Χαμένοι στους δρόμους μιας ατελείωτης παρερμηνείας, μισοί άνθρωποι γυρνούν κρατώντας παραμάσχαλα τις πληγωμένες καρδιές τους.  

Όπως έχει γραφτεί πολύ σοφά, οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να χωρίζουν. 

Πρέπει να αναγνωρίζουν την ευθύνη που έχουν όταν αποφασίσουν να αποχωρήσουν από μία σχέση αγάπης και έρωτα, υποσχέσεων και ανταλλαγής όρκων αιώνιας δέσμευσης. 

Πρέπει, επιβάλλεται να ανδρωθούν, να σταθούν απέναντι στους χαμένους –αυτή η ανθρώπινη υπεροψία με σκοτώνει– και να μιλήσουν με αλήθειες, να ρισκάρουν να τους πονέσουν και να τους απελευθερώσουν από την υπόνοια ότι ευθύνονται αποκλειστικά και μόνο οι ίδιοι για αυτό τον χωρισμό.

Είναι εγκληματικό να βαραίνεις τον άλλον με την ευθύνη μιας εντελώς προσωπικής σου απόφασης και να τον καταδικάζεις να περιφέρεται σε δαιδαλώδεις λαβυρίνθους σηκώνοντας στους ώμους του το σύμπαν. Να ρίχνει το βλέμμα στο χώμα, να τρώει την σκόνη σου και να τιμωρεί τον εαυτό του, στερούμενος την πρόκληση μιας νέας ευτυχίας. 

Θέλεις να φύγεις; Φύγε, αλλά μη θάβεις τον άλλον ζωντανό. 

Αναγνωρίζω πως δεν είναι εύκολο να μιλάμε με αλήθειες και ας παραδεχτούμε επιτέλους ότι δεν θέλουμε να είμαστε οι κακοί της ιστορίας, μα δε γίνεται αλλιώς.

Δεν μπορείς να εξαφανιστείς, ούτε σου επιτρέπεται να συγκαλύψεις το γεγονός ότι έχεις ενδώσει σε κάτι νέο λέγοντας στον άνθρωπό σου ότι δεν πάει άλλο, γιατί δουλεύει από το πρωί μέχρι το βράδυ. 

Δε σου επιτρέπεται, κοινώς, να μεταθέτεις την ευθύνη του χωρισμού στον άλλον.

Κάπως πρέπει και αυτός να ανασάνει, να αναρρώσει, να κάνει τα κουμάντα του, να ξέρει πόσες φορές θα σε κλάψει, θα ξεσπάσει, θα τα πιει και θα τα σπάσει, γιατί και ο χωρισμός έχει τα στάδια του. Και αν εσύ τον καταδικάσεις σε ένα συνεχές σταύρωμα, δε θα μπορέσει ο άνθρωπος να προχωρήσει. 

Βλέπεις δεν έχουμε κάνει όλοι στο Θιβέτ, ούτε είμαστε τόσο ισχυροί χαρακτήρες, ώστε να αντιμετωπίζουμε με διαύγεια το τέλος. Άλλωστε όταν αγαπάμε, μας είναι φύσει αδύνατον να κατηγορήσουμε τον άλλον (στην αρχή τουλάχιστον), σκέψου ένα παραπάνω όταν ο άλλος μας έχει πείσει ότι το λάθος είναι δικό μας. 

Θα σου δώσω ένα παράδειγμα. Ας πούμε ότι ο Τάκης, μετά από δύο χρόνια, γυρίζει σπίτι και βρίσκει την Κατερίνα να κλαίει στον καναπέ και να τον κοιτάζει με ένα βλέμμα αλά Μάρθα Βούρτση και κάτι από Βουγιουκλάκη.

Σημειώνουμε ότι ο Τάκης δουλεύει σαν τον μαύρο σκύλο και η Κάθριν που θέλει στερείται κοινής κοινωνικής καθημερινότητας. Η Κατερίνα συνεχίζει να κοιτάζει τον Τάκη, μόνο που τώρα του ψελλίζει πως τέρμα η ιστορία, η αγάπη τώρα τέρμα. Ο Τάκης μαζεύει τα πράγματα του, τα χώνει στο αυτοκίνητο και τραβάει για τον κολλητό του, ευχόμενος να είναι κακό όνειρο ή ένα γινάτι της Κάθριν.

Την επόμενη μέρα πηγαίνει στη δουλειά και δηλώνει παραίτηση, σηκώνει ότι οικονομίες είχε στην άκρη και αρχίζει αποθεραπεία στα μπαρ και τα ξενύχτια, σκεπτόμενος πόσο λάθος έκανε που δεν έδινε στην εκλεκτή της καρδιάς του τον χρόνο που της άξιζε.

Αυτό σκέφτεσαι και εσύ, αλλά κάτσε να δεις πως έχουν τα πράγματα. 

Εν ολίγοις, η Κάθριν μετά από 4 ημέρες εμφανίστηκε με νέο αμόρε. Όλα καλά μέχρι εδώ.

Στον έναν μήνα συγκατοίκησε με το νέο αμόρε. Όχι και τόσο καλά, θα έλεγε κάποιος, αλλά περί ορέξεως. Στους 7 μήνες η Κάθριν έβαλε και νυφικό με το νέο αμόρε, που τώρα πια είναι κορώνα στο κεφάλι της. 

Ο Τάκης μέχρι και σήμερα δε λέει να συνέλθει από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα της Κατερινούλας και το ξερό του το κεφάλι ακόμη πονάει για το πως πίστεψε ότι αυτός ήταν η πηγή του κακού και του χωρισμού. 

Πόσο απλά, πες μου, θα ήταν τα πράγματα αν η Κάθριν όταν άρχισε να λοξοκοιτάει του έλεγε “Τάκη, αγάπη μου, μου τελείωσε.”

Θα έκλαιγε ένα μήνα ο Τάκης, θα ξόδευε τα μισθά του στα μπαρ, θα τον δικαιολογούσαν και στην εταιρεία, θα ερχόταν στα ίσα του μια μέρα και τέλος.  Και η Κάθριν θα ήταν μια καλή ή κακή ανάμνηση, πάντως όχι ένα τραύμα ανοιχτό που τον έχει καταστήσει ανάπηρο να εμπιστευτεί και να αφεθεί σε άλλο θηλυκό. 

Για αυτό σου λέω. Έχουμε ευθύνη όταν χωρίζουμε μεγαλύτερη από όσο σμίγουμε.

Έχουμε ευθύνη να προφυλάξουμε τόσο τον εαυτό μας όσο και το μέχρι πρότινος άλλο μας μισό από ανώφελες συναισθηματικές καταστάσεις.

Ο χωρισμός θέλει παιδεία και κότσια, όχι πολιτισμό και χειραγώγηση.

Συντάκτης: Μαρία Κωφίδου