Η νύχτα έχει μια δύναμη που κάνει τα πάντα να μοιάζουν πιθανά. Σου δίνει το κουράγιο να τολμήσεις όσα τη μέρα ούτε που θα τα σκεφτόσουν. Η μαγεία της νύχτας είναι υπεύθυνη για πολλά, αφού σε ξελογιάζει και δεν έχεις τη δυνατότητα ν’ αντισταθείς.

Γι’ αυτό είναι πολλές κι οι φορές που όταν ανοίγεις τα μάτια σου και το φως της μέρας σε χτυπάει ανελέητα, αναρωτιέσαι αν όντως συνέβησαν όσα θυμάσαι απ’ το προηγούμενο βράδυ.

Γιατί η νύχτα σε ζαλίζει, ακόμη κι αν δεν έχεις πιει σταγόνα. Φαντάσου τώρα τι γίνεται αν έχεις πιει έστω και λίγο. Η λέξη αναστολή σβήνεται απ’ το λεξικό σου κι αφήνεσαι να πας όπου σε πάνε οι αισθήσεις σου. Ακόμη κι αν είσαι νηφάλιος νιώθεις μια γλυκιά ζάλη που σε παρασύρει σε τόπους σκοτεινούς.

Μέσα στο σκοτάδι έχεις την ψευδαίσθηση πως είσαι καλυμμένος κι ανοίγεσαι ευκολότερα. Όσο κι αν τη μέρα μοιάζεις με σφίγγα που δεν της παίρνουν λέξη, το βράδυ γίνεσαι περισσότερο επικοινωνιακός κι εκδηλωτικός. Δείχνεις το πραγματικό σου πρόσωπο που κρύβεις όλες τις υπόλοιπες ώρες.

Αυτό είναι που σε κάνει να νιώθεις εκτεθειμένος την επόμενη μέρα. Έχεις εκτεθεί, γιατί έδειξες ποιος πραγματικά είσαι και τώρα φοβάσαι μήπως αυτός σου ο εαυτός δεν είναι αποδεκτός και σε κάνουν πέρα. Αλλά είσαι εσύ αυτός που πρέπει να αποδεχτεί τη φύση του.

Λόγια που είπες, κουβέντες που δε ζύγισες καλά έρχονται στο μυαλό σου, με αποτέλεσμα ν’ αγχώνεσαι μήπως κάποιοι σε παρεξήγησαν. Τα πράγματα χειροτερεύουν αν ήσουν λίγο περισσότερο διαχυτικός. Ντρέπεσαι για σένα και μετανιώνεις για τις πτυχές εκείνες του χαρακτήρα σου που ξεδίπλωσες μπροστά σε τόσο κόσμο. Τι σ’ έπιασε και ανοίχτηκες και μοιράστηκες τις εμπειρίες σου με όλους αυτούς;

Ύστερα είναι και το σεξ. Πόσο πιο εύκολο είναι να φλερτάρεις, ν’ ακολουθήσεις το ένστικτό σου και να ορμήσεις στον άλλο, όταν υπάρχει η νύχτα για να πάρει το φταίξιμο. Κι όλα εκείνα που έκανες, χωρίς δισταγμό, εσύ που ντρέπεσαι να κοιταχτείς γυμνός στον καθρέφτη.

Ένα αίσθημα ταπείνωσης σε κυνηγά όλη μέρα και ψάχνεις λαγούμι να κρυφτείς για να μη σε δουν. Νιώθεις μεγάλη ξεφτίλα που φανέρωσες στοιχεία του χαρακτήρα σου τα οποία έκρυβες μέχρι κι από εσένα τον ίδιο. Είχες πιει όμως και λίγο. Μάλλον το ποτό έφταιγε και ξέφυγες. Θα κατηγορήσεις το αλκοόλ και θα λυθεί το θέμα. Δε μιλούσες και δεν έπραττες εσύ, αλλά το καταραμένο το οινόπνευμα. Δε θα ξαναπιείς και δε θα υποστείς ξανά τέτοιον εξευτελισμό.

Μέσα σου όμως ξέρεις ότι δεν έφταιγε το ποτό ούτε κανείς άλλος. Έτσι είσαι κι ένα βράδυ το έριξες έξω. Είχες ανάγκη να ξεσκάσεις και να πάψεις να κρύβεσαι μέσα σε κουτάκια και πίσω από ταμπέλες, ώστε να είσαι αρεστός. Ήθελες να νιώσεις ελεύθερος.

Αλλά σ’ έχουν μάθει πως απαγορεύεται να είσαι ανάλαφρος και σε αποδέχονται μόνο όταν είσαι σοβαρός και σκεφτικός. Δεν έχεις το δικαίωμα να διασκεδάσεις, αν θέλεις να είσαι αποδεκτός απ’ τους γύρω σου και να σε παίρνουν σοβαρά στη δουλειά σου.

Έτσι κάθε φορά που το σκοτάδι της νύχτας σε παρασέρνει, το χάραμα σε βρίσκει με την πικρή αίσθηση της ταπείνωσης κι η αμηχανία σου είναι έκδηλη, όποτε συναντάς αυτούς που έγιναν μάρτυρες των νυχτερινών σου καμωμάτων. Γιατί μόλις ξημερώσει δεν έχεις πού να κρυφτείς κι όλα φαίνονται πεντακάθαρα με αποτέλεσμα να μετανιώνεις.

Τώρα θα κλειστείς πάλι στο καβούκι σου, όπου νιώθεις ασφάλεια, μέχρι να έρθει ένα ακόμη βράδυ που θα σε βγάλει απ’ το σωστό δρόμο και θα σε οδηγήσει στην κατεύθυνση που θέλει, με προορισμό το άλλο σου πρόσωπο.

 

Συντάκτης: Μαρία Βαή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη