Δεν είναι κάτι κρυφό ότι ο έρωτας παίζει σπουδαίο ρόλο στις ζωές μας. Παίρνουμε βαθύτερες κι ουσιαστικότερες ανάσες όταν είμαστε ερωτευμένοι, χαιρόμαστε περισσότερο καθετί που μας συμβαίνει και το πρόσωπό μας γεμίζει ευτυχία κάθε φορά που βλέπουμε το πρόσωπο που μας ενδιαφέρει. 

Υπάρχουν φορές όμως, που για τον Χ,Ψ λόγο, το συναίσθημα αυτό -ή η κατάσταση αυτή, αν θέλεις- μας χαρίζει απλόχερα την απουσία του. Δεν έχουμε αισθανθεί ερωτευμένοι για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό μπορεί να συμβεί για δυο λόγους· είτε επιλέξαμε να κρυφτούμε μακριά από αυτό που οι περισσότεροι εύχονται είτε δεν έτυχε εκείνη τη χρονική περίοδο να υπάρξει άτομο που να μας ενδιαφέρει και να το ενδιαφέρουμε. 

Όσο περισσότερο μένει μόνος του ένας άνθρωπος τόσο δυσκολότερο είναι να δεχθεί τον έρωτα όταν έρθει. Είναι εθιστική η μοναξιά, σε κάνει να συνειδητοποιήσεις ότι μπορείς να ζήσεις μόνος σου, δεν είναι πρωταρχική σου ανάγκη οι άλλοι άνθρωποι κι όσο το καταλαβαίνεις αυτό, τόσο λιγότερο θέλεις να επενδύσεις ξανά σε μια γνωριμία που μπορεί να εξελιχθεί σε σχέση, τόσο λιγότερο θέλεις να δεχθείς τη διαφορετικότητα του άλλου ατόμου και να προχωρήσετε σε αμοιβαίες υποχωρήσεις. 

 

 

Όταν με το καλό έρθει ξανά ο έρωτας στη ζωή -γιατί θα έρθει όσο και να μην το επιδιώκεις- δε θα ξέρεις πώς να το διαχειριστείς κι αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Φαντάσου να συνήθιζες να παίζεις τένις όλη την ώρα μικρός και μετά για πάρα πολλά χρόνια να μην έπιανες ούτε ρακέτα στα χέρια σου. Μέχρι που μια μέρα αποφασίζεις να ξανά μπεις στο γήπεδο του τένις και να συμμετέχεις σε έναν σπουδαίο αγώνα, όμως δε θυμάσαι τίποτα. Σε τρομάζει η μπάλα που έρχεται κατά πάνω σου, δεν είσαι τόσο ευκίνητος κι ίσως έχεις ξεχάσει κάποιους κανόνες. 

Κάπως έτσι είναι και τα πράγματα στο παιχνίδι του έρωτα. Όταν απέχεις για καιρό, ξεχνάς πώς αντιμετώπιζες κάποιες καταστάσεις και πώς διαχειριζόσουν τα συναισθήματά σου. Έτσι, όταν έρθει είναι σαν να ανοίγεις το χρονοντούλαπο της ιστορίας και να μεταφέρεσαι στην εφηβεία σου, τότε που ένιωθες τα πάντα πολύ έντονα κι ήταν για όλα η πρώτη σου φορά. 

Είναι λογικό και φυσικό επόμενο, αν έχει η καρδούλα σου πολύ καιρό να νιώσει πως φτερουγίζει και θέλει να βγει έξω και να πει σ’ όλον τον κόσμο ότι τον αγαπάει, να νιώθεις μια αμηχανία κι ίσως μια ντροπή γι’ αυτό το συναισθήματα αλλά και την επακόλουθη συμπεριφορά που θα εμφανίσεις. Χαμογελάς περισσότερο κι όλη την ώρα θέλεις να βρίσκεσαι με το άλλο άτομο, να νιώθεις το άγγιγμά του, να ακούς τη φωνή του κι αισθάνεσαι ξαφνικά ότι τίποτα δεν έχει σημασία παρά μόνο η μεταξύ σας ιστορία. Γίνεσαι εγωιστής, νιώθεις πως φίλοι και γνωστοί υποχρεούνται να σε ακούν και να σε συμβουλεύουν, ενώ απορείς πώς γίνεται και δε συμμερίζονται όλοι τον ενθουσιασμό σου. Κάνεις σαν παιδί που ανακαλύπτει τον κόσμο κι όλα είναι τεράστια, καινούρια. Ειδικά όταν για πολύ καιρό το μόνο που είχες ήταν θεωρίες, είναι σχεδόν αστείο το πόσο πολύ διαψεύδεις τον εαυτό σου όταν ξαναπάς στην πράξη.

Δεν είναι λάθος ούτε κατακριτέο να νιώθεις έτσι, μιας κι είναι πιθανό να έχεις χάσει την αίσθηση του μέτρου που συνήθως θέτουμε στον έρωτα μέσα από την εμπειρία και την επιβολή της λογικής μας. Μπορεί, από την άλλη, να δεις τον άνθρωπο αυτόν που σου ξύπνησε τον έρωτα με καχυποψία και να διστάζεις να προχωρήσεις μιας κι υπενθυμίζεις συνεχώς στον εαυτό σου τους λόγους για τους οποίους απομακρύνθηκες τόσο πολύ από όλα αυτά. Σου θυμίζεις πόσες πληγές γέμισες γι’ αυτό και φέρεσαι με φόβο και δισταγμό στον άνθρωπο αυτόν που προσπαθεί να σε πλησιάσει. Είτε το ζεις κάθε μέρα, είτε μια στο τόσο, πάντα θα σού δημιουργεί εκείνο το αίσθημα που όμοιό του θα μοιάζει να μην έχει γεννηθεί ποτέ και σε κανέναν. 

 

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου