Εκ φύσεως οι άνθρωποι τείνουν να κατηγοριοποιούν τους γύρω τους βάσει διαφόρων χαρακτηριστικών, όπως θρησκεία, εθνικότητα, χρηματοοικονομική τάξη, κοινωνικό σύνολο και ούτω καθεξής. Το ίδιο μοτίβο ακολουθούν και στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, αφού δημιουργούν κατηγορίες στις οποίες –ασυνείδητα– κατατάσσουν οποιονδήποτε γνωρίσουν, απ’ τα πρώτα κιόλας δευτερόλεπτα. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι κατηγορίες μπορεί να ‘ναι οι φιλικές σχέσεις, όπως κι οι πιθανώς ερωτικές.

Στην κατηγορία των φιλικών σχέσεων ταξινομούνται όσοι ναι μεν μας είναι συμπαθείς κι η παρουσία τους μας είναι ευχάριστη, αλλά, ταυτόχρονα, δε μας ελκύουν ερωτικά. Αντίθετα, στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν άτομα που τα πρώτα τους βλέμματα και μόνο είναι αρκετά για να ηλεκτρίσουν την ατμόσφαιρα. Κατηγοριοποιώντας κάποιον στις όχι φιλικές σχέσεις δε σημαίνει απαραίτητα ότι υπάρχει επιθυμία για σύναψη μιας ερωτικής σχέσης, αλλά ότι υπάρχει μια έλξη που αποτρέπει τη σχέση απ’ το να ‘ναι ολοκληρωτικά φιλική. Φυσικά, άτομα αυτής της κατηγορίας μπορούν να κάνουν παρέα σε φιλικό επίπεδο, αλλά το ενδεχόμενο εξέλιξης αυτής της σχέσης σε κάτι πιο βαθύ στην πορεία δε θα πάψει να υπάρχει, καθώς δεν παύεις να αναγνωρίζεις τον άλλον ως ελκυστικό.

Αν, όμως, οι άνθρωποι ξέρουν εξαρχής αν μια σχέση είναι ερωτική ή όχι, τότε πώς στην πορεία ζευγάρια φίλων καταλήγουν μαζί; Ο έρωτας πολύ δύσκολα γίνεται φιλία, η φιλία πόσο εύκολα γίνεται έρωτας;

Αν δύο άτομα ανήκαν στην κατηγορία των όχι φιλικών σχέσεων, ακολουθώντας, όμως, φιλική πορεία, τότε είναι πιθανόν κάποια στιγμή να εξελιχθεί η σχέση τους σε κάτι πιο ερωτικό, αφού εξαρχής –θεωρητικά– υπήρχαν οι προδιαγραφές. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, παρ’ όλα αυτά, η σχέση ποτέ δεν ήταν 100% φιλική, άρα δεν μπορεί να θεωρηθεί, ακριβώς, μετατροπή φιλίας σε έρωτα.

Φυσικά, ως ένα ζήτημα που διχάζει ακόμα και τους ψυχολόγους, υπάρχουν επιχειρήματα και για τις δύο όψεις του νομίσματος. Το ότι δυο κολλητοί που γνωρίζονται πια τόσο καλά κι έχουν τόσο συχνή επαφή αποφασίζουν να αλλάξουν τη φύση της σχέσης τους, είναι κάτι λογικό, λόγω του ότι ήδη γνωρίζουν κι αγαπούν τα προτερήματα αλλά και τα ελαττώματα ο ένας του άλλου. Άλλωστε, η συχνή επαφή είναι κρίσιμος παράγοντας στην τροφοδότηση συναισθημάτων.

Άλλοι, βέβαια, υποστηρίζουν ότι το να γνωρίζεις τον άλλον πια τόσο καλά είναι ένας λόγος αποτροπής απ’ τη σύναψη ερωτικής σχέσης με κάποιο φίλο, καθώς δεν υπάρχει πια το μυστήριο κι η μαγεία της διαδικασίας του να γνωρίσεις καινούργιες πτυχές ενός ατόμου που σε ενδιαφέρει.

Είναι και κάποιες φορές που ίσως οι ίδιες οι συνθήκες να ‘ναι αυτές που σας ξυπνούν μια αλλιώτικη διάθεση προς το άτομο που μέχρι τώρα βλέπατε αποκλειστικά ως φίλο. Όσο περνούν τα χρόνια, τα «θέλω» μας όπως κι οι ανάγκες μας αλλάζουν, άρα κάποιος που στα 18 δεν ήταν κατάλληλος για σχέση, στα 24 μπορεί να έχει γίνει ο ιδανικός. Αντιλαμβάνεστε, ξαφνικά, ότι όλα αυτά που αναζητείτε σε έναν πιθανό σύντροφο είναι προσωποποιημένα στον κολλητάρι σας, αλλά η συνήθεια σας απέτρεπε απ’ το να το αντιληφθείτε.

Όπως και να ‘χει, το «στα φιλικά μπαίνουν τα καλύτερα γκολ» είναι μια φράση που κάποιοι παθιασμένα θα υμνούν, ενώ άλλοι θα απαρνιούνται κατηγορηματικά. Το μόνο σίγουρο για τις ανθρώπινες σχέσεις είναι ότι πάντοτε θα υπάρχουν στοιχεία φιλικά σε ερωτικές σχέσεις, όπως κι ερωτικά σε φιλικές.

Εν τέλει, όποια απ’ τις δύο απόψεις κι αν συμμερίζεστε, ας συμφωνήσουμε σ’ αυτό: Υπάρχει πιο πολύς έρωτας στη φιλία, παρά φιλία στον έρωτα.

Συντάκτης: Αθηνά Τσαγγαρίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη