Ξεχνιέται άραγε ο έρωτας; «Τι ερώτηση είναι αυτή ανόητη. Και βέβαια δεν ξεχνιέται ο έρωτας», θα έλεγαν οι περισσότεροι. Μπορώ να πω πως έχουν ένα δίκιο. Μα από την άλλη ξεχνιέται αυτό το ατελείωτο συναίσθημα που οδηγεί τους πάντες να χάνουν τα λογικά τους;

Άλλοι λένε πως δε γίνεται να ξεχάσεις τον έρωτα εντελώς, ολική διαγραφή που λένε. Είναι μια άυλη μορφή που σου δίνει ζωή, μη γνωρίζοντας πότε θα σου την πάρει πίσω. Είναι η μορφή που σε κάνει να αγαπάς και ταυτόχρονα να απεχθάνεσαι τις ομοιότητες και τις διαφορές που έχεις με τον άλλον. Δε γίνεται να ξεχάσεις, λένε. Υπάρχει και η άλλη πλευρά. Όταν έχεις καιρό να έρθεις σε επαφή με κάποιον συναισθηματικά, ένα άγγιγμα, ένα χάδι, ένα φιλί σου μοιάζει τόσο ξένο, όσο και να σκας από λαχτάρα γι’ αυτά. Και πάλι. Δεν είναι το ίδιο. Μπορεί να μην ξεχνάς τελείως, αλλά ξεχνάς.

Ξεχνάς αυτή τη δίψα την ακόρεστη. Ξεχνάς το κάψιμο από το χάδι. Μέχρι να συνηθίσεις πια κι έτσι περνά καιρός. Σαν νερό φεύγει και δεν τον καταλαβαίνουμε. Καμιά φορά μόνο όταν είναι αργά συνειδητοποιούμε την ιερότητά του. Αναρωτιέσαι αν θα θυμηθείς ξανά όσα έχεις ξεχάσει μέσα σε όλο αυτό το διάστημα. Ή αν θα μείνεις μόνος με την απορία αυτή. Ξεχνιέται άραγε ο έρωτας; Όσο τον έχεις, εκεί παίζονται όλα.

Θαυμάζω τους ανθρώπους που είναι ερωτευμένοι. Δίνουν σε εμάς τους υπόλοιπους ένα στίγμα για να μην ξεχνάμε την υπόστασή του και την αβέβαιη πράξη υλοποίησής του. Ποιήματα και ιστορίες για μεγάλους έρωτες μάς θυμίζουν πώς βιώνεται απ’ τους πολλούς και διαφορετικούς. Λίγοι στάθηκαν θαρραλέοι μπροστά του, περισσότεροι τον έζησαν κι ας μην ήξεραν τι είναι. Όλα θεωρίες. Άλλο να νιώθεις το σώμα σου να θυμάται τον έρωτα ή να νιώθει τη ζωντάνια που βγαίνει από ένα κείμενο κι άλλο να καίγεται μέσα σε αυτόν την ίδια στιγμή που τον ζεις.

Για να πω την πικρή μου αλήθεια, γράφοντας αυτές τις λέξεις, πιστεύω πως ξεχνιέται, αν ήταν εγώ να απαντήσω την ερώτηση. Ξεχνάς τη ζεστασιά της γνώριμης σιωπής. Του χαμόγελου. Ξεχνάς την αφή του φιλιού στα χείλη σου, του χαδιού στο δέρμα σου που έρχεται χωρίς να το περιμένεις. Ξεχνάς τη φλόγα που σου δίνει νόημα ύπαρξης και συνάμα φόβου, μήπως χάσεις αυτό που αγαπάς. Ξεχνιέται ο έρωτας. Θλιβερό κι μοιραίο γεγονός.

Αλλά γεννιέται τώρα και μια άλλη απορία. Γιατί να ξεχνάμε; Τι μας οδηγεί να ξεχνάμε; Μια προδοσία; Μια αμήχανη στιγμή; Φόβος, δειλία; Ή απλά η φθαρτή του ύλη; Τι και γιατί. Πολλά τα ερωτήματα, άλλες τόσες οι απαντήσεις. Είναι ίσως ανθρώπινο να ξεχνάμε τον έρωτα και την αγάπη. Είναι ίσως στη θνητή μας φύση, να αφηνόμαστε στη λήθη.

Κι αυτό είναι σημάδι αυτοσυντήρησης. Αρκεί να μην ξεχνάμε αυτό που μας ενώνει και αφήνει έστω και μια σπίθα αναμμένη. Υπάρχουν τρόποι που μπορεί να κρατηθεί. Αρκεί να μη βαριόμαστε σε ένα «Σιγά, δεν έγινε και τίποτα.». Φυσικά και έγινε. Γι’ αυτό ανάψτε τις σπίθες σας. Μην ξεχνάτε τον έρωτα ανάμεσά σας. Ανάμεσα στα ζευγάρια, στους εραστές, τους συζύγους. Κι ας μην απαντήσουμε ποτέ με σιγουριά, θα ξέρουμε πως και να ξεχαστεί θα έχουμε τη θέρμη μιας σπίθας να μας τον ξαναθυμίσει. Κι αυτό αρκεί.

Συντάκτης: Σία Πέρση
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου