Θυμάσαι, όταν ήσουν παιδί, που μιλούσες με τις ώρες στο τηλέφωνο με φίλους μέχρι που σε πονούσε το αυτί και το χέρι; Τώρα, πια, το σκηνικό έχει αλλάξει λίγο-πολύ αλλά ο πόνος στο χέρι και το αυτί παραμένει, μιας και τα ηχητικά μηνύματα ήρθαν με φόρα να αντικαταστήσουν το πολύωρο τηλεφώνημα.

Και μόνο στο άκουσμα της λέξης «ηχητικό» σε λούζει κρύος ιδρώτας, γιατί δεν ξέρεις τι σε περιμένει. Έχει προηγηθεί τηλεφωνική κλήση, η οποία για κάποιο λόγο παρέμεινε αναπάντητη. Ήσουν στη δουλειά; Είχες μπλέξει σε μποτιλιάρισμα; Έβαζες πλυντήριο; Εσύ ξέρεις. Η περιπέτεια ξεκινάει από τη στιγμή που πιάσεις το κινητό κι αντικρίσεις στην οθόνη τα ηχητικά που σου έχουν σταλεί. Μπορεί να είναι από 2-3 μικρά διάρκειας 30’’ μέχρι επεισόδιο podcast της μιας ώρας κομμένα σε δίλεπτα. Βέβαια, αν ξέρεις το άτομο που σου στέλνει συχνά-πυκνά, ξέρεις στο περίπου και τι έπεται στη συνέχεια.

Τα σενάρια είναι 2: στην 1η περίπτωση, βλέπεις μήνυμα «Ρε να σου πω κάτι;» κι ακολουθούν μικρά ηχητικά που αφορούν στο πού θα βγείτε το βράδυ, τι θα φορέσετε ή αν είδες το τελευταίο story των πρώην με το καινούργιο αμόρε κι έκοψες κίνηση. Μέχρι εδώ, όλα καλά. Στέλνεις σύντομο μήνυμα ή αντίστοιχο ηχητικό, ανάλογα με την έκταση της απάντησης στο ερώτημα. Στη 2η περίπτωση, τα πράγματα περιπλέκονται από τη στιγμή που θα δεις στην οθόνη μήνυμα του τύπου «Δε θα πιστέψεις τι έγινε». Μικρή παύση για να προμηθευτείς με νερό και ξηρά τροφή, να κάνεις και τον σταυρό σου και να ακούσεις τις ιστορίες του Γκιούλιβερ, αλλά σε διαφορετική εκδοχή.

Είμαι μόνο εγώ που τα ηχητικά αυτής της κατηγορίας θα με πετύχουν στις πιο ακατάλληλες περιστάσεις; Και δεν είναι μόνο αυτό. Πες ότι έχεις όλη την καλή διάθεση ν’ ακούσεις το δράμα που ζει ο άνθρωπός σου, αλλά δε σε βοηθάει το περιβάλλον που βρίσκεσαι αυτή τη στιγμή. Του γράφεις ένα ωραίο κι απλό «δεν μπορώ να τα ακούσω τώρα. Θα σου απαντήσω αργότερα» και ξεμπερδεύεις. Ή τουλάχιστον, έτσι νομίζεις. Γιατί έρχεται με φόρα ο άλλος και σου στέλνει κι άλλα ηχητικά του τύπου «α εντάξει, όταν μπορέσεις, πες μου μωρέ κι εσύ τι πιστεύεις» ή «καλά-καλά θα περιμένω». Και φτάνεις εσύ στο τέλος να έχεις να ακούσεις ΚΑΙ τα πρώτα που σου έστειλε ΚΑΙ τα δεύτερα που απαντάνε στη μη διαθεσιμότητά σου, αφού θεώρησες -και δικαίως- πως πρόκειται για κάτι επείγον. Αν σκέφτεσαι, λοιπόν, τι να κάνεις το βράδυ που θα γυρίσεις σπίτι, μόλις βρήκες τη λύση στο πρόβλημά σου. Συγχαρητήρια και καλό κουράγιο!

Και στα 2 σενάρια, το βασικό είναι το εξής: Να είσαι σε θέση να τ’ ακούσεις κάπου ήσυχα, χωρίς εξωτερικούς αντιπερισπασμούς και να μην απασχολείσαι με κάτι άλλο εκείνη τη στιγμή. Εννοείται πως κάτι τέτοιο συμβαίνει μία φορά στο εκατομμύριο και πως είναι πιο πιθανό να κερδίσεις το λαχείο, παρά να σε πετύχει το ηχητικό στη δουλειά, σε μια επαγγελματική συνάντηση ή στη διάλεξη στο πανεπιστήμιο κι ο άλλος να ξεκινάει τον πρόλογο με το χαρακτηριστικό «ελπίζω να μην ενοχλώ». Έλα όμως που ενοχλείς! Γιατί, αν νομίζεις πως θα κάτσεις αναπαυτικά ν’ ακούσεις, κοροϊδεύεις τον εαυτό σου!

Δεν λέω: καλά και χρυσά τα ηχητικά. Σε βοηθάνε να πεις όλα αυτά που, αν τα έγραφες, θα θύμιζαν έκθεση Πανελλαδικών εξετάσεων κι ο άλλος θα χρειαζόταν ένα απόγευμα για να τα διαβάσει, να τα επεξεργαστεί και να τοποθετηθεί επί του θέματος. Δε σημαίνει, όμως, ότι πρέπει η διάρκεια του ηχητικού να παραπέμπει πιο πολύ σε επεισόδιο σειράς παρά σε σύντομο μήνυμα. Συν του ότι δεν είναι όλες οι δουλειές για ηχητικά. Επιπλέον, μπορείς να πεις τον πόνο σου χωρίς να πιαστούν τα δάχτυλά σου από τη δακτυλογράφηση, αλλά μετά θα θες να πιεις όλο τον Βόσπορο από το διάγγελμα που έστειλες πριν λίγο. Όπως και να το δεις, κάτι παίρνεις, κάτι χάνεις.

Υπάρχει, ωστόσο, μια θεμελιώδης αρχή των ηχητικών μηνυμάτων, η οποία, άπαξ και καταπατηθεί, δεν υπάρχει δρόμος για επιστροφή. Αυτή δεν είναι άλλη από τις παύσεις. Κι εξηγώ: Αφού θες ηχητικό μήνυμα, τότε θα έχεις και μια συνεχή ροή του λόγου χωρίς διακοπές, παύσεις και μισόλογα. Δε θα κάθομαι ν’ ακούω 1 λεπτό την ανάσα σου. Τι πας καλέ μου άνθρωπε και μου αρχίζεις τα «Εμ…», τα «Ε, κατάλαβες τώρα…» και τα «Εε τι έλεγα/ τι ήθελα να πω;». Ή θα τα πεις όλα με μια ανάσα ή θα τα γράψεις σε μια κόλλα χαρτί και θα τα διαβάσεις σαν να βρίσκεσαι σε σχολική γιορτή. Μισές δουλειές δε γίνονται δεκτές. Γιατί διαφορετικά, με το που ακούσω κάποια από τις παραπάνω φράσεις, αρχίζω και χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο αναφωνώντας ένα μακρόσυρτο «Πω ρε φίλε» συνοδευόμενο από ένα «Άντε πες το ρε άνθρωπε. Μας έβγαλες την ψυχή». Κι όντως αυτή την αίσθηση έχεις, αφού έχεις ολοκληρώσει με τα ηχητικά. Σαν να σου ρούφηξαν τη ζωή κι έχεις στερέψει από κάθε ίχνος ενέργειας.

Όπως και να έχουν τα πράγματα, τα ηχητικά είναι εδώ για να μείνουν κι ίσως έχουν κι αυτά κάτι το καλό. Μπορούμε ν’ ακούμε τις φωνές των δικών μας ανθρώπων και να τις έχουμε πάντα μαζί μας. Γιατί, εδώ που τα λέμε, πόσα «σ’ αγαπώ», «να προσέχεις», «μου λείπεις» έχουμε πει μέσω ενός ηχητικού;

Συντάκτης: Κατερίνα Καλακίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου