Είναι κάποιες φορές στη ζωή δυνατές και γεμάτες ταχύτητα.  Μικρές στιγμές, τόσες δα που δεν τις πιάνει το μάτι σου κι όμως, σου θυμίζουν πώς ζεις. Τρέχει το αίμα με ένταση στις φλέβες, βγαίνει η ανάσα κοφτή, λαχανιασμένη. Χορεύει η καρδιά σε ακανόνιστους ρυθμούς κι εσύ στέκεσαι ξαφνιασμένος να ρωτάς από πού σου ‘ρθε. Γεύεσαι αδρεναλίνη, νιώθεις ζωντανός. Ούτε που θυμάσαι από πότε κι εάν έχεις υπάρξει τόσο ζωντανός στο παρελθόν.

Όταν πατάς το γκάζι στην εθνική για να εκτονώσεις τα νεύρα σου, όταν χορεύεις σα μανιακός, όταν τσακώνεσαι και νιώθεις να σε πνίγει το δίκιο. Λίγο αφότου ξέφυγες από ένα μεγάλο κίνδυνο, λίγο προτού αντιμετωπίσεις κατάματα αυτό που σε αγχώνει και λίγο μετά, όταν το καταφέρεις. Α! Κι όταν ερωτεύεσαι. Κυρίως όταν ερωτεύεσαι. Βγαίνουν και σουλατσάρουν όλα τα πρωτόγονα ένστικτα κι αρπάζουν τα ηνία. Τώρα πια, αυτά κάνουν κουμάντο.

Με την ίδια ευκολία που οι γλώσσες λύνονται για να φιληθούν, να αισθανθούν, να μιλήσουν, με την ίδια ευκολία δένονται κόμπο και δε λένε κουβέντα. Δεν υπάρχει λογική. Ποτέ δεν υπήρχε, άλλωστε. Άλλος θέλει να τα πει όλα, να τα εκμυστηρευτεί, να δώσει την ευκαιρία στον απέναντι να τον γνωρίσει καλύτερα απ’ την παλάμη του χεριού του. Βγαίνουν κι ακουμπούν στο τραπέζι ιστορίες ετών, βίοι ολόκληροι, διηγήσεις που εντυπωσιάζουν, τρομάζουν, φέρνουν κοντά ή απομακρύνουν. Είναι ο τρόπος να δείξει ο καθένας το πρόσωπό του. Αυτός είμαι. Δες με.

Στο απέναντι σκαμπό είναι πάντα ένα ζευγάρι αυτιά έτοιμα να ακούσουν αλλά όχι απαραίτητα ένα ζευγάρι χείλη έτοιμα να ανοίξουν. Δεν έχουν όλη τη διάθεση να δείξουν τα χαρτιά τους, να ρίξουν τις ασπίδες τους, να φανούν οι προθέσεις τους. Κάποιοι, απλά θέλουν το χρόνο τους και κάποιοι την ησυχία τους. Μπορεί να μη μάθεις ποτέ τι κρύβουν, μπορεί να μη θελήσουν να στο πουν, μπορεί και να μην έχουν καν μία ιστορία να σου φανερώσουν. Ίσως, πρέπει να αρκεστείς σε αυτό. Αυτό είναι. Δες το.

Δε θα κρατήσουν πολύ οι ευγένειες κι οι καλοί τρόποι. Τα πρωτόγονα συναισθήματα στήνουν καρτέρι. Άκρως ανυπόμονα κι αγενή, προστάζουν να τα μάθουν όλα. Ποιος έρωτας στηρίζεται στο σκοτάδι; Ο ερωτευμένος έχει δίψα και κάψα κι ανάγκη για γνώση. Θέλει να μάθει, πρέπει να μάθει. Είναι ζήτημα υψίστης σημασίας, είναι θέμα οξυγόνου κι επιβίωσης. Δεν καταπιέζεται, δεν καθησυχάζεται. Κρύβει ενδιαφέρον, προσμονή, περιέργεια. Θέλει να ρουφήξει την παραμικρή ασήμαντη λεπτομέρεια της ζωής σου γιατί στα μάτια του φαντάζει σημαντική.

Αναθεματίζει ήδη που άργησε να σε γνωρίσει, που έχασε τόσες μέρες, μήνες, χρόνια, καιρό. Πού ήσουνα; Πού ήταν κι αυτός. Πώς μπορούσατε να ζείτε χώρια. Πρέπει να αναπληρωθεί ο χαμένος χρόνος. Θέλει να μάθει ποια ήταν η διαδρομή σου, ποιες οι χαρές και ποια τα στραπάτσα σου. Τι συνέβη και δημιουργήθηκες εσύ. Εσύ όπως είσαι σήμερα, με όλα τα στραβά, τα κακά και τα ανάποδα της μοίρας σου. Μη φοβάσαι. Πρέπει να μάθει για να νιώσει λίγο περισσότερη δύναμη απέναντι στην αδυναμία που του δημιουργείς.

Κι όταν τελειώσει με το παρελθόν, θα θέλει να ανακαλύψει το παρόν σου, να γίνει μέρος του, να μη χάνει στιγμή του. Θα γίνει αδιάκριτος κι αυτή του η αδιακρισία θα τραμπαλίζεται κάπου μεταξύ παραξενιάς και κολακείας. Θα ζητάει να μάθει για φίλους κι εχθρούς, γονείς, συγγενείς, ασχολίες, συνήθειες. Θα θέλει να ρουφήξει ό,τι μπορεί να κλέβει κομμάτια της σκέψης σου, ό,τι μπορεί να σε χαροποιεί, να σε ευχαριστεί, να σε απασχολεί.

Άμα γνωρίζει, μπορεί να καταλάβει. Μπορεί να προβλέψει, μπορεί να αισθανθεί, ίσως και να σε προστατέψει από όσα σε κυνηγούν. Ήρθε για καλό κι αυτό θέλει να νιώσεις. Το αγνό ενδιαφέρον, την έγνοια. Αυτό μαρτυρούν οι ερωτήσεις. Δεν είναι ανάκριση μήτε στρίμωγμα στη γωνία. Είναι απλά ένας ερωτευμένος που θέλει να μάθει τα πάντα για τον άνθρωπο που ερωτεύτηκε. Εσένα.

Δε φταίει αυτός. Τα πρωτόγονα ένστικτα φταίνε. Ίσως κι εσύ που του τα ξυπνάς.

Συντάκτης: Κατερίνα Χήναρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη