Η φράση «Θα ‘θελα να ‘ναι εκεί πριν καν το ζητήσω» έχει βγει απ’ το στόμα πολλών από εμάς, πάντα συνοδευμένη από μια πικρία, ίσως και λίγο θυμό για άτομα που περιμέναμε να ‘ναι εκεί, δίπλα μας, να μας νιώθουν και να μας στηρίζουν, πριν καν τους το ζητήσουμε.

Είναι ένα παράπονο που βγαίνει αυθόρμητα κι αβίαστα, καθώς είναι κάποιες φορές που δεν έχεις το κουράγιο να μιλήσεις και να εξηγήσεις. Είναι οι στιγμές που τα έντονα συναισθήματα σε κατακλύζουν και τα μόνα που μπορούν να δείξουν τι έχεις πραγματικά ανάγκη εκείνη τη στιγμή είναι τα μάτια ή απλά η σιωπή σου. Ξέρεις τι είναι να υπάρχουν δίπλα σου άτομα που μπορούν να ερμηνεύσουν αυτά τα δύο, χωρίς να χρειάζονται παραπάνω λόγια;

Σε στιγμές έντονης χαράς ή ανεξέλεγκτης λύπης δε θες πολλά άτομα γύρω σου. Έχεις συγκεκριμένα πρόσωπα που νιώθεις κοντά σου και περιμένεις τα συναισθήματα που τρέφεις για αυτά να ‘ναι αμοιβαία και να μη χρειάζονται ειδική πρόσκληση για να ‘ναι εκεί, όταν εσύ το ‘χεις ανάγκη. Δυστυχώς όμως, μετά από αποτυχημένες προσπάθειες να καταφέρεις κάτι τέτοιο, αντιλαμβάνεσαι πως δε σκέφτονται όλοι με τον ίδιο τρόπο με ‘σένα. Κι αν τολμήσεις να εκφράσεις το παράπονό σου θα έρχονται διάφορες απαντήσεις, όχι απαραίτητα δικαιολογίες μα ίσως κι αλήθειες, πως δεν ήξεραν αν θα ενοχλούσαν και δεν είχαν καταλάβει πως τους χρειαζόσουν.

Ίσως και να ‘ναι υπερβολικές οι απαιτήσεις μας, όταν στις μέρες μας δεν είναι αυτονόητα πια ούτε τα μικρά, πόσο μάλλον τα μεγάλα που περιμένουμε. Γιατί οι άνθρωποι όχι μόνο δεν είναι εδώ για μας αν δεν το ζητήσουμε, αλλά θεωρούμαστε και τυχεροί, σε πολλές περιπτώσεις, αν έρθουν ακόμα κι αφού τους το ζητήσουμε.

Ο εγωκεντρισμός μας, η έλλειψη ενσυναίσθησης, κατανόησης κι ανιδιοτελούς αγάπης είναι που μας απομακρύνουν. Θέλουμε δύο αφτιά πρόθυμα να μας ακούσουν, ένα χέρι να μας σφίξει γερά για να μας βοηθήσει να σηκωθούμε την ώρα που έχουμε πέσει, έναν άνθρωπο να αγκαλιάσουμε στη χαρά μας και να μοιραστούμε τα γέλια μας. Αυτά μας λείπουν.

Και σε κάτι τέτοιες στιγμές είναι που συνειδητοποιείς ότι οι απαιτήσεις σου πρέπει να προσαρμόζονται στις εκάστοτε συνθήκες. Κι έτσι κατανοείς πως, στην τελική, αυτό που πρέπει να αναζητήσεις είναι όχι απαραίτητα τους ανθρώπους που θα ‘χουν τη διορατικότητα και την ενσυναίσθησή τους ανεπτυγμένη σε μεγάλο βαθμό, ώστε να ερμηνεύουν κάθε σου σημάδι και να ‘ναι εκεί, αλλά αυτούς που δε θα λείψουν απ’ το πλάι σου το επόμενο λεπτό και με κάθε τρόπο, μόλις τους το ζητήσεις.

Έχεις σίγουρα αντιληφθεί δοκιμασμένα πως η χαρά γίνεται διπλή κι η λύπη μισή, όταν την μοιράζεσαι με τους κατάλληλους ανθρώπους. Δεν είναι κακό το να μάθουμε να ζητάμε απ’ τους άλλους αυτό που χρειαζόμαστε. Αυτό που πρέπει να προσέχουμε, όμως, είναι να βασιζόμαστε στους σωστούς –για μας– ανθρώπους και να επενδύσουμε σε αυτούς που το αξίζουν να ‘ναι εκεί σε τόσο προσωπικές στιγμές μας και στο ξεγύμνωμα, πολλές φορές, της ψυχής μας.

Και στο τέλος κάθε τέτοιας στιγμής να μην ξεχνάμε να λέμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» που κατάφεραν να ‘ναι εδώ για μας, γιατί τα αυτονόητα έχουν καταλήξει και τα πιο δύσκολα. Ας προσπαθήσουμε να γίνουμε για τους άλλους το στήριγμα που αναζητάμε εμείς από αυτούς και να κάνουμε τα «κλείνω -και δεν έρχομαι ποτέ», «κλείνω κι έρχομαι αμέσως».

Συντάκτης: Μαρία Βίγλα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη