Υπάρχουν θέματα που όταν τ’ αγγίζεις προκαλούν. Και πολύ μάλιστα. Το να τ’ αγγίζεις προκαλεί τόσο πολύ που κι αυτό το ίδιο συνιστά πρόκληση. Από τις μεγαλύτερες, μάλιστα, σε μια συζήτηση. Ακόμη κι από ανθρώπους που σε ξέρουν κι έχετε την ίδια κοσμοθεωρία για τη ζωή. Δεν προκαλεί αυτούς καθαυτούς κι αυτό το γνωρίζω καλά και δεν εκπλήσσομαι. Προκαλεί τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώσαμε, πεποιθήσεις εσφαλμένα παγιωμένες που πλέον αποτελούν, δυστυχώς, παρακαταθήκες από προηγούμενες γενιές σε επόμενες.

Ας πούμε ότι έφτασες σ’ ένα επίπεδο εσωτερικής ωρίμανσης, πνευματικότητας αν θες, και πλέον έχεις καταφέρει όλα όσα μπορούν ουσιαστικά να σε γεμίσουν. Έχεις υγεία κι αγάπη πραγματική, αδιαπραγμάτευτη και δοκιμασμένη στο χρόνο. Γνήσιους φίλους κι έναν σύντροφο-βράχο. Έχεις γίνει γονιός κι έτσι έχεις βιώσει κι εκείνο το άλλο θαύμα της ύπαρξης. Αχάριστος δεν είσαι, απεναντίας νιώθεις ευλογημένος και γεμάτος για όλα όσα έχεις καταφέρει. Αν σε αυτό το σκηνικό, τώρα, έρθεις να προσθέσεις φαινόμενα της σημερινής εποχής, όπως ανεργία κι ανέχεια κι αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με οικονομική δυνατότητα, γιατί να θεωρείσαι λάθος αν ισχυριστείς ότι λίγο παραπάνω χρήμα μπορεί να φέρει περισσότερες ευτυχισμένες στιγμές στην ήδη υπάρχουσα κατάσταση;

Κακά τα ψέματα. Ορισμένα αγαθά «αγοράζονται». Κι ένα από αυτά είναι η υγεία. Μερικές φορές πρέπει να την «αγοράσεις». Συνίσταται, επιβάλλεται ή είναι η μόνη σου επιλογή. Πρέπει να έχεις ρευστό για να ελιχθείς ώστε μια, μέχρι πρότινος άπιαστη, θεραπεία να είναι πλέον επιλογή σου. Πόσοι και πόσοι έρανοι δεν έγιναν ώστε να μαζευτούν χρήματα για μια εγχείρηση στο εξωτερικό, ενός παιδιού που μέχρι τότε δεν είχε ελπίδα επιβίωσης;  «Αγόρασαν» ή όχι, τελικά, τα χρήματα την πραγματική ευτυχία στους γονείς εκείνου του παιδιού; Μας σοκάρουν οι λέξεις; Μας σοκάρει η αλήθεια όταν σερβίρεται κυνικά; Μα γι’ αυτό λέγεται αλήθεια.

Μας τρομάζουν οι λέξεις κι αυτό γιατί πηγαίνουν κόντρα στα κλισέ μας. Τρέχουμε να τις αμφισβητήσουμε διότι αποσυντονίζουν τη φαινομενική λογική των ισορροπιών μας. Δοκίμασε να πεις σε μια παρέα ανθρώπων το μέγα εκείνο κλισέ «το χρήμα φέρνει την ευτυχία» και περίμενε να δεις αντιδράσεις. Οι απανταχού ρομαντικοί θα υπεραμυνθούν για την ουσία της ζωής και για ν’ αντικρούσουν το θράσος σου να λες κάτι τέτοιο ενώ μόνο η υγεία και η αγάπη είναι συστατικά της ευτυχίας. Και ποιος είπε ότι αυτή η ευτυχία δεν μπορεί να συμπληρωθεί, να εμπλουτιστεί, να μεγαλώσει, όταν έχεις τη δυνατότητα να κάνεις κι άλλα πράγματα για όλα όσα ήδη έχεις;

Όλα ξεκινούν από τον ορισμό τον οποίο δίνεις εσύ στη λέξη «ευτυχία». Για κάποιους «ευτυχία» σημαίνει χλιδή κι ανέσεις. Κι εκείνοι θεωρούν ότι το χρήμα φέρνει ευτυχία και ίσως από εκείνους η έκφραση να αυτοκαταστρέφεται ως στάση ζωής. Μ’ αυτή την έννοια, ναι. Το χρήμα δε φέρνει την ευτυχία. Υποκατάστατα αυτής θα φέρει, με σίγουρη την ημερομηνία λήξης τους. Για κάποιους άλλους, ευτυχία σημαίνει το να μπορείς να απαλύνεις τον πόνο των άλλων. Ή το να μπορείς να ζωγραφίζεις χαμόγελα ανακούφισης σε αναξιοπαθούντες. Το να δίνεις. Μπορεί μια κάποια τέτοια ευτυχία να την «αγοράσει» το χρήμα; Μπορεί. Με κεφαλαία γράμματα. Πάρε έναν άστεγο, περιποιήσου τον, νοίκιασέ του ένα μικρό δωμάτιο και γέμισέ του το ψυγείο έτσι ώστε να κερδίσει χρόνο. Χρόνο βιωσιμότητας αλλά και χρόνο μέχρι να ξαναπάρει τη ζωή του στα χέρια του. Δεν του απαλύνεις τον πόνο με εκείνα τα χαρτιά τα οποία εξαργυρώνεις για να αγοράσεις αγαθά ή φάρμακα; Δεν «αγοράζεις» λίγη από την ευτυχία την οποία μπορεί να νιώσει;

Πόσοι και πόσοι πραγματικά φιλάνθρωποι, δεν «αγόρασαν» εκείνη την ουσιαστική ευτυχία άλλων ανθρώπων, συντηρώντας άπορες οικογένειες, γεμίζοντας άδεια ψυγεία, πληρώνοντας εγχειρήσεις και γιατρούς, υιοθετώντας παιδιά, σπουδάζοντας φτωχούς και πόσα άλλα ακόμη; Πόσοι και πόσοι ευεργέτες δεν έχτισαν νοσοκομεία, γηροκομεία, πανεπιστήμια, προσφέροντας έτσι αφιλοκερδώς ένα κομμάτι από την ευτυχία που μπορεί να νιώσει ένας κατασταλαγμένος ώριμος άνθρωπος; Τι νόημα έχει τότε η υλική ελεημοσύνη, ως μέγα συστατικό της αγάπης, εάν το χρήμα δεν μπορεί να «αγοράσει» ανακούφιση, επιβίωση ή ίαση;

Φέρνει ή όχι, λοιπόν, μια αίσθηση πληρότητας, ένα κομμάτι ευτυχίας, στη ζωή το χρήμα; Έλα και πες μου τώρα ότι δεν τη φέρνει! Δε λέω! Ωραία είναι τα μότο στη ζωή και οι σταθερές. Αρκεί να μη γίνονται κλισέ. Και κλισέ γίνονται μόνο όταν αδιάκριτα και με παρωπίδες κρίνεις λέξεις κι όχι προθέσεις και κρυφά νοήματα. Πριν βιαστείς να υπεραμυνθείς ξανά  όταν ακούσεις πάλι να καταπατώνται σταθερές σου, τύπου «το χρήμα δε φέρνει την ευτυχία», αναρωτήσου ποιος το λέει και γιατί. Τι νοοτροπία έχει και τι κοσμοθεωρία. Γιατί αν πραγματικά υπάρχει ένας σοβαρός λόγος ύπαρξης του χρήματος, αυτός είναι μόνο το να «αγοράζει» αγάπη ή ευτυχία για όσους το έχουν πραγματική ανάγκη. Ναι, να την «αγοράζει». Όχι για σένα, μόνο για να τη δίνεις.

Συντάκτης: Ελευθερία Παπασάββα