Σε μια σειρά από συνήθειες που έφτιαξες, και πέφτεις πάνω τους με το κεφάλι, υπάρχει μία σκάλα που σε κάνει να βλέπεις από ψηλά τη θέα. Ένα παράθυρο που σου δίνει καθαρό οξυγόνο, καθώς οι ρύποι της ρουτίνας έρχονται και σφηνώνονται όλο και πιο βαθιά στην καθημερινότητά σου. Ένα διάλειμμα από υποχρεώσεις και «πρέπει» που έχεις καθορίσει στον εαυτό σου -ακούσια ή μη. Είναι κάτι παραπάνω από χόμπι και κάτι λιγότερο από συνήθεια. Δε συμβαίνει με τον οποιονδήποτε και δεν το μοιράζεσαι με πολλούς. Είναι η πιο γαμάτη στιγμή μες στη μέρα σου και δεν την αλλάζεις με τίποτα.

Είναι ένα πρόσωπο, μια μυρωδιά, ένα άγγιγμα, μια κουβέντα, ένα βλέμμα. Είναι ο τόνος της φωνής, τα περιποιημένα χέρια, το προσεγμένο ντύσιμο, ο ρυθμός που εξυπηρετεί τον κόσμο. Είναι το μισοκρυμμένο τατουάζ στο χέρι, το σκουλαρίκι στο χείλος, το τσέβδισμα στην ομιλία. Είναι το χρώμα των ματιών, η έξυπνη ατάκα ή η ειρωνεία στο φρύδι. Η συζήτηση που θα ανοίξει όταν εσύ έχεις τις μαύρες σου. Το κομπλιμέντο που θα κάνει για το στιλ σου, το αστείο σου που θα σχολιάσει. Είναι όλα αυτά μαζί κι ένα-ένα ξεχωριστά που κάνουν τη μέρα σου τόσο διαφορετική. Σε προκαλούν σε ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες και προϋποθέσεις. Απλά ρίχνεις το ζάρι και παίζεις.

Παίζεις με ό,τι έχεις εκείνη τη στιγμή χωρίς να σε νοιάζει το πρόσωπο που συνοδεύεις ή η παρέα που ανήκεις. Ο κόσμος που περιμένει πίσω σου ή το μποτιλιάρισμα που προκαλείς. Πιάνεις τον εαυτό σου να χάνει την επαφή με τους γύρω του, γιατί ο μόνος του στόχος είναι η εκπλήρωση αυτής της στιγμής. Η μοναδικότητα που κρύβεται μέσα σε αυτό το ολιγόλεπτο φλερτ. Στο πουρμπουάρ που αφήνεις ή στο ραβασάκι που παίρνεις φεύγοντας. Στην αναμονή  μέχρι να αλλάξει η βάρδια και να ‘ρθει. Στα stories που έψαχνες για να δεις πού συχνάζει. Στον καλό λόγο που πάντα λες ή στο επίμονό σου βλέμμα. Στη μανία σου ν’ αφήσεις το πρόστυχό σου αποτύπωμα στο ευγενικό πλαίσιο του άλλου.

Στα διόδια που σταμάτησες κι αφιέρωσες το τραγούδι που παιζόταν στην υπάλληλο. Τον αεροσυνοδό που είχες πάνω απ’ το κεφάλι σου γιατί, τάχα, δεν ήξερες ποιο άρωμα να αγοράσεις κι εκείνος χαμογελούσε, γιατί το απολάμβανε. Την προσωπική σου γυμνάστρια που, εξαιτίας της, έκανες τρία επαναληπτικά εικοσάρια push ups σαν να μη συμβαίνει τίποτα κι εκείνη δεν έφυγε ποτέ από πάνω σου. Το στέκι που δεν άλλαξες εδώ και δύο μήνες, γιατί το μυαλό σου είναι στο μπαρ, στις εξομολογήσεις που της κάνεις και στα ποτά που σε κερνάει. Στο βενζινάδικο που πήγαινες για χρόνια και τώρα αναγκάστηκες να αλλάξεις, γιατί εκεί δουλεύει τώρα.

Και μπορεί να μη μάθεις ποτέ το όνομά της ή τον αριθμό του. Να μην ξέρεις αν είναι σε σχέση ή single. Αν μοιράζεται αυτό που συμβαίνει μόνο μεταξύ σας ή αν συμβαίνει και μ’ άλλους. Αν είναι μέρος της δουλειάς του άλλου, αν το ‘χει έμφυτο ή αν το εμπνέεις εσύ. Δε σε ρώτησε ποτέ αν γουστάρεις κάτι παραπάνω ή αν το κάνεις για επίδειξη στην παρέα σου. Δε σε ‘νοιαξε αν εκμεταλλεύεται το γνώριμο περιβάλλον, το ότι παίζει στη έδρα του ή αν τα έπαιξε όλα για όλα.

Ίσως να μην υπήρξε συνέχεια ή φινάλε. Ίσως να ήταν μια ψευδαίσθηση ή ένα απλό παιχνίδι που μόνο η μία πλευρά είχε θέσει όρους. Ίσως να ‘ναι ευγένεια, πολιτική του καταστήματος ή μια τυχαία στιγμή. Ήταν, όμως, το σπρώξιμο που έκανε τον εγκέφαλό σου να ταρακουνηθεί. Η τάση σου να κοιτάς συνέχεια το ρολόι για να βρεθείς, δήθεν τυχαία ή κι όχι, ξανά εκεί που ξέρεις πως θα βρεις αυτόν τον άνθρωπο. Να σμίξουν λέξεις, βλέμματα, αύρες. Να φτιάξετε ο ένας την ημέρα του άλλου κι ύστερα να συνεχίσετε τις δουλειές σας. Τόσο ανθρώπινα, τόσο κόσμια, τόσο ευγενικά. Γιατί ξέρετε κι οι δυο ότι το φλερτ είναι υγεία.

Δεν το είπατε ποτέ ούτε μεταξύ σας αλλά ούτε και στον εαυτό σας. Ήταν, όμως, σαν να ειπώθηκε. Ζείτε από αυτό και περιμένετε κι οι δύο την επόμενη φορά. Τη φορά που θα απολαύσετε κάθε δευτερόλεπτο, τη συνουσία της επικοινωνίας, τη γύμνια των προθέσεων. Είστε κι οι δυο της ίδιας σχολής. Κι αυτό είναι που σας φέρνει ακόμα πιο κοντά.

Συντάκτης: Ιωάννης Σαββίδης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη