Κάθε φορά που προετοιμαζόμαστε για ένα σημαντικό γεγονός, αγχωνόμαστε, το σκεφτόμαστε υπερβολικά πολύ και προσπαθούμε να παραμείνουμε συγκεντρωμένοι κι ήρεμοι για να επιτύχουμε την όποια δοκιμασία.

Μπορεί να αφορά μια συνέντευξη για τη δουλειά που τόσο θέλαμε ή μπορεί να θέλουμε να κάνουμε πρόταση στο άτομο που αγαπάμε, ίσως πάλι και πρόκειται για την απόφασή μας να χωρίσουμε απ’ την πολύχρονη σχέση μας. Ό,τι και να ‘ναι, αν για εμάς είναι σημαντικό και δεν περιλαμβάνεται στη συνηθισμένη ρουτίνα, τότε μας αγχώνει, σε βαθμό που νιώθουμε πως χρειαζόμαστε μια κατάλληλη προετοιμασία για να αντεπεξέλθουμε.

Καθόμαστε με τις ώρες και προβάρουμε τα λόγια μας, κοιταζόμαστε στο καθρέπτη για να τσεκάρουμε τις εκφράσεις μας, υποθέτουμε τις ερωτήσεις που πιθανόν να μας κάνουν και προσπαθούμε να τις απαντήσουμε. Γενικά καταναλώνουμε αρκετό χρόνο και τις περισσότερες φορές ξοδεύουμε μέρες ολόκληρες σκεπτόμενοι σχολαστικά τις λέξεις και τις κινήσεις μας, λες και θα περάσουμε από οντισιόν για κάνα θίασο. Αλλά και πάλι, δε νιώθουμε σίγουροι, φυσάμε και ξεφυσάμε, πηγαίνουμε πάνω-κάτω στα δωμάτια και το μυαλό μας εμμένει κολλημένο στην κάθε πιθανή κι απίθανη αντίδραση του συνομιλητή μας. Θα χαμογελάσει άραγε; Θα πει κι αυτός το ίδιο, θα δείξει κάποιο σημάδι ή θα μείνει ανέκφραστος;

Κατά πόσο, τελικά, τα προβαρισμένα λόγια βασιζόμενα στα υποθετικά μας σενάρια βοηθούν κι ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα; Εμείς τα κατασκευάζουμε στο μυαλό μας θεωρώντας ότι είναι τα πιο σωστά ή κομψά ή ότι θα ‘χουν μεγαλύτερη απήχηση εκεί που στοχεύουμε. Και πολλές φορές αυτός ο φόβος και το άγχος μας κυριεύουν με αποτέλεσμα αυτά που λέμε να ακούγονται πολύ τυπικά, ανειλικρινή, στημένα, χωρίς ζωντάνια ή θέληση.

Ναι, δε βλάπτει να ‘χουμε κάπως πρόχειρα σκεφτεί τι θα πούμε, όμως δε χρειάζεται να ακολουθήσουμε κι ένα συγκεκριμένο πλάνο, γιατί εκείνη η στιγμή τίποτα δε θα ‘ναι όπως όταν μας βλέπαμε στον καθρέπτη μας. Τα σχέδια που κάνουμε αναφέρονται και σε συγκεκριμένες συνθήκες, οπότε αν τελικά η στιγμή δεν είναι ευνοϊκή ή δε μαντέψαμε σωστά τις αντιδράσεις της απέναντι πλευράς, μπορεί η στιχομυθία μας να κυλήσει πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι πιστεύαμε κι εμείς να πανικοβληθούμε που βγήκαμε εκτός πλάνου.

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο σε κάθε περίπτωση πρέπει να ξεφεύγουμε απ’ τα τυποποιημένα. Δεν υπάρχει τίποτα κακό στο να αυτοσχεδιάσεις με βάσει την περίσταση ή να κινηθείς αυθόρμητα σε μια κατάσταση που μόλις προέκυψε. Προκειμένου να πεις αυτό που όντως θες να βγάλεις από μέσα σου, να εντυπωσιάσεις το εν δυνάμει αμόρε ή τον εργοδότη σου, επίλεξε να μιλήσεις ειλικρινά, να οπλιστείς με αυτοπεποίθηση και τα λόγια που θα πεις να δείχνουν τι πραγματικά νιώθεις, τι είσαι διατεθειμένος να κάνεις, να ‘ναι δικά σου, αυθεντικά κι αξιόπιστα, κι όχι σαν να παπαγάλισες ένα σενάριο.

Κάθε περίσταση απαιτεί κι άλλο προφορικό στιλ, όμως σε όλες είναι σημαντικό να δείχνουμε ποιοι πραγματικά είμαστε και τι, στα αλήθεια, θέλουμε. Δεν είναι καλύτερο απ’ το να φοβόμαστε πώς θα ακουστεί το ένα και πώς το άλλο και να καταλήγουμε να λέμε τα μισά απ’ όσα θέλαμε; Νομίζω αξίζει να πάρουμε αυτό το ρίσκο. Άλλωστε, κι αυτός ο προγραμματισμός μας έχει κουράσει, μας έχει αφαιρέσει τον παρορμητισμό και τη δημιουργικότητα.

Ας επιστρατεύσουμε την εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, ας πιστέψουμε λίγο παραπάνω στον αυτοσχεδιασμό κι ας αφήσουμε το μυαλό μας ελεύθερο, δίχως κουτάκια που να μας κατευθύνουν, να μας λένε τι να κάνουμε και πώς. Ειδικά όταν απευθυνόμαστε σε άτομα που γνωρίζουμε καλά, τους χρωστάμε μια πιο αυθεντική εκδοχή μας.

Έχουμε και λέμε, φτιάχνουμε ένα πλάνο, το σχεδιάζουμε στο μυαλό μας, βρίσκουμε και μερικά λόγια που δε θέλουμε να ξεχάσουμε. Από ‘κει και πέρα όμως οι προβλέψεις που είχαμε κάνει μπορεί και να μη βγουν.  Και τότε είναι που δεν πρέπει να τα χάσουμε, αλλά να αυτοσχεδιάσουμε για να πετύχουμε αυτό που επιθυμούμε.

Μην κοροϊδευόμαστε, ακόμη και σε λίστα να τα γράφαμε κι όσες φορές και να προβάρουμε τα λόγια μας, μόλις θα αντικρίσεις τον άλλο θα ‘χεις ξεχάσει και το πώς σε λένε ακόμα.

 

Συντάκτης: Άννα Μπαλάση
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη