«Την πατήσαμε τώρα!!»  Αυτό λες από το πρωί όταν παραμιλάς, αυτό λες σιγανά στον εαυτό σου, είτε με φωνή, είτε νοερά. Μέχρι τώρα ένιωθες κάποια ασφάλεια που νόμιζες μόνο εσύ ότι υπάρχει πρόβλημα σε αυτή τη σχέση. Λίγο θα έκανες τα μαγικά σου, λίγο τις τσαχπινιές σου, λίγο τον τρελό του χωριού. Τελοσπάντων θα έβρισκες έναν τρόπο να το καμουφλάρεις αυτό το βάρος που έχεις, ώστε να μην το καταλάβει κι ο άνθρωπος απέναντι. Να κερδίσεις χρόνο μπας και λυθεί το πρόβλημα.

Κι έρχεται η αποφράδα εκείνη στιγμή που ο άλλος θα τολμήσει να ψελλίσει εκείνο το σπαστικό που φοβόσουν από καιρό ότι θ’ ακούσεις κάποια στιγμή. Εκείνο το ρημάδι το «θέλω να μιλήσουμε». Λες και δε μιλάτε συνέχεια για διάφορα! «Όχι, καμάρι μου, δε θέλω εγώ να μιλήσουμε γι’ αυτό που θες εσύ να μιλήσουμε» θες να πεις. Ας μη μιλήσετε καθόλου, βρε αδελφέ. Ας κάνετε ένα μαραθώνιο σιωπής για κάποιες μέρες, εβδομάδες, ίσως και μήνες. Ξέρω, δε γίνονται αυτά. Μα γιατί να μην κάνετε εσείς την αρχή;

Όσο το πρόβλημα το έχει εντοπίσει ο ένας, όσο τουλάχιστον νομίζει ο ένας ότι μόνο αυτός το έχει εντοπίσει, τα πράγματα είναι υποφερτά. Θαρρείς διαχειρίσιμα. Θα βάλεις μια νύχτα τη στολή του σούπερ-ήρωα και θα τη σώσεις αυτή τη σχέση. Ή θα την ανεχτείς ευκολότερα. Θα συμβιβαστείς κομματάκι ευκολότερα, στην τελική μπορεί πάντα να είναι και ιδέα σου ότι από κάπου μπάζει αυτό το ντουετάκι. Εκείνος ο γρύλος που ζει μέσα σου ίσως και να έκανε και πάλι το θαύμα του. Μπορεί και ο άλλος να είναι απόλυτα ευχαριστημένος ή και επαναπαυμένος σε όλο αυτό. Έλα, παραμυθιάσου κι άλλο! Μπορείς!

Κι εκεί που θες να του πεις όλα τα κουλά του κόσμου περί μαραθώνιων σιωπής και περί ματαιότητας φιλοσοφικών συζητήσεων όταν υπάρχει τόσο καλό σεξ ως εναλλακτική διαχείρισης του κοινού χρόνου, ξαφνικά πετάγεται ο ενήλικας από μέσα σου και απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη «ας μιλήσουμε μωρό μου». Αυτό είναι! Ο ενήλικας που πετάχτηκε από μέσα σου με αίσθημα δικαιοσύνης εισαγγελέα σηματοδοτεί την έναρξη του τέλους, γαμώτο του! Όταν η υποψία του ενός εκφράζεται λεκτικά και από τον άλλον, στάνταρ αρχίζει η φθίνουσα πορεία.

Σκέφτεσαι τώρα το πώς θα διαχειριστείς την επερχόμενη συζήτηση. Λίγες οι ώρες μέχρι το βράδυ, τι σχέδιο να καταστρώσεις σε λίγες ώρες; Οι απαγωγές με κίνητρο τα λύτρα δεν είναι πλέον πιστευτές, όπως επίσης και ατυχήματα με ποδήλατα και αυτοκίνητα που απαιτούν μετέπειτα «ησυχίες» γιατί η διάσειση δε θέλει βαριές συζητήσεις δε θα πιάσουν ως κόλπο γιατί δεν οδηγείς τίποτα.

Το βράδυ που θα γίνει η περιβόητη κουβέντα πλησιάζει. Δεν έχεις βρει κάποιο καλό κόλπο ώστε να την αποφύγεις, τάχα μου αναγκαστικά και οι ώρες περνούν σαν τρελές. Σκέφτηκες κι εκείνο το αλάνθαστο κόλπο του δημοτικού. Εκείνο που όταν ο απέναντι ανήλικος ήθελε να κάνει βαρύγδουπες δηλώσεις τύπου «δε σ’ έχω φίλο» εσύ έκλεινες τα αυτιά με τα δύο σου χέρια και δυνατά τραγουδούσες νότες ή συλλαβές για να μην μπορέσει ο ήχος του απέναντι να περάσει τα βουλωμένα από τα χέρια σου αυτιά σου. Μπα! Ανώριμο κι αυτό, όσο δελεαστικό κι αν φαίνεται. «Λες;»  λέει το απελπισμένο στοιχείο μέσα σου, μα ρίχνεις λίγο νερό στο πρόσωπο και αμέσως επανέρχεσαι στην ηλικία σου. 

Ναι ρε άνθρωπε! Ναι. Η κοινή παραδοχή ότι υπάρχει πρόβλημα κόβει την κορδέλα στα εγκαίνια της επερχόμενης καταστροφής. Μη σου πω ότι ανοίγει και σαμπάνια! Μα δεν υπάρχει τίποτα που να μπορείς να κάνεις γι’ αυτό. Και ποιος ο λόγος άλλωστε; Ποιος ο λόγος να φρενάρεις ένα τέλος που θα βρει τρόπο να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του; Αν όχι τώρα, κάπου παρακάτω. Ποιος ο λόγος να μην ακούσεις και την άλλη πλευρά; Στην τελική, ποιος ο λόγος να μην επιτρέπεις να τελειώσει και τυπικά κάτι που από καιρό έχει τελειώσει ουσιαστικά;

 

Συντάκτης: Ελευθερία Παπασάββα