Από αρχαιοτάτων χρόνων, η εικόνα ήταν ένα από τα κυριότερα θέματα που απασχολούσε τον άνθρωπο κι ήταν από πάντα ένα θέμα προς συζήτηση. Πώς φερόμαστε, τι φοράμε, πώς περπατάμε. Ποιος είναι ο χαρακτήρας και οι απόψεις μας και πώς μιλάμε. Καθώς μεγαλώνουμε, ανακαλύπτουμε πως μερικές φορές, δεν έχουν και τόσο σημασία όλα αυτά, για τον απλό λόγο πως ο άνθρωπος, από τη φύση του, δεν μπορεί να ακολουθήσει ένα τέλειο σύμπλεγμα κανόνων χωρίς καμία παρεκτροπή.

Φανερά ή όχι, μας νοιάζει αν θα αρέσουμε στους άλλους ή αν θα γίνουμε αποδεκτοί από ένα πιο ευρύ σύνολο. Μπορεί να λέμε στο τέλος «Σιγά που θα ακούσω τι λέει ο καθένας για μένα», αλλά αν πουν κάτι αρνητικό για εμάς, ενοχλούμαστε. Μια ο εγωισμός, μια οι ανασφάλειες που έχουμε όλοι ως άτομα, μας οδηγούν στο να περάσουν όλα αυτά που λέγονται από το μυαλό μας και κατά μια έννοια, να μας αναδιαμορφώσουν.

Αφού η εικόνα είναι μια πρώτη βάση για όλους μας (κακά τα ψέματα), παρατηρούμε τους γύρω μας και προσπαθούμε να αποκρυπτογραφήσουμε τη δική τους γλώσσα του σώματος. Υπάρχουν φορές που κάτι μας κεντρίζει στους άλλους και μας ωθεί στο να μην μπορούμε να πάρουμε τα μάτια μας από πάνω τους. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου, οι εκφράσεις που μπορεί να παίρνουν, τα συναισθήματα που μπορεί να βλέπουμε, μας κάνουν εντύπωση. Σε όλους μας έχει συμβεί να μας κοιτάζουν ή να κοιτάζουμε κάποιο άτομο.

Αυτό που έχουν παρατηρήσει ελάχιστοι, είναι πως όταν μας κοιτάζουν (ή νομίζουμε πως το κάνουν) η συμπεριφορά μας αλλάζει. Είναι αυτόματη διαδικασία και πολλές φορές ακούσια. Καθημερινά, συναναστρεφόμαστε με αρκετό κόσμο. Κάποιος θα μας εντυπωσιάσει, θα ακουστεί μια καλή ιδέα για τη δουλειά, ένα αστείο, μια ωραία κίνηση, ή μια στιγμή έντονη συμβαίνει και δημιουργεί έναν νοητό προβολέα. Πάνω απ’ όλα όμως, νιώθουμε τα βλέμματα. Ειδικά όταν είναι επίμονα (όπως του έρωτα). Σαν μια αντίδραση του οργανισμού μας φαίνεται. Άλλες φορές μας γεμίζουν ζεστασιά, άλλες περιέργεια. Αυτόματα, εκεί που καθόμαστε ή περιμένουμε, τεντώνουμε το ανάστημά μας και με ανέμελες κινήσεις προσπαθούμε να κρύψουμε την αμηχανία των βλεμμάτων.

Είναι σαν να νιώθουμε μια μικροσκοπική κάμερα να μας τραβά από κάποια γωνία. Πέρα από το ανάστημα, η φωνή γλυκαίνει ή έχει μια ιδιαίτερη «επιβλητικότητα», ανάλογα την περίσταση, χαμηλώνει ή δυναμώνει για να τραβήξει κι άλλο την προσοχή. Οι απόψεις ξεπροβάλλουν τεκμηριωμένες ή πιο μαζεμένες, αναλόγως τη σιγουριά και οι αισθήσεις μας χτυπάνε κόκκινο. Προσπαθούμε να δείξουμε την καλύτερη πλευρά του εαυτού μας χωρίς να «καρφωθούμε» από την αμηχανία που μας έχει περιβάλλει. Είναι σαν ξαφνικά να δίνουμε μια παράσταση μπροστά σε κοινό.

Η πιο μικρή κίνηση, η πιο αδιάφορη συζήτηση μπορεί να μετατραπεί σε ένα σκηνικό προβολής και να αποκτήσει εξαιρετικό ενδιαφέρον, απλά και μόνο επειδή κάποιου το βλέμμα έπεσε πάνω μας, ή επειδή εμείς σκανάραμε κάποιον. Μέχρι και το περπάτημα αλλάζει, αποκτούν όλα ξαφνικά μια παραπάνω σημασία. Είναι σαν μια αδιάφορη κι ίσως κάπως δεδομένη ασχολία, όπως το να περιγράφεις τη λίστα του σούπερ, ή  το να φτιάχνεις το κασκόλ σου, ξαφνικά να αποκτά παραπάνω αξία. Δεν είναι μόνο το κουτσομπολιό ή η αδιακρισία, καμιά φορά, είναι απλώς τύχη που έπεσε ένα βλέμμα πάνω σε μια κίνηση ή μια φωνή και κάπως έτσι δημιουργήθηκε μια σύνδεση.

Η οπτική επαφή που έχουμε καθημερινά με τους γύρω μας, μάς βοηθά να δούμε κάποια πράγματα αλλιώς. Όπως κι αν έχει, είτε μας κοιτάζουν, είτε όχι, αυτοί που είμαστε, αξίζει πολύ παραπάνω από εκείνους που θέλουμε να δείχνουμε, οπότε ας οδεύσουμε προς την κατεύθυνση αυτή μέχρι αυτές οι δυο έννοιες να ταυτιστούν.

Συντάκτης: Σία Πέρση
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου