεις με το κεφάλι ψηλά.

Και κάπως έτσι αρχίζει ο κατήφορος. Απείρως προμελετημένες, χαζές κινήσεις για να πάρεις το αίμα σου πίσω. Μια μικρή, άτυπη εκδίκηση ξεκινά.

Το τηλέφωνο του, μέχρι πρότινος, έτερου ήμισυ σβήνεται από τις επαφές του κινητού και ο αριθμός των εισερχόμενων μηνυμάτων μηδενίζεται. Τα προφίλ στα social media αποκτούν έναν φίλο λιγότερο μετά τη διαγραφή του ατόμου που βγήκε απ ‘τη ζωή σου. Φωτογραφίες κλειδώνονται στο χρονοντούλαπο και συγκεκριμένο όνομα αποκλείεται από αναφορές σε συζητήσεις γιατί κάνει τζιζ.

Λες κι αν σβήσεις τον άλλο απ ‘το κινητό σου, δεν θα θυμάσαι απ ‘ έξω τον αριθμό του. Λες κι αν εξαφανιστούν τα μηνύματά του θα ξεχάσεις ευκολότερα. Λες κι αν το προφίλ σου γίνει μη προσβάσιμο δεν θα μπορέσετε να αλληλοψαχουλευτείτε.

Όλα γίνονται για να πάρεις την ικανοποίηση την στιγμή που ο άλλος θα σε καλέσει κι εσύ εντελώς αυθόρμητα θα απαντήσεις: «Ποιός;» για να απολαύσεις τα δευτερόλεπτα σιωπής από την άλλη πλευρά του ακουστικού. Φαντασιώνεσαι την ώρα που θα επιχειρήσει να μπει στο προφίλ σου κι εμφανιστεί η ένδειξη «Προσθήκη στους φίλους» κι εύχεσαι να ήσουν από μια πλευρά να δεις τα ξινισμένα μούτρα.

Μικρές, σπασμωδικές κινήσεις που φωνάζουν από χιλιόμετρα απελπισία. Αυτού του είδους οι συμπεριφορές δεν τιμούν κανέναν μα κυρίως δεν τιμούν τις ίδιες τις επιλογές σου.

Είναι απογοητευτικό να αντιδρούν οι άνθρωποι σαν κακομαθημένα σχολιαρόπαιδα μετά από έναν χωρισμό. Είναι προσβλητικό να προσπαθείς να σβήσεις όσα έζησες με έναν άνθρωπο. Είναι κατάντια να προσποιείσαι πως δεν υπήρξε ποτέ στη ζωή σου και είναι απ ‘τις λίγες περιπτώσεις που ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Είτε το κάνεις από επιθυμία να τον πικάρεις είτε από λαχτάρα να επιστρέψει, το μόνο που καταφέρνεις είναι να πέφτεις στα μάτια του.

Ο πραγματικός χαρακτήρας του ανθρώπου που στάθηκε στο πλευρό σου, φαίνεται στον χωρισμό. Αν δεν θες οι άλλοι να σκέφτονται πως έχασαν τον χρόνο τους μαζί σου, μην ξεφτιλίζεσαι σβήνοντας το παρελθόν σου. Τίμα το. 

Συντάκτης: Κατερίνα Χήναρη