Οι ερωτικές μας σχέσεις είναι το υπέρτατο πεδίο πειραματισμού στην ικανότητα μας να συνεργαζόμαστε σαν ομάδα.

Σκεφτείτε μια ομάδα beach volley.

Δύο παίκτες αλληλεξαρτώμενοι για την επιτυχή έκβαση του αγώνα. Ο ένας σερβίρει, ο άλλος αποκρούει. Οι κινήσεις για να επιτευχθεί ο πολυπόθητος πόντος είναι μετρημένες, και γι’ αυτό χρειάζεται σύστημα.

Υπάρχει ένας ολόκληρος κώδικας επικοινωνίας που οι παίκτες πρέπει να έχουν αναπτύξει μεταξύ τους και όταν ο ένας από τους δύο χάσει την επαφή και οι δύο ζημιώνονται. Η συνεργασία είναι βασική για την επικράτηση εδώ και όχι ο ανταγωνισμός. Ο ανταγωνισμός γίνεται με την αντίπαλη ομάδα. Υπάρχει ένα «εμείς» δηλαδή και ένα «εκείνοι».

Έτσι πρέπει να είναι και με τις ερωτικές μας σχέσεις. Εμείς μαζί ομάδα και οι άλλοι απέναντι. Έτσι δεν είναι; Έτσι νομίζετε, γατάκια. 

Τα ζευγάρια ανταγωνίζονται όλο και περισσότερο μεταξύ τους σε πολλαπλά επίπεδα. 

Ποιος βγάζει πιο πολλά χρήματα, ποιος έχει πιο πολλά πτυχία, ποιος είναι πιο όμορφος, έχει καλύτερη δουλειά, είναι πιο έξυπνος, έχει περισσότερους φίλους στο φέις, περισσότερα λάικ σε φωτογραφίες, καλύτερο σκύλο, αυτοκίνητο, ποδήλατο, ποιος κάνει περισσότερες δουλειές στο σπίτι και η λίστα θα μπορούσε να είναι ατέλειωτη.

Σα συμπεριφορές μπορεί να αναγνωριστεί από σχόλια του τύπου, «Εντάξει μωρέ και εγώ αν είχα μια ευκαιρία θα είχα τα πτυχία σου», «Σιγά την επιτυχία ρε συ ευκολάκι ήταν», «Τελικά εγώ έχασα πιο πολλά κιλά από εσένα», «Η Σούλα ντύνεται καλύτερα από σένα», «Ο Μήτσος πήρε το ίδιο αυτοκίνητο με εσένα, αλλά την καινούρια έκδοση», «Αγαπάς τους φίλους σου πιο πολύ από εμένα».

Περισσότερο, βέβαια, από τις συμπεριφορές, τον ανταγωνισμό μέσα σε μια σχέση απλώς τον νιώθεις.

Κάποιος από τους δύο –ή και οι δύο– νιώθουν συνέχεια στην τσίτα, ότι κάτι παίζεται, ότι πρέπει συνέχεια να είναι σε επιφυλακή. Είναι εξουθενωτικό και συναισθηματικά βίαιο. Σε αδειάζει.

Το λεξικό ορίζει τον ανταγωνισμό ως ο «αγώνας εναντίον κάποιου με στόχο την τελική επικράτηση». Η λέξη-κλειδί εδώ είναι, σαφώς, η επικράτηση.

Υπάρχει ένα ποθητό αντικείμενο που πρέπει να κατακτηθεί και πρέπει να επικρατήσουμε για να το αποκτήσουμε. Αυτό συνεπάγεται, βέβαια, έναν νικητή και έναν χαμένο. Και στις ομάδες, ας πάει στα κομμάτια, γιατί ο χαμένος απλώς θα χάσει το πρωτάθλημα.

Στις σχέσεις μας όμως; Τι σημαίνει εδώ ο χαμένος;

Συνήθως είναι αυτός που θα το κάνει φαινομενικά γαργάρα, αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού του θα έχει πάντα το «τώρα θα δεις τι θα πάθεις», συνήθως με έναν παθητικά επιθετικό τρόπο. στα μουλωχτά, που λέμε. Και εκεί που ο άλλος δεν το περιμένει, τσουπ, στην κάνει.

Θυμός, πίκρα, ανάγκη εκδίκησης, γίνονται όλα αχταρμάς.

Και ο κερδισμένος; Αυτός να δείτε πόσο χαμένος είναι.

Στην αρχή υπάρχει η πρώτη γλυκιά γεύση της νίκης, «Ναι, ρε την πήρα την αύξηση, το μπόνους, το αυτοκίνητο, τη δουλειά», η οποία ακολουθείται από έναν εσωτερικό χορό της βροχής σαν τους Ινδιάνους, ο οποίος ακολουθείται από την μουλωχτή πισινή του χαμένου.

Γιατί ο χαμένος, όση ώρα εσύ έκανες τον εσωτερικό χορό του Καθιστού Βούβαλου, εκείνος έχει «μπερδέψει» μία κόκκινη κάλτσα με τα άσπρα σου βρακιά και έχουν γίνει όλα ροζ.

Μαζί και το καλό σου το πουκάμισο που θα φορούσες την πρώτη μέρα στην υπέρτατα γαμάτη δουλειά που βρήκες και την έτριβες στη μούρη του συντρόφου σου.

Όλα τα παραπάνω βέβαια είναι η πρώτη ανάγνωση. Γιατί όπως πάντα, σε όλες τις καταστάσεις υπάρχει και μια δεύτερη.

Και στην περίπτωση του ανταγωνισμού ανάμεσα στα ζευγάρια είναι πάντα, μα πάντα η ανάγκη επιβεβαίωσης.

«Είμαι αγαπητός», «είμαι άξιος», «είμαι καλός», είναι όλα συσσωρευμένες ανάγκες της ανικανοποίητης ανθρώπινης ύπαρξης.

Όσο περισσότερα στερήθηκα μικρός, τόσο περισσότερα θα θέλω να κερδίσω τώρα. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα υλικά αγαθά, αλλά κυρίως στην αγάπη και την αποδοχή από τους γονείς μας –κυρίως-, αλλά και τους δασκάλους μας και φίλους μας.

Η αξία που κάποιος δίνει στο εαυτό του αναπτύσσεται σε πολύ μικρή ηλικία, συνήθως πριν από το τρίτο έτος της ζωής μας, άρα βλέπουμε ότι πολλά πράγματα ίσως να μην έγιναν όπως έπρεπε στην παιδική μας ηλικία.

Μια ανεπαρκής παρουσία της μητέρας, μια απογοήτευση στο σχολείο, απόρριψη από μια δουλειά, όλα μπορεί να έχουν καταστροφικές συνέπειες.

Αλλά αυτά πάει πέρασαν. Τώρα τι γίνεται;

Πάλι θα μιλήσω για την προσωπική μας ευθύνη να αξιολογούμε τον εαυτό μας όσο πιο αντικειμενικά γίνεται και να αναρωτιόμαστε το γιατί να έχουμε ανάγκη να είμαστε ανταγωνιστικοί μέσα στις σχέσεις μας.

Τι δείχνει όλη αυτή η δίψα επικράτησης για εμάς τους ίδιους και τον τρόπο που ορίζουμε μια διαλεκτική ερωτική σχέση;

Ο λίγος υγιής ανταγωνισμός μπορεί να να είναι ωφέλιμος στο ζευγάρι.

Ο άλλος όμως, είναι σαν τη ρουφήχτρα που ρουφάει ό,τι καλό μπορεί μπορεί να έχει μια σχέση και αφήνει μόνο κάτι σαπισμένα κατακάθια που τρώνε τα θεμέλια της σχέσης σαν σαράκι.

Πριν μπείτε στη διαδικασία λοιπόν, πρώτα ψαχτείτε!

Συντάκτης: Μαρία Αγοραστού