«Όποιος αγαπά με την προσδοκία να αγαπηθεί σε αντάλλαγμα, σπαταλά τον χρόνο του» είπε ο Πάολο Κοέλιο κι είναι μια φράση που κατ’ επέκταση μπορεί να αφορά ακόμη και την αγάπη που εκφράζεις ο ίδιος προς τον εαυτό σου, όντας κομμάτι μιας σχέσης.

Αφήνουμε να μάς αγαπάνε με τον τρόπο που εμείς πάντα θέλαμε να αγαπηθούμε. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να φαντάζει απόλυτη κι εγωιστική μα οι δόσεις αλήθειας που κρύβει είναι αδιαμφισβήτητες. Δεν είναι ρουλέτα και καθαρή τύχη ο έρωτας. Δεν πετάς το ζάρι κι όπου κάτσει. Μαύρο ή κόκκινο, η ζαριά έχει από την αρχή ένα στόχο. Κι αυτός ο στόχος που όλοι κυνηγάμε, είναι μια επιλογή που σαν διεργασία έχει γίνει από πολύ νωρίς στο μυαλό μας. Πολύ πριν ερωτευθούμε ή αγαπήσουμε, έχουμε σκεφτεί πώς θα θέλαμε να είναι η σχέση μας όταν αυτή έρθει. Και δεν έχει να κάνει με ηλικίες κι ωριμότητα. Όλοι μας ξέρουμε τι αποζητούμε, τι είναι αυτό που αξίζουμε, πολύ πριν μπούμε στο κυνήγι του έρωτα.

Κάθε μας σχέση είναι μια ακόμη ταυτότητα για εμάς. Κάτι σαν το «δείξε μου τους φίλους σου, να σου πω ποιος είσαι». Είναι τρομακτικό το να σκεφτείς πως το μυαλό κάνει τις δικές του επιλογές ενώ εσύ νομίζεις πως έχεις αφεθεί πλήρως και κατά βούληση στο να ζήσεις το συναίσθημα. Δε θα ήταν υπερβολή να πούμε πως τελικά επιλέγουμε τους συντρόφους μας στη ζωή υποσυνείδητα. Είναι αυτό που αναφέραμε παραπάνω, πως γνωρίζεις εξ’ αρχής τι ψάχνεις, τι αποζητάς από μια σχέση κι ένα σύντροφο. Κι αφού θέτεις κάποια στάνταρ, επιλέγεις στην πορεία, αν έχεις την πολυτέλεια, αυτό που ταιριάζει σε εσένα.

Ακόμη κι αν πρόκειται για μια αγάπη και μια σχέση που δεν ευδοκίμησε, παίρνοντας μια διαφορετική πορεία από αυτή που θα ήθελες να έχει, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός πως την επέλεξες αρχικά και σίγουρα το έκανες ακούγοντας το υποσυνείδητό σου. Το να ξέρεις τι θέλεις από μια σχέση δεν είναι εγωιστικό. Το να θεωρείς πως όλα είναι βασισμένα στον αυθορμητισμό του συναισθήματος εν συνεχεία είναι κάπως αφελές. Μπαίνοντας σε μια σχέση έχεις στο μυαλό σου μια εικόνα για το τι χρειάζεσαι. Επομένως ξέρεις ποιος είσαι, πού πας και τι αποζητάς. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει και για την άλλη πλευρά έτσι ώστε να μπορέσει να υπάρξει αυτό που λέμε αρμονία στη σχέση. Κι εκεί σίγουρα θα μπορέσεις να αφεθείς στον αυθορμητισμό του συναισθήματος.

Όταν χτίζεται ένα κτίριο τα θεμέλια είναι αυτά που προέχουν κι όχι η διακόσμηση και το φαντεζί της υπόθεσης. Το ίδιο λοιπόν ισχύει και με την αγάπη και τον έρωτα. Η ερωτική σχέση θα βασιστεί, θα πατήσει πάνω στα θεμέλια που εσύ, πριν καν εμφανιστεί ο έρωτας, είχες στήσει στο δικό σου μυαλό ως δεδομένα και ζητούμενα. Μην μπερδεύεσαι, δε μιλάμε για καλούπια. Το συναίσθημα το θέλουμε ελεύθερο. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει τη φράση «νιώθω ασφαλής κι αφήνομαι στο να το ζήσω»; Αφήνεσαι λοιπόν όταν πια νιώσεις πως η αγάπη που επέλεξες ή που σε επέλεξε, είναι εκείνη που υποσυνείδητα ήθελες πάντα να ζήσεις και να γευτείς. Εξ ’ου και το αίσθημα της ασφάλειας που θα νιώσεις.

Το «Αφήνουμε να μάς αγαπάνε όπως θα θέλαμε να αγαπηθούμε» θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι και η κατάκτηση της απόλυτης σχέσης. Διότι αν επιλέξεις αν αφεθείς στο είδος της αγάπης που πάντα ήθελες, αυτό σημαίνει πως την συνάντησες, πως τη βρήκες. Κι εκεί πια μιλάμε για μια πολύ δυνατή αγάπη ή έναν φλογερό έρωτα. Ακόμη κι οι έρωτες ως φάση στη ζωή, που έχουν κάνουν με πιο πολύ συναίσθημα παρά λογική, κρύβουν υποσυνείδητες επιλογές σε συντρόφους χωρίς καν να φανταστείς το πώς ή το γιατί έχει γίνει. Νομίζοντας πως ακολουθείς τη δύναμη των ορμονών στο απόγειό τους, κατά βάση ακολουθείς και ένα μονοπάτι λογικής που το μυαλό ορίζει χωρίς όμως να νιώθεις πως το κάνεις. Χωρίς την πίεση της υποχρέωσης του να νιώσεις κάτι.

Όλα υποσυνείδητα λοιπόν. Σχέσεις, αγάπες κι έρωτες, όλα ένα συνονθύλευμα στιγμών με κοινό παρονομαστή εσένα. Εσύ ορίζεις το πώς θα αγαπηθείς και το πότε. Εσύ ορίζεις το πώς θα σε ερωτευθούν και το πότε. Η διαθεσιμότητα του να αφεθείς και να το βιώσεις είναι σίγουρα συναίσθημα. Η επιλογή όμως του να το κάνεις είναι ξεκάθαρη απόφαση και βούληση.

 

Αφιερωμένο στα «θέλω» που βασίζονται στα «νιώθω».

Συντάκτης: Μαίρη Σάμου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου